Ενα σενάριο για σήριαλ της ΕΡΤ επικαλέστηκε ο προφυλακισμένος για την υπόθεση της διάρρηξης – μαμούθ τεσσάρων τραπεζικών θυρίδων, Βασίλης Γκουρούσης.
Ο επιχειρηματίας, ο οποίος αρνείται κατηγορηματικά την εμπλοκή του στην υπόθεση, κατά τη διάρκεια της απολογίας του τόνισε:
«Τις θυρίδες τις μισθώνω πολλά χρόνια και συνήθιζα να αποθηκεύω μέσα χρηματικά ποσά, τα κοσμήματα της γυναίκας μου και διάφορα έγγραφα της δουλειάς μου ως θεατρικός παραγωγός τα οποία εμπίπτουν στο νόμο περί πνευματικής ιδιοκτησίας ( κείμενα θεατρικών έργων) καθώς και συμβόλαια επί της ως άνω δραστηριότητας μου.
Γράφω ένα σήριαλ για την ΕΡΤ και μου είχε ζητηθεί από τον Ιούλιο του 2020 να τους γράψω 40- 45 επεισόδια. Τα κείμενα που γράφω, τα αποθηκεύω στην θυρίδα και είναι αυτά που υπήρχαν στην χάρτινη συσκευασία συστημένου δέματος που βρέθηκε στην θυρίδα.
Κατά τη διάρκεια συγγραφής των κειμένων, έπρεπε να μεταβαίνω στην τράπεζα για να ελέγχω τα κείμενα που είχα ήδη γράψει, να αποθηκεύω κείμενα και ούτω καθεξής.
Εκτός από τις ημερομηνίες που με ρωτήσατε είχα πάει στην θυρίδα την τελευταία εργάσιμη μέρα του μηνός Οκτωβρίου αλλά η τράπεζα ήταν κλειστή λόγω κορονοϊού. Στις 22/10/ 2020 ξαναπήγα στην τράπεζα παρότι είχα ήδη πάει και την προηγούμενη μέρα, διότι ήθελα να εναποθέσω κι άλλα πράγματα και διότι είχα ξεχάσει να πάρω από την θυρίδα και ένα ρολόι.
Όταν ο κατηγορούμενος κλήθηκε να απαντήσει σχετικά με τις πλαστές πινακίδες αυτοκινήτου που εντοπίστηκαν στο κομμωτήριο στο Χαλάνδρι υποστήριξε πως τις είχε φτιάξει και «τις κολλάγαμε στο πάρκινγκ του κομμωτηρίου για να προσδιορίζω ποια είναι η θέση του αυτοκινήτου μου και να μην παρκάρουν τρίτοι».
«Είμαι παντελώς αθώος και άδικα κατηγορούμαι. Παρακαλώ όλους να σεβαστούν την οικογένειά μου και να αφήσουν την δικαιοσύνη να κάνει τη δουλειά της. Ποτέ δεν μπήκα σε καμιά θυρίδα, ούτε είμαι εγώ αυτός που πήρα το παραμικρό. Σύντομα θα αποδειχθεί ότι το DNA μου, δεν το άφησα εγώ εντός της θυρίδας αλλά μεταφέρθηκε άθελά της από την ιδιοκτήτρια. Ο κύριος ανακριτής, με μεγάλη προσοχή θα αντιμετωπίσει όλα τα θέματα για να βρεθεί η αλήθεια και έχω απόλυτη εμπιστοσύνη στο έργο του.Όταν αθωωθώ, θέλω να δω αν θα ζητήσουν συγνώμη όλοι αυτοί που βγαίνουν και λοιδορούν αδιάκριτα» είπε χαρακτηριστικά στο Mega και την εκπομπή “Live News” ο 58χρονος.
Η κατάθεση της συζύγου του
Από την πλευρά της η σύζυγος του κατηγορούμενου Τέτα Καμπουρέλη, σε καταθέσεις που έχει δώσει στις αρχές υποστήριξε αρχικά πως το κομμωτήριο ανήκει στον σύζυγό της. Ωστόσο, σε άλλη κατάθεσή της άλλαξε τα λεγόμενά της, επισημαίνοντας χαρακτηριστικά τα εξής: «Στο κομμωτήριο που έχω το αφεντικό είναι ο S.G. Ο σύζυγος μου δεν έχει καμία σχέση και ο γιος μου δεν είναι αφεντικό αλλά εργάζεται στο κομμωτήριο. Στην αρχική μου κατάθεση όσα ανέφερα σχετικά με το κομμωτήριο ήταν λάθος διότι δε γνωρίζω καθόλου τα φορολογικά της εταιρείας. Τηλεφώνησα στο γιο μου και με ενημέρωσε σχετικά με την ιδιοκτησία του καταστήματος».
Η ίδια μιλώντας για τον χαρακτήρα του συζύγου της, τον χαρακτήρισε «νευρικό». Έκανε, ωστόσο, λόγο για «άνθρωπο της οικογένειας» ο οποίος «λατρεύει τα παιδιά και τα εγγόνια μας και δεν μπορώ να διανοηθώ ότι θα έκανα ποτέ κάτι που θα έθετε σε κίνδυνο την οικογένειά του».
