Τρεις δικαστές απολύθηκαν από το δικαστικό σώμα λόγω καθυστερήσεων και αναξιοπρεπούς συμπεριφοράς, με απόφαση της Πειθαρχικής Ολομέλειας του Αρείου Πάγου, στην οποία είχαν παραπεμφθεί συνολικά οκτώ δικαστές και εισαγγελείς με το ερώτημα της οριστικής παύσης λόγω ανεπάρκειας και αναξιοπρεπούς συμπεριφοράς.
Συγκεκριμένα, απολύθηκαν 2 εφέτες και ένας πρωτοδίκης, ενώ σε έναν ειρηνοδίκη επιβλήθηκε χρηματικό πρόστιμο αποδοχών 3 μηνών.
Ένας εφέτης παραιτήθηκε πριν από την σύγκληση της Πειθαρχικής Ολομέλειας και μια πρόεδρος Πρωτοδικών, όπως και ένας αντεισαγγελέας Πρωτοδικών, παραιτήθηκαν κατά τη διάρκεια της ακροαματικής διαδικασίας.
Η Εφέτης και ο Πρωτοδίκης
Με πλειοψηφία 54 -11 απολύθηκε εφέτης, η οποία παρουσίαζε υπέρμετρες καθυστερήσεις, σε διαφορετικές δικαστικές περιόδους, από 65 έως 150 υποθέσεις, ενώ άλλες υποθέσεις που χειριζόταν μεταχρεώθηκαν σε συναδέλφους της. Κατά το παρελθόν είχε 15 πειθαρχικές αγωγές, ενώ έχει και πειθαρχικές ποινές επίπληξης και προσωρινής παύσης.
Η πρόεδρος του Αρείου Πάγου, Ιωάννα Κλάπα, επισήμανε ότι ο προϊστάμενος του Εφετείου στον οποίο υπηρετεί της είπε ότι δεν χρεώνει στην εν λόγω Εφέτη υποθέσεις για να μην ταλαιπωρεί τον κόσμο με τις καθυστερήσεις της, ενώ από την πλευρά της η εισαγγελέας του Αρείου Πάγου, Γεωργία Αδειλίνη επισήμανε ότι έχει αποδειχθεί η υπηρεσιακή της ανεπάρκεια, καθώς παραγράφονται στα χέρια της υποθέσεις και δεν σώζεται πλέον η κατάσταση. Έτσι, για τους λόγους αυτούς τάχθηκε υπέρ της απόλυσής της.
Λόγω καθυστερήσεων μεγάλου αριθμού υποθέσεων απολύθηκε ένας πρωτόδικης . Επίσης, του αφαιρέθηκαν 635 υποθέσεις, οι οποίες χρεώθηκαν σε συνάδελφους του.
«Οι Δικηγορικοί Σύλλογοι στις περιοχές που υπηρέτησε ήταν σε απόγνωση λόγω των καθυστερήσεων. Είχα αποστείλει σχετικά υπηρεσιακά έγγραφα για τις καθυστερήσεις αλλά δεν υπήρξε καμία ανταπόκριση», ανέφερε η πρόεδρος του Αρείου Πάγου.
Απόλυση εφέτη
Εφέτης που υπηρετούσε στην Ήπειρο απολύθηκε λόγω αναξιοπρεπούς συμπεριφοράς.
Σύμφωνα με όσα εκτέθηκαν στην Ολομέλεια, ο Εφέτης μπήκε σε σούπερ μάρκετ, πήγε στο ταμείο φωνάζοντας συγχρόνως ότι είναι φορέας του κορονοϊού και παρακάμπτοντας τη σειρά των πελατών, πλήρωσε τα προϊόντα και μπήκε στο σταθμευμένο αυτοκίνητο του μάρκας Audi, το οποίο ήταν σταθμευμένο και δεν είχε πινακίδες κυκλοφορίας. Οι πινακίδες ήταν στα πίσω καθίσματα του αυτοκινήτου, όπως διαπιστώθηκε μεταγενέστερα.
Μόλις κλήθηκε η αστυνομία του ζητήθηκαν ταυτότητα και άδεια οδήγησης. Ο Εφέτης αρχικά αρνήθηκε να δώσει τα στοιχεία που του ζητήθηκαν και αντί της άδειας οδήγησης του αυτοκινήτου έδωσε στους αστυνομικούς παλιά άδεια οδήγησης μοτοποδηλάτου. Στην συνέχεια οι αστυνομικοί τον ρώτησαν για ποιο λόγο βρισκόταν εκεί και μέσα στο αυτοκίνητο και εκείνος απάντησε ότι κάθεται εκεί “και ξύνει τα α@@@@@@… του και να πάνε και αυτοί να του τα ξύσουν”, ενώ συγχρόνως τους είπε αν θέλουν να βρουν τα στοιχεία του, να τα αναζητήσουν στο κομπιούτερ, εννοώντας της ΕΛ.ΑΣ. Επανειλημμένα αρνήθηκε να βγει από το αυτοκίνητο, λέγοντας ότι μόνο εισαγγελέας μπορεί να τον βγάλει και απευθυνόμενος στους αστυνομικούς τους είπε “θα δείτε τι θα πάθετε”.
Την στιγμή που του περνούσαν τις χειροπέδες ο δικαστής φώναζε: “Ψάξτε, έχω ναρκωτικά”. Κατά τη μικροσυμπλοκή αυτή τραυματίστηκε ελαφρά ο ένας εκ των αστυνομικών στο χέρι και μετά το περιστατικό οδηγήθηκε στο τοπικό Κέντρο Υγείας. Τον έβαλαν στο περιπολικό και πηγαίνοντας προς το Αστυνομικό Τμήμα, ο Εφέτης τους έλεγε “αρχ… εσένα θα σε γαμ…”. Τελικά αλληλομυνήθηκαν Εφέτης, αστυνομικοί και ταμίας του σούπερ μάρκετ, ενώ ο δικαστικός λειτουργός με την μήνυσή του στράφηκε και κατά του διοικητή του Αστυνομικού Τμήματος.
Ο εφέτης αρνήθηκε τις κατηγορίες, ενώ ερώτηση της προέδρου της Ολομέλειας για το που αποδίδει ότι όλοι οι εμπλεκόμενοι στράφηκαν εναντίον του, εκείνος απάντησε ότι η συμπεριφορά τους ήταν προβοκατόρικη, ήταν πράκτορες και προσπάθησαν να τον εμφανίσουν ως επικίνδυνο. Ακόμη, ανέφερε ότι έχει διατελέσει ανακριτής και ξέρει τι διαδικασίες ακολουθούν οι αστυνομικοί οι οποίοι παρανομούν και ότι ο αστυνομικός που χτύπησε κατά τη σύλληψή του αυτοτραυματίστηκε.
Πηγή: naftemporiki.gr