Δεν υπάρχει εισήγηση των ειδικών για lockdown δύο ταχυτήτων, ούτε εξετάζεται ένα τέτοιο σενάριο αυτή τη στιγμή είπε ο κυβερνητικός εκπρόσωπος Στέλιος Πέτσας, επισημαίνοντας πως χρειάζεται έξτρα προσπάθεια σε περιοχές που έχουν μεγάλες τοπικές γιορτές.
Ο κ. Πέτσας, σε συνέντευξή του στο «Ράδιο Θεσσαλονίκη», επεσήμανε την ανάγκη να υποχωρήσει γρήγορα το επιδημιολογικό φορτίο, καθώς δεν μπορούμε να είμαστε συνεχώς σε lockdown ή σε απαγόρευση μετακινήσεων από νομό σε νομό για κοινωνικούς και οικονομικούς λόγους.
Παράλληλα, τόνισε πως «δεν μπορούμε να δούμε σε αυτή τη στιγμή διαφορετικές ταχύτητες στην άρση του lockdown μεταξύ περιφερειών και δεν έχουμε κάποιου τέτοιου είδους εισήγηση από τους ειδικούς». Προσέθεσε πάντως ότι «εάν δούμε και την επόμενη εβδομάδα ότι υπάρχουν εστίες διαφορετικές σε διάφορες γεωγραφικές περιοχές, αυτό θα μας το εισηγηθούν οι επιδημιολόγοι. Αλλά δεν είμαστε εκεί. Ούτε έχει εξεταστεί κάτι τέτοιο».
Ο κ. Πέτσας επισήμανε, εξάλλου, ότι σε περιοχές που έχουν μεγάλες τοπικές γιορτές θα χρειαστεί έξτρα προσπάθεια, όπως, για παράδειγμα, στην Πάτρα τη Δευτέρα με τον Άγιο Ανδρέα ή στην Κέρκυρα, ενδεχομένως, με τον Άγιο Σπυρίδωνα, ούτως ώστε να μην δημιουργηθούν εστίες υπερμετάδοσης, όπως πιθανότατα έγινε στη Θεσσαλονίκη με τον εορτασμό του Αγίου Δημητρίου.
«Αυτό που έχει σημασία είναι να μπορέσουμε να ρίξουμε γρήγορα το επιδημιολογικό φορτίο. Και αυτό είναι στο χέρι μας. Αυτή την εβδομάδα, κάνουμε έκκληση στους Θεσσαλονικείς να αποφύγουν τις οποιεσδήποτε επαφές έχουν με το ευρύτερο περιβάλλον τους. Να αποφύγουν τις επισκέψεις σε σπίτια που, δυστυχώς, γίνονται. Αυτό παρατηρούμε και στην Αθήνα και αλλού. Ας μείνουμε λίγο με το δικό μας περιβάλλον και τότε θα πέσει πολύ απότομα το επιδημιολογικό φορτίο. Και αυτό θα είναι όφελος για όλους. Η τήρηση των μέτρων θα μας φέρει εκεί που θέλουμε. Και αυτό που θέλουμε είναι να μπορέσουμε να ξαναπάρουμε τη ζωή μας στα χέρια μας», τόνισε.
Σχολιάζοντας ειδικότερα την κατάσταση στη Βόρεια Ελλάδα και ειδικά στη Θεσσαλονίκη, ο κυβερνητικός εκπρόσωπος σημείωσε ότι αυτή είναι ακόμη όχι μεν ανησυχητική, αλλά το επιδημιολογικό φορτίο παραμένει σε υψηλά επίπεδα και δεν υποχωρεί τόσο γρήγορα όσο θα θέλαμε. «Παρά το γεγονός ότι οι επιστήμονες εκτιμούν πως ο ρυθμός μετάδοσης έχει μειωθεί κάτω από το 1, εξακολουθεί να είναι υψηλός, με πολλά κρούσματα, 562 χθες. Σε αυτή την κατάσταση, λοιπόν, βασικός στόχος είναι να ελεγχθεί η διασπορά», εξήγησε.
