Η εξολόθρευση από τις ΗΠΑ του υποστρατήγου Κασέμ Σουλεϊμανί (για πολλούς του δεύτερου ισχυρότερου ανθρώπου των μηχανισμών εξουσίας στο Ιράν, που πρακτικά αναφερόταν μόνο στον ανώτατο ηγέτη της Ισλαμικής Δημοκρατίας αγιατολά Αλί Χαμενεΐ) αντιμετωπίζεται από την Τεχεράνη ως πράξη πολέμου, που εγείρει κίνδυνο ανάφλεξης όλης της περιοχής της Μέσης Ανατολής.
Διατάσσοντας την επιδρομή που έγινε στο διεθνές αεροδρόμιο της Βαγδάτης, στο Ιράκ, τα μεσάνυχτα της Παρασκευής, με στόχο τον διοικητή της Δύναμης Κουντς (η Ιερουσαλήμ στα περσικά), η οποία είναι αρμόδια για τις επιχειρήσεις των Φρουρών της Επανάστασης στο εξωτερικό, ο Ρεπουμπλικάνος πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ οδήγησε τις ΗΠΑ και τους συμμάχους τους σε αχαρτογράφητα νερά στη σύγκρουσή τους με το Ιράν, τις πολιτικές δυνάμεις και τις παραστρατιωτικές οργανώσεις που πρόσκεινται στην Ισλαμική Δημοκρατία στην περιφέρεια.
Η ιρανική ηγεσία μπορεί να καιροφυλακτεί. Αλλά οι περισσότεροι αναλυτές θεωρούν ότι αυτό το βαρύ πλήγμα για το πρεστίζ της, όπως και η προσωπική δέσμευση του αγιατολά Χαμενεΐ στον Σουλεϊμανί, τον εγκέφαλο πίσω από την εκστρατεία για τη δημιουργία ενός άξονα σιιτικής ισχύος, ιδίως παραστρατιωτικής, που διασχίζει τον Λεβάντε και φθάνει ως τον Κόλπο, συνεπάγονται ότι τα ιρανικά αντίποινα θα είναι φονικά. Η αλληλουχία αυτή κλιμακώνει τον κίνδυνο άμεσης σύγκρουσης Ιράν-ΗΠΑ, που ίσως βάλει φωτιά σε όλη την περιοχή.
Για τον Μοχάναντ Χατζ Αλί, επιστημονικό συνεργάτη του Κέντρου Κάρνεγκι για τη Μέση Ανατολή στη Βηρυτό, η δολοφονία του Σουλεϊμανί αποτελεί «γυμνή πρόκληση» και η ιρανική ηγεσία πρέπει να «απαντήσει» για να αποκαταστήσει το κύρος της. «Δεν έχουμε δει ακόμα το τέλος» αυτής της ιστορίας, προειδοποιεί. Ο Σουλεϊμανί, που απέκτησε μεγάλη φήμη στο Ιράν ήδη από την εποχή του πολέμου Ιράν-Ιράκ (1980-1988), ανέβηκε σταδιακά στην ιεραρχία και το 1998 του ανατέθηκε η διοίκηση της Δύναμης Κουντς. Μετά την αμερικανική εισβολή στο Ιράκ το 2003 που ανέτρεψε τον δικτάτορα Σαντάμ Χουσέιν — σουνίτη — και άνοιξε τον δρόμο για την άνοδο της σιιτικής πλειοψηφίας του ιρακινού πληθυσμού στην εξουσία, η Δύναμη Κουντς άρχισε να οργανώνει ένα δίκτυο παραστρατιωτικών οργανώσεων που έθεταν υπό αμφισβήτηση την αμερικανική στρατιωτική κατοχή.