Νέα μέτρα – και για τους εμβολιασμένους- προκειμένου να αντιμετωπίσουμε την πανδημία, αλλά και την μετάλλαξη Όμικρον, προτείνει ο καθηγητής Δημόσιας Υγείας Τάκης Παναγιωτόπουλος, σημειώνοντας πως «αν πηγαίνουμε με τη λογική ότι είναι η πανδημία των ανεμβολίαστων, κλείνουμε τα μάτια σε μια πραγματικότητα, δηλαδή το ποιοι μετέχουν στη διασπορά του ιού».
Συγκεκριμένα, μιλώντας στον ΣΚΑΪ, τόνισε ότι «πρέπει να ετοιμαστούμε και για πρόσθετα μέτρα. Πρέπει να γίνει σχεδιασμός για αυτά, ανεξάρτητα από πότε θα ληφθούν. Πρέπει να υπάρχει περιορισμός στην κίνηση και στην πληρότητα. Ακόμα τα γήπεδα λειτουργούν με 100% πληρότητα και ξεφεύγουν και των ελέγχων».
«Το εμβόλιο δεν αποτρέπει τη νόσο. Αποτρέπει τη βαριά νόσηση. Δεν μπορούμε να λέμε ότι τα μέτρα αφορούν μόνο τους ανεμβολίαστους. Πρέπει να αφορούν και τους μεν και τους δε. Αν πηγαίνουμε με τη λογική ότι είναι η πανδημία των ανεμβολίαστων, κλείνουμε τα μάτια σε μια πραγματικότητα, δηλαδή το ποιοι μετέχουν στη διασπορά του ιού. Εξού και η σύσταση ότι και οι εμβολιασμένοι πρέπει να φορούν μάσκα και να μη συγχρωτίζοντα», πρόσθεσε.
Στο ίδιο πλαίσιο, ο κ. Παναγιωτόπουλος ανέφερε ότι στην παρούσα φάση πρέπει πάση θυσία να μειωθούν οι ευκαιρίες συγχρωτισμού και να γίνονται οι έλεγχοι που χρειάζονται παντού και πάντα.
«Είναι ευοίωνο το γεγονός ότι υπάρχει μια επιπέδωση, αλλά η σταθεροποίηση είναι σε υψηλά επίπεδα. Έχουμε πολλή δουλειά ακόμα να κάνουμε κι ένα κρίσιμο μέτρο προφανώς και είναι ο εμβολιασμός, αλλά και η αποφυγή συγχρωτισμού και η μάσκα», επισήμανε.
Σε ό,τι αφορά στη μετάλλαξη «Όμικρον», σημείωσε ότι έχουμε κάποιες έμμεσες ενδείξεις που πρέπει να επιβεβαιωθούν, ότι ενδέχεται το στέλεχος αυτό να είναι πιο μεταδοτικό και ίσως να ξεφεύγει μερικώς από το εμβόλιο.
«Το εμβόλιο που έχουμε κάνει παρέχει έναν βαθμό προστασίας και αυτό είναι σημαντικό. Άρα, και με την Όμικρον μπροστά μας γίνεται πιο επιτακτικό να εμβολιαστούμε. Από την άλλη, υπάρχει ένα ευνοϊκό σενάριο, να είναι πιο ήπια η νόσος», επισήμανε.
Ωστόσο, διευκρίνισε ότι μπορεί η νόσος να έχει άλλη συμπεριφορά στις χώρες της Νότιας Αφρικής, καθώς εκεί ένα μικρό μέρος του πληθυσμού είναι πάνω από 65 ετών και συγκεκριμένα 5% στη Νότια Αφρική και 4% στη Μποτσουάνα, ενώ στην Ελλάδα το συγκεκριμένο ποσοστό ανέρχεται στο 22%.
Παράλληλα, ο καθηγητής έθεσε και το θέμα «απελευθέρωσης» της πατέντας των εμβολίων ώστε να έχουν πρόσβαση σε αυτό και οι φτωχές χώρες. «Η Δύση έχει αποδειχθεί ότι έχει μια κοντόφθαλμη στάση. Στην Αφρική εμβολιασμένο είναι μόλις το 7% του πληθυσμού και αυτό δίνει ευκαιρίες ανάδυσης νέων στελεχών. Το πρόβλημα εκεί είναι η μη διαθεσιμότητα των εμβολίων. Επομένως η παραγωγή, η διανομή και η πατέντα πρέπει να συζητηθεί εκ νέου. Δεν έχει νόημα για εμάς να εμβολιάζεται ο ανεπτυγμένος κόσμος και μετά να έρχεται ένα νέο στέλεχος. Για να μη μιλήσω για τις ανθρωπιστικές αξίες που έχουν καταπατηθεί. Δε νοείται αυτό το πράγμα. Και μετά ζητάμε στάση ευθύνης από τους πολίτες της χώρας μας. Υπάρχει μια αντίφαση εδώ», υπογράμμισε.