Τόνισε πάντως ότι το Σύστημα Υγείας άντεξε στη Θεσσαλονίκη έστω και με δυσκολίες και με τη μεγάλη πίεση που είχε και εξακολουθεί να έχει και αυτή την εβδομάδα. «Γι΄ αυτό επιτάξαμε τις δύο ιδιωτικές κλινικές. Το υπουργείο Υγείας κρίνει πώς θα γίνουν μεταφορές ασθενών και πώς να κατανέμει τις δυνάμεις, ώστε να αντέξει γενικά το σύστημα υγείας και να κερδηθεί η μάχη. Οι μεταφορές είναι θέμα επιχειρησιακό.
Εμπιστευόμαστε τους ανθρώπους στο πεδίο και τους δίνουμε τη δυνατότητα να χειριστούν το θέμα όπως γνωρίζουν», είπε ο κ. Πέτσας και συνέχισε: «Οι αεροδιακομιδές που έγιναν χθες αφορούσαν ανθρώπους που οι γιατροί έκριναν ότι ήταν προτιμότερο να μεταφερθούν σε ΜΕΘ, όπως της Αθήνας, για να έχουν την καλύτερη δυνατή περίθαλψη. Και αυτό θα γίνεται πάντα. Από τον Μάρτιο, έχουμε στο σχεδιασμό μας, πρώτον την ενίσχυση του ΕΣΥ, δεύτερον σύμπραξη με τον ιδιωτικό τομέα ή και επίταξη, αν χρειαστεί, και τρίτο τη χρησιμοποίηση των υγειονομικών υποδομών του Στρατού. Όλα αυτά είναι στο πλαίσιο ενός σχεδίου αντιμετώπισης ενός πολέμου. Δεν έχουμε ξαναζήσει τέτοια κατάσταση. Είναι η χειρότερη παγκόσμια υγειονομική κρίση που ζει ο πλανήτης τα τελευταία εκατό χρόνια. Αυτό δεν πρέπει να το ξεχνάμε», υπογράμμισε.
Ο κ. Πέτσας επανέλαβε, παράλληλα, ότι κοινός εχθρός είναι ο κορωνοϊός και η κυβέρνηση αναζητεί συμμάχους. «Κάναμε έκκληση στους ιδιώτες γιατρούς να συμμετάσχουν στο πρόγραμμα και στο κάλεσμα του υπουργείου Υγείας να υπογράψουν συμβάσεις για να προσφέρουν τις υπηρεσίες τους. Είναι άλλο να υπάρχει μία γενική διάθεση συνεισφοράς, είναι άλλο να υπάρχει ανταπόκριση στις ειδικότητες που έχει ζητήσει το υπουργείο Υγείας για να αντιμετωπίσει την έκτακτη κατάσταση, και πολύ διαφορετικό, φυσικά, το να υπογράψει κανείς σύμβαση. Θα ήταν καλύτερο να υπήρχε μεγαλύτερη ανταπόκριση. Υπάρχει και το ενδεχόμενο της επίταξης και δεν το έχουμε αποκλείσει. Αυτή τη στιγμή, όμως, φαίνεται ότι δεν είμαστε εκεί. Μακάρι να μην χρειαστεί ποτέ», ανέφερε.
Τέλος, σχετικά με τους ελέγχους, ο κυβερνητικός εκπρόσωπος σχολίασε πως «πάντα κάποιοι θα έχουν μια δικαιολογία από αυτές τις οποίες μπορούν να χρησιμοποιήσουν για να μετακινηθούν. Γι’ αυτό, από την προηγούμενη εβδομάδα, έχουμε προχωρήσει σε καλύτερο συντονισμό της Αρχής Διαφάνειας, της Αστυνομίας, της Δημοτικής Αστυνομίας και των άλλων τοπικών Αρχών, προκειμένου να έχουμε το επιθυμητό αποτέλεσμα. Ιδίως στους χώρους εργασίας, που φαίνεται να έχουμε -πολλές φορές- εστίες μετάδοσης. Και αυτό, γιατί μέσα στο φιλικό περιβάλλον που δημιουργεί ένας χώρος εξοικείωσης, καθώς βρισκόμαστε κάθε μέρα με τον συνάδελφό μας, χαλαρώνει η τήρηση των μέτρων, και αυτό αποδεικνύεται τελικά καταστροφικό», κατέληξε.