Όλα ξεκίνησαν από μία θεατρική πένα ή, αν προτιμάτε, τη φαντασία ενός συγγραφέα και του αδερφού του.
Διότι, η λέξη «ρομπότ», η οποία σημαίνει «εργάτης» στα τσέχικα, χρησιμοποιήθηκε για πρώτη φορά από τον Τσέχο συγγραφέα Κάρελ Τσάπεκ, στο έργο του, «R.U.R.».
Ο Κάρελ Τσάπεκ, γεννημένος στις 9 Ιανουαρίου του 1890, ήταν γνωστός για τα έργα επιστημονικής φαντασίας τα οποία έγραφε.
Στις 25 Ιανουαρίου του 1921 ανέβηκε για πρώτη φορά το θεατρικό έργο R.U.R στο Εθνικό Θέατρο της Πράγας.
Τότε ήταν που για πρώτη φορά ακούστηκε η λέξη Ρομπότ!
Η λέξη προέρχεται από την τσέχικη «robota» που σημαίνει καταναγκαστική εργασία και τους «robotnik», τους σκλάβους δηλαδή που εργάζονταν καταναγκαστικά στα χωράφια των αφεντικών τους. Η επινόηση της νέας λέξης ήταν ιδέα του αδερφού του συγγραφέα, Τζόσεφ Τσάπεκ.
Ο Κάρελ ήθελε να ονομάσει τα ρομπότ «Labori», αλλά άκουσε τελικά την συμβουλή του Τζόσεφ και μάλιστα με επιστολή του στο Αγγλικό Λεξικό της Οξφόρδης ξεκαθάρισε ότι ο νέος όρος δεν ήταν ιδέα του ίδιου, αλλά του αδερφού του.
Τα ρομπότ στο έργο του Τσάπεκ κατασκευάστηκαν σε ένα εργοστάσιο και ήταν φτιαγμένα από συνθετική οργανική ύλη. Ο επιστήμονας Ρόσσουμ κατάφερε να φτιάξει τεχνητά, αλλά βιώσιμα όργανα και ιστούς που έμοιαζαν πολύ με αυτούς του ανθρώπινου οργανισμού.
Στην πορεία τα πράγματα πήραν άσχημη τροχιά, καθώς ο επιστήμονας επιδίωξε το κέρδος και τα ρομπότ τελικά επαναστάτησαν…
Τα ρομπότ εξεγέρθηκαν και προκάλεσαν τον αφανισμό της ανθρωπότητας, αφήνοντας μόνο έναν επιζών.
Ο Κάρελ Τσάπεκ πέθανε στις 25 Δεκεμβρίου του 1938 από βαριά ίωση, ενώ ο αδερφός του, Τζόσεφ, συνελήφθη, βασανίστηκε και πέθανε το 1945 στο στρατόπεδο συγκέντρωσης Μπέργκεν Μπέλσεν.
Ο Τσάπεκ προτάθηκε για Νόμπελ Λογοτεχνίας το 1936 και προς τιμήν του δίνεται το βραβείο «Karel Capek» σε συγγραφείς έργων επιστημονικής φαντασίας.
Από εκείνο το θεατρικό έργο λοιπόν έμεινε η λέξη «Ρομπότ», με την οποία πλέον ονομάζουμε οποιαδήποτε μηχανική συσκευή που μπορεί να υποκαθιστά τον άνθρωπο σε διάφορες εργασίες.
Σε πολλές σύγχρονες σλαβικές γλώσσες, όπως η πολωνική, η λέξη χρησιμοποιείται σαν έκφραση της καθημερινότητας με την έννοια της σκληρής δουλειάς (αντίστοιχο με το χαμαλίκι).