Προφυλακιστέοι κρίθηκαν μετά τις απολογίες τους, οι δέκα κατηγορούμενοι για συμμετοχή σε κύκλωμα διακίνησης κοκαΐνης στο οποίο εμπλέκονται και δύο λιμενικοί.
Οι λιμενικοί που υπηρετούσαν στην ασφάλεια του κεντρικού Λιμεναρχείου Πειραιά μαζί με τρεις έγκλειστους στις φυλακές Κορυδαλλού και άλλους 8 συνεργούς, άνδρες και γυναίκες, είχαν στήσει εγκληματική οργάνωση.
Οι απολογίες των κατηγορούμενων ήταν πολύωρες.
Με κόλλα πλακιδίων αντικαθιστούσε την κοκαΐνη που έκλεβε από την αποθήκη του Λιμενικού, όπου τοποθετούνται τα κατασχεμένα ναρκωτικά, ο αξιωματικός του Λιμενικού με το προσωνύμιο «ανιψιός», ο οποίος συνελήφθη μαζί με εννιά ακόμα άτομα για την πολύκροτη υπόθεση που έπεσε σαν «βόμβα» στους κόλπους του υπουργείου Ναυτιλίας.
Σύμφωνα με πληροφορίες του iEidiseis, εξεταζόμενος από τους αστυνομικούς του Εσωτερικών Υποθέσεων ο αξιωματικός του Λιμενικού παραδέχτηκε ότι αφαίρεσε πλακίδια κοκαΐνης από τσουβάλι με ναρκωτικά που είχε κατασχεθεί. Όπως είπε, τα τρία πλακίδια τα διατήρησε αυτούσια, ενώ τα άλλα τα νόθευσε με σόδα μέσα στο σπίτι του, δημιουργώντας τα επιπλέον πακέτα που κατασχέθηκαν στην κατοχή του κατά τη σύλληψή του.
Ακόμη, φέρεται να πρόσθεσε μέσα στο τσουβάλι ποσότητα κόλλας πλακιδίων σε σκόνη, ούτως ώστε να μη βγαίνει λιποβαρές και κανείς να μην καταλάβει την κλοπή των ναρκωτικών. Αξίζει να σημειωθεί, ότι από τα έγγραφα που έχει συντάξει το Εσωτερικών Υποθέσεων, το συγκεκριμένο τσουβάλι επρόκειτο να αποσταλεί για νόμιμη καύση τις προσεχείς ημέρες.
Τι βρήκε το Εσωτερικών Υποθέσεων
Επίσης, από τις κάμερες ασφαλείας που εξετάστηκαν από τους «αδιάφθορους» της ΕΛ.ΑΣ. διαπιστώθηκε ότι κατά το χρονικό διάστημα από την 15:28 της 16-12-2023 έως 16:02 ώρα της ιδίας ημέρας, υπήρξε διακοπή της καταγραφής του βιντεοληπτικού υλικού.
Συνδυάζοντας ότι ο εμπλεκόμενος αξιωματικός του Λιμενικού εκείνο το χρονικό διάστημα ήταν μόνος του εντός της υπηρεσίας του και ότι περί ώρα 16:00΄ αστυνομικοί του Εσωτερικών Υποθέσεων που τον επιτηρούσαν τον είδαν να τοποθετεί το μαύρο σακίδιο πλάτης στη μπαγκαζιέρα της μοτοσικλέτας του, συνάγεται το συμπέρασμα ότι συνειδητά έκλεισε το καταγραφικό και αφαίρεσε τις ναρκωτικές ουσίες τη συγκεκριμένη χρονική στιγμή.
Βάσει των στοιχείων προκύπτει το συμπέρασμα ότι ο δεύτερος εμπλεκόμενος αξιωματικός, ανώτερος στο βαθμό και προϊστάμενος του «ανιψιού», ήξερε για τα παραπάνω δεδομένα και επέτρεψε την κατ’ ιδίαν παρουσία του «ανιψιού» μέσα στην αποθήκη. Στο σύνολό τους οι συλληφθέντες οδηγήθηκαν χθες στον Εισαγγελέα και την Παρασκευή θα απολογηθούν στον Ανακριτή.
