Η πολιτική των επιδοτήσεων για την αντιμετώπιση της ανεξέλεγκτης ενεργειακής κρίσης, παρά την κριτική που ασκείται ως προς την επάρκεια και την αποτελεσματικότητά της, θα εξακολουθήσει και τον Μάιο, όπως προανήγγειλε ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης κατά την επίσκεψή του στις εγκαταστάσεις του τερματικού σταθμού υγροποιημένου φυσικού αερίου στη Ρεβυθούσα.
Παράλληλα, το οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης συνεχίζει τις ασκήσεις πάνω σε διάφορα εναλλακτικά μοντέλα που προτείνεται να εφαρμοστούν στην ελληνική ενεργειακή αγορά, «ζυγίζοντας» ποιο από αυτά θα έχει τα καλύτερα αποτελέσματα στη μείωση της τιμής του ρεύματος, με το μικρότερο δημοσιονομικό βάρος.
Σενάρια
Στο Μαξίμου έχει φτάσει μια πρωτόλεια αναφορά με τα διαφορετικά σενάρια, στην περίπτωση που η ΕΕ δεν προχωρήσει σε μια κοινή ευρωπαϊκή λύση στη Σύνοδο Κορυφής στα τέλη Μαΐου.
Οπως και τα υπόλοιπα κράτη-μέλη, η Ελλάδα αναζητά μια βιώσιμη παρέμβαση στην αγορά ενέργειας διότι η τακτική των επιδοτήσεων της κατανάλωσης ρεύματος δεν υπηρετεί τις ευρωπαϊκές κυρώσεις για απεξάρτηση από το ρωσικό πετρέλαιο, διατηρεί τις υψηλές τιμές στα hub αερίου της Ευρώπης ενώ παράλληλα διαιωνίζει την υπερκατανάλωση ενέργειας.
Δεν είναι διόλου τυχαίο που ο υπουργός Οικονομίας Ρόμπερτ Χάμπεκ της Γερμανίας κάλεσε τους πολίτες της χώρας του να μειώσουν άμεσα την κατανάλωση ενέργειας κατά 10%. Είχε προηγηθεί λίγες ημέρες πριν έκκληση της RWE (της γαλλικής… ΔΕΗ) σε επιχειρήσεις και νοικοκυριά να μετριάσουν τη χρήση ηλεκτρικής ενέργειας, ενώ στην Ιταλία αποφασίστηκε από 1ης Μαΐου να τεθούν αυστηρά όρια στη θερμοκρασία των κλιματιστικών. Αλλωστε, η πιο φθηνή και «πράσινη» ενέργεια είναι εκείνη που δεν καταναλώνεται.
Στην Ελλάδα, όλες οι προτεινόμενες παρεμβάσεις στη χονδρεμπορική αγορά ηλεκτρικής ενέργειας από τα συναρμόδια υπουργεία εξετάζονται βάσει των δημοσιονομικών δυνατοτήτων της χώρας. Οπως εκτιμάται, για την εφαρμογή των πρόσθετων μέτρων θα απαιτηθούν για το 2022 κεφάλαια 3 – 4 δισ. ευρώ, τα οποία θα χρειαστεί να πολλαπλασιαστούν στο χειρότερο σενάριο της πλήρους διακοπής των ροών ρωσικού αερίου.
Το ύψος των κονδυλίων που θα αποφασιστεί να διατεθούν θα καθορίσει το πόσο παρεμβατικό στη χονδρεμπορική αγορά ρεύματος θα είναι το μοντέλο που τελικά θα υιοθετηθεί. Πάντως, η ελληνική αγορά παραμένει η ακριβότερη στην Ευρώπη για τον Απρίλιο, με τη μέση τιμή το πρώτο 20ήμερο του μήνα στα 251,12 ευρώ ανά μεγαβατώρα, και η τρίτη ακριβότερη (μετά την Ιταλία και την Ελβετία) από τις αρχές του έτους με 241,2 ευρώ ανά μεγαβατώρα.
Εάν δεν υπάρξει ευρωπαϊκή λύση, η κυβέρνηση σκοπεύει να επιβάλει πλαφόν στη χονδρεμπορική αγορά, θέτοντας όριο είτε στην αμοιβή της προσφερόμενης τιμής ρεύματος (ανά τεχνολογία των μονάδων παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας ή ενιαία), είτε στο φυσικό αέριο που κυριαρχεί στην ελληνική ηλεκτροπαραγωγή.
Το επιπλέον κόστος για τους ηλεκτροπαραγωγούς θα καλύπτεται από τον κρατικό προϋπολογισμό. Στόχος να πέσει η μέση τιμή αναφοράς στο Χρηματιστήριο Ενέργειας, άρα και το κόστος που αγοράζουν ρεύμα οι πάροχοι ηλεκτρικής ενέργειας, ώστε να συγκρατηθούν οι αυξήσεις στα τιμολόγια των καταναλωτών. Επιπλέον, εξετάζεται και ένα «υβριδικό» μοντέλο που θα συνδυάζει παρέμβαση στη χονδρεμπορική αγορά και συνέχιση των επιδοτήσεων.
Σε κάθε περίπτωση η όποια εθνική λύση, όπως αναφέρουν στελέχη του υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας, θα εφαρμοστεί από τον Ιούνιο και όσο πιο παρεμβατική είναι, τόσο πιθανότερο θα είναι να μην ενεργοποιούνται οι ρήτρες αναπροσαρμογής στα τιμολόγια ρεύματος.
Πάντως, οι επιδοτήσεις των λογαριασμών θα παραμένουν και τον Μάιο περίπου στο ίδιο ύψος με εκείνες του Απριλίου.