Αποκαλυπτικός ήταν για την Ρούλα Πισπιρίγκου ο εντατικολόγος Ανδρέας Ηλιάδης, ο οποίος είχε βρεθεί στο πλευρό της Τζωρτζίνας, όταν εκείνη νοσηλευόταν.
Ο εντατικολόγος κατέθεσε πριν από μερικές ημέρες στην ανακρίτρια και, όπως ανέφερε, αντιλήφθηκε πως κάτι δεν πήγαινε καλά στη συμπεριφορά της μητέρας και ήταν ο πρώτος που υποψιάστηκε το σύνδρομο Μινχάουζεν και για το λόγο αυτό είχε επικοινωνήσει με το «Χαμόγελο του Παιδιού», όπως μετέδωσε το Star.
Μάλιστα, σύμφωνα με όσα είπε στην 18η τακτική ανακρίτρια, είχε αποκαλύψει τη σκέψη του αυτή και σε ειδικούς στην ψυχιατρική κλινική του νοσοκομείου. «Ένιωσα από τη μητέρα ότι υπήρχε μία διαφοροποίηση στο συναίσθημά της, σαν να παρακολουθούσε το τι συνέβαινε στην κόρη της σαν τρίτο πρόσωπο, ως θεατής. Ακόμα και οι νοσηλεύτριες παρατήρησαν τη συμπεριφορά αυτή και μου το είπαν» δήλωσε ο κ. Ηλιάδης.
«Περνώντας οι ημέρες και βλέποντας τη συμπεριφορά αυτής της μητέρας, μου πέρασε από το μυαλό μήπως συντρέχει η περίπτωση Μινχάουζεν. Με αυτό το σύνδρομο, μια μητέρα μπορεί να προκαλέσει ακόμα και τον θάνατο του παιδιού της» σημείωσε.
Ο κ. Ηλιάδης, παράλληλα, έκανε λόγο για διαφοροποίηση της συμπεριφοράς της μητέρας, που παρακολουθούσε σαν «τρίτο πρόσωπο σαν θεατής» την πορεία του παιδιού της.
«Ο πατέρας ρωτούσε εάν μπορεί να γίνει κάτι επιπλέον για τη μικρή, δηλαδή μια εγχείριση ενώ από τη μητέρα δεν υπήρχε το ίδιο ενδιαφέρον. Συνήθως ο πατέρας συζητούσε ενώ εκείνη απλά άκουγε και μάλιστα σε μία από τις συναντήσεις μας στο γραφείο μου μού έκανε εντύπωση ότι αντί η μητέρα να ρωτάει για το δικό της παιδί ρωτούσε για τα παιδιά που έχω σε φωτογραφία πίσω από το γραφείο μου και αντιμετώπισαν παρόμοια προβλήματα».
Αναφορικά με την ημέρα που η Τζωρτζίνα έπαθε την ανακοπή, ο γιατρός είπε πως η Ρούλα Πισπιρίγκου τον κάλεσε στο τηλέφωνο και ήταν σαν να του έδινε μία απλή πληροφορία.
«Η μητέρα τον Απρίλιο του 2021 έτυχε να ακούσει τη συνομιλία μου για την ιατροδικαστή αλλά και τις ανησυχίες και υποψίες που είχα. Μετά ήρθε στο γραφείο μου με τον σύζυγό της και μου ανέφεραν ότι δεν επιθυμούν να ασχοληθούν με κάτι που δεν είχε σχέση με το ιατρικό κομμάτι της διαδικασίας και να παραμείνω αυστηρά στο ιατρικό κομμάτι.
Εγώ συμφώνησα και ζήτησα και συγγνώμη. Μετά ενδόμυχα πίστευα ότι θα ερχόταν ο πατέρας και θα με ρωτούσε αν με ανησυχεί κάτι, εάν υποπτεύομαι κάτι από τη στιγμή που έβλεπε κινήσεις από εμένα, όσον αφορά την υγεία του παιδιού του πράγμα που δεν έκανε ποτέ».
Παράλληλα επανέλαβε ότι είχε ζητήσει από τη μητέρα να καταγράψει σε βίντεο τα επεισόδια της μικρής Τζωρτζίνας.
«Κανένας γιατρός ή νοσηλευτής της μονάδας δεν είδε τη μικρή να κάνει όλα αυτά τα επεισόδια που έλεγε η μητέρα. Όσο ήταν υπό την προστασία μας, δεν παρουσίαζε τίποτα η μικρούλα. Η μητέρα της Τζωρτζίνας ναι μεν τράβηξε τρία βίντεο αλλά σε αυτά φαίνεται εναλλάξ πότε η μικρή και πότε το μόνιτορ σε πολύ γρήγορη κίνηση. Με αυτόν τον τρόπο δεν είναι δυνατόν ο γιατρός να καταλάβει αν πρόκειται περί επεισοδίων σπασμών γιατί η κάμερα δεν εστιάζει τουλάχιστον για δύο λεπτά στον ασθενή» τόνισε στην κατάθεσή του.