Επιπλέον, όπως φέρεται να ανέφερε στην κατάθεσή της η κυρία Καμπουρέλη ο σύζυγος της «μετέφερε συχνά τον υπολογιστή μαζί γιατί λόγω κορωνοϊού, οι παραστάσεις του ανεβαίνουν online streaming και πρέπει να ελέγχει την διαδικασία, ενώ ήλεγχε και τα e-mail».
Μάλιστα, όπως αναφέρουν οι πληροφορίες η ίδια γνώριζε για την ύπαρξη θυρίδας του συζύγου και του γιου της στο συγκεκριμένο υποκατάστημα τράπεζας, αλλά και για την ύπαρξη μιας ακόμα στην οποία φυλάσσονταν τα κοσμήματα της.
Τέλος, η μάρτυρας φέρεται να έχει καταθέσει πως τρεις από τις τέσσερις ενοικιάστριες των θυρίδων δεν τις γνωρίζει καθόλου. Σε ό,τι αφορά στην τέταρτη κατέθεσε πως πριν από περίπου μια τετραετία ήταν πελάτισσά της στο κομμωτήριο, αλλά ο σύζυγος της δεν είχε κάποια επαφή μαζί της, αφού όπως χαρακτηριστικά ανέφερε «δε κάνει δημόσιες σχέσεις με πελάτισσες».
Τι ψάχνει η ΕΛ.ΑΣ.
Στον στενό επαγγελματικό και φιλικό κύκλο της οικογένειας του 58χρονου κατηγορουμένου για τη διάρρηξη των τεσσάρων θυρίδων της τράπεζας του Ψυχικού κινούνται οι έρευνες των Αρχών, που αναζητούν ενδεχόμενη εμπλοκή και άλλων ατόμων στην «κλοπή-μαμούθ», με λεία 8.000.000 ευρώ.
Τέσσερα «πρόσωπα-κλειδιά» έχουν ήδη μπει στο μικροσκόπιο στο πλαίσιο των ερευνών και έχουν καταθέσει ενώπιον των αξιωματικών του Τμήματος Δίωξης Εγκλημάτων κατά Ιδιοκτησίας της Διεύθυνσης Ασφάλειας Αττικής, ανάμεσά τους και γνωστός κοσμηματοπώλης της Αθήνας.
Τα κλεμμένα χρήματα και αντικείμενα αξίας ψάχνουν οι Αρχές, που θα προχωρήσουν σε άρση απορρήτου για να φανούν οι κινήσεις του 58χρονου το επίμαχο διάστημα των διαρρήξεων. Να… αποδομήσουν το ενοχοποιητικό ίχνος DNA θα επιχειρήσουν οι συνήγοροι του κατηγορουμένου, που έχουν ζητήσει από τον ανακριτή να οριστεί ειδικός πραγματογνώμονας-γενετιστής που θα εξετάσει το ίχνος από πούδρα δέρματος που βρέθηκε μέσα στην παραβιασμένη θυρίδα.
Ακόμα και κλοπιμαία αναζήτησαν στην κατοχή των τεσσάρων ατόμων οι αστυνομικοί, που συνεχίζουν στο πλαίσιο των ερευνών να εξετάζουν κι άλλα πρόσωπα, για να αποκλείσουν την εμπλοκή τους. Ο 58χρονος φέρεται να κρίθηκε ύποπτος, καθώς η θυρίδα του βρίσκεται ακριβώς δίπλα σε μία από αυτές που έχουν παραβιαστεί, ενώ τα σημεία των κλειδαριών σχεδόν εφάπτονται. Η θέση της θυρίδας που κατείχε, μάλιστα, θα μπορούσε να δίνει τη δυνατότητα στον κατηγορούμενο να βρίσκεται για ώρα μπροστά στο μπλοκ αυτών που είχαν παραβιαστεί και με αυτόν τον τρόπο να μην κινεί υποψίες.
Σήμερα αναμένεται να εξεταστεί το αίτημα που υπέβαλαν στον ανακριτή οι δικηγόροι του προφυλακισμένου 58χρονου, για να οριστεί δικαστικός πραγματογνώμονας- γενετιστής ο οποίος εκτιμούν ότι θα μπορέσει επιστημονικά να επιβεβαιώσει τη θέση τους ότι το DNA του κατηγορουμένου έχει μεταφερθεί από διαφορετικό πρόσωπο μέσα στην παραβιασμένη θυρίδα. Παράλληλα, συνεχίζεται η αναζήτηση ύπαρξης κρυψώνας-«τρύπας» με κλοπιμαία, καθώς μέχρι στιγμής δεν έχει εντοπιστεί ίχνος από τα εξαφανισμένα αντικείμενα αξίας σε ανταλλακτήρια και κλεπταποδόχους. Οι λίστες με τα κλοπιμαία έχουν σταλεί και στην Interpol, για να εξεταστεί αν έχουν με κάποιον τρόπο «περάσει» τα σύνορα μέσα από κάποιο δίκτυο κλεπταποδόχων του εξωτερικού.