Η «θεία» αρχηγός του κυκλώματος
Αρχηγός της εγκληματικής οργάνωσης είναι 71χρονη που είχε τα προσωνύμια «θεία» και «χοντρούλα».
Η ηλικιωμένη είναι έγκλειστη στις γυναικείες φυλακές Κορυδαλλού από όπου έδινε τις εντολές και όλα τα μέλη του κυκλώματος πειθαρχούσαν. Λάμβανε υψηλότατα μέτρα αυτοπροστασίας, καθώς συνομιλούσε με τους συνεργούς της χρησιμοποιώντας συνθηματικά και προσωνύμια, ενώ μιλούσε κατά βάση από τα καρτοτηλέφωνα των γυναικείων Φυλακών Κορυδαλλού. Φέρεται επίσης να είχε φροντίσει για την απαραίτητη υποδομή της οργάνωσης, παρέχοντας χώρο – καβάτζα στο Κερατσίνι, ενώ ταυτόχρονα είχε αναπτύξει το δίκτυο από την αρχική προμήθεια μέχρι την τελική πώληση των ναρκωτικών ουσιών. Τα κέρδη της οργάνωσης μοιράζονταν στα υπόλοιπα μέλη μόνο καθ’ υπόδειξη της και αφού πρώτα καθόριζε το μερίδιο που αναλογεί στον καθένα. Διαθέτει πλούσιο ποινικό παρελθόν στη διάπραξη παρόμοιων εγκληματικών πράξεων, γεγονός που καταδεικνύεται και από τον επαγγελματικό σχεδιασμό των παράνομων ενεργειών της οργάνωσης.
Ως «ζωτικό» μέλος του κυκλώματος χαρακτηρίζεται ο σημαιοφόρος του Λ.Σ., ο οποίος ήταν επιφορτισμένος με το ρόλο του βασικού προμηθευτή των ναρκωτικών. Το ψευδώνυμό του συγκεκριμένου αξιωματικού του ΛΙμενικού ήταν «ανιψιός».
Λόγω της ιδιότητας του, καθώς υπηρετούσε σε επιχειρησιακό τμήμα του Λιμενικού Σώματος, κατάφερνε να εξασφαλίζει ποσότητες, οι οποίες είχαν άμεση σχέση με τις υποθέσεις που ερευνούσαν, ενώ εκτιμάται βάσιμα ότι προέρχονταν από τις ναρκωτικές ουσίες που φυλάσσονταν στην αποθήκη της υπηρεσίας του και προορίζονταν για καύση. Με τον τρόπο αυτό, αναλαμβάνοντας δηλαδή αποκλειστικά προσωπικό ρίσκο και χωρίς να καταβάλει το παραμικρό αντίτιμο για την προμήθεια των ναρκωτικών ουσιών, εξασφάλιζε στην οργάνωση το μηδενικό κόστος της ναρκωτικής ουσίας, έχοντας ως αντίκτυπο τα τεράστια περιθώρια κέρδους που είχαν από την μεταπώληση της στους τελικούς διακινητές. Το γεγονός αυτό, προφανώς, εξασφάλιζε στον ίδιο πολύ μεγάλο μερίδιο από τα κέρδη του κυκλώματος. Λάμβανε ιδιαίτερα μέτρα, χρησιμοποιώντας τηλεφωνικές συνδέσεις καταχωρημένες σε ανύπαρκτους αλλοδαπούς, ενώ παρατηρήθηκε ότι, κατά κύριο λόγο, χρησιμοποιούσε άλλη τηλεφωνική σύνδεση για τις επικοινωνίες του με την αρχηγό και άλλη για της επικοινωνίες του με άλλα μέλη.
Όταν οι αστυνομικοί τον περικύκλωσαν για να τον ακινητοποιήσουν τότε εκείνος αντιστάθηκε σθεναρά. Πάνω του βρέθηκε σακίδιο πλάτης με πλάκες από κοκαΐνη. Όσον αφορά στον ανώτερο αξιωματικό του Λιμενικού που επίσης κατηγορείται για την υπόθεση, φέρεται ως το πρόσωπο που παρείχε εκ της θέσεως του την απαραίτητη κάλυψη και πρόσβαση στον υφιστάμενο του και βασικό προμηθευτή της Εγκληματικής Οργάνωσης, σημαιοφόρο του Λιμενικού.