Επιδότηση κατά 60% του εισοδήματος που θα χάνει ο εργαζόμενος από τη μείωση του χρόνου εργασίας, με όριο ασφαλείας τον κατώτατο μισθό των 650 ευρώ και επέκταση της δυνατότητας αναστολής των συμβάσεων στο 100% του προσωπικού των κλάδων που θα πληγούν καθοριστικά το καλοκαίρι του 2020, προβλέπει ο μηχανισμός ενίσχυσης της απασχόλησης.
Στον μηχανισμό με τον κωδικό «συν-εργασία» κράτους και επιχειρήσεων που θα ισχύσει από τις αρχές Ιουνίου έως το τέλος Σεπτεμβρίου θα μπορούν να ενταχθούν όλες οι επιχειρήσεις των οποίων ο τζίρος μειώθηκε τουλάχιστον 20% κατά την περίοδο της κρίσης.
Ειδικότερα, επεκτείνονται οι αναστολές συμβάσεων για το 100% των εργαζομένων, για όσες επιχειρήσεις παραμένουν κλειστές, αλλά και για επιχειρήσεις στους κλάδους του τουρισμού, της εστίασης, των μεταφορών, του πολιτισμού και του αθλητισμού που πλήττονται τον Ιούνιο και Ιούλιο. Οι εργαζόμενοι θα λάβουν αναλογική ειδική αποζημίωση έως 534 ευρώ κατ΄αναλογία των ημερών διάρκειας της αναστολής. Επίσης δικαιούνται πλήρη κάλυψη των ασφαλιστικών τους εισφορών επί του ονομαστικού τους μισθού. Αντίθετα οι άλλες επιχειρήσεις οι οποίες επαναλειτουργούν έχουν την δυνατότητα να διατηρήσουν μέχρι και το 60% των εργαζομένων τους σε αναστολή.
Οι εργαζόμενοι που θα δουλεύουν με μειωμένο ωράριο (τουλάχιστον δύο εβδομάδες το μήνα) με αποτέλεσμα να μειωθεί ο μισθός τους έως και 50% θα λάβουν κρατική επιδότηση. Ο κομμένος μισθός θα επιδοτηθεί κατά 60%. Δηλαδή αν ο εργαζόμενος αμείβεται με 1300 ευρώ και λάβει τα μισά 750 λόγω μειωμένου ωραρίου, το κράτος θα καταβάλλει τα 450 με αποτέλεσμα η απώλεια να περιοριστεί στα 300 ευρώ. Όριο ασφάλειας θα είναι ο βασικός μισθός, καθώς το τελικό ποσό των εργαζόμενων δεν θα μπορεί να υπολείπεται από τα 650 ευρώ. Δηλαδή εάν η αμοιβή μετά τις μειώσεις υπολείπεται του κατώτατου μισθού των 650 ευρώ, η διαφορά θα καλύπτεται από το κράτος εξ’ ολοκλήρου έως το ποσό των 650 ευρώ.
Για παράδειγμα, αν ο εργαζόμενος έχει μισθό 1.000 ευρώ και μειωθεί ο χρόνος εργασίας του κατά 50% θα λαμβάνει από τον εργοδότη 500 ευρώ και από το κράτος 300 ευρώ, δηλαδή το 60% των υπολειπόμενων 500 ευρώ. Τελικώς ο μισθωτός θα εισπράττει 800 ευρώ συνολικά. Εάν όμως ο ίδιος εργαζόμενος αμείβονταν με τον κατώτατο μισθό των 650 ευρώ και μειωθεί ο χρόνος εργασίας του κατά 50% θα λαμβάνει από τον εργοδότη το 50% του καθαρού μισθού και από το κράτος το υπόλοιπο 50%, δηλαδή θα καλύπτεται το 100% της απώλειάς του, καθώς ο μισθός του δεν μπορεί να υπολείπεται του κατώτατου μισθού.
Ο καθαρός κατώτατος μισθός των 650 ευρώ μετά τις εργατικές και εργοδοτικές εισφορές, τις οποίες θα υποχρεούται να καταβάλει εξ ολοκλήρου και στο ακέραιο ο εργοδότης, είναι 550 ευρώ. Σύμφωνα με τους ειδικούς, ο εργοδότης θα καλύπτει τα 275 ευρώ και το κράτος τα υπόλοιπα 275 ευρώ.
Ο εργοδότης έχει την υποχρέωση να καλύπτει το σύνολο των ασφαλιστικών εισφορών του εργαζομένου, υπολογιζόμενων επί του αρχικού ονομαστικού μισθού. Δηλαδή στο πρώτο παράδειγμα, ο εργοδότης θα καλύπτει τις εισφορές για τα 1.000 ευρώ και στο δεύτερο παράδειγμα τις εισφορές για τα 650 ευρώ. Υπενθυμίζεται πως από την 1η Ιουνίου αρχίζει να εφαρμόζεται η μείωση των ασφαλιστικών εισφορών για τους εργαζόμενους πλήρους απασχόλησης κατά 0,90 μονάδες (0,48 μονάδες για τον εργοδότη και 0,42 για τον εργαζόμενο).
Για όσο διάστημα ο εργαζόμενος βρίσκεται σε καθεστώς μειωμένης απασχόλησης, ο εργοδότης απαγορεύεται να προβεί σε καταγγελία της σύμβασης εργασίας και σε μείωση του ονομαστικού μισθού του εργαζομένου.
Ο μηχανισμός θα καλύπτει όλους τους υφιστάμενους εργαζόμενους πλήρους απασχόλησης. Δεν θα επιτρέπεται δηλαδή η μετατροπή της σχέσης εργασίας από μερικής σε πλήρους απασχόλησης, προκειμένου να λάβει η επιχείρηση το ευεργέτημα της συμμετοχής στον μηχανισμό.