Απαντήσεις στα βασανιστικά ερωτήματα και στοιχεία για την δολοφονία του Μπάμπη Κούτσικου στο Μεσολόγγι αναζητά η ΕΛ.ΑΣ που συνεχίζει τις έρευνες.
Ο κρεοπώλης που παραμένει κρατούμενος ως βασικός ύποπτος για τον θάνατο του 31χρονου στο Μεσολόγγι, επιμένει στην αθωότητά του λέγοντας ότι τα χέρια του είναι καθαρά.
Μάλιστα, κατά την απολογία του, ο 50χρονος κατηγορούμενος φέρεται να είπε στους αστυνομικούς πως ο Μπάμπης πίστευε πως στην περιοχή κάμπου του Ευηνοχωρίου, όπου βρέθηκε νεκρός, υπήρχε θησαυρός και πήγαιναν μαζί, εξερευνώντας την περιοχή.
Ο 50χρονος είπε στους αστυνομικούς πως το θύμα τού είχε πει ότι ψάχνει για θησαυρούς, αλλά και ότι συνεργαζόταν «με κάποιον από το Αιτωλικό και έναν άλλον από το Αγρίνιο, αλλά δεν μου είπε τα ονόματά τους».
«Εδω και δύο χρόνια σε συζητήσεις μας μου είχε πει ότι ψάχνει για θησαυρούς, λίρες και τέτοια πράγματα. Ξέρω κιόλας ότι συνεργάζεται με κάποιον από το Αιτωλικό και με κάποιον από το Αγρίνιο, τα ονόματα των οποίων δεν μου είπε, και ότι είχαν ήδη πάει σε ένα πηγάδι, στην περιοχή των ΤΕΙ, κοντά σε μια εκκλησία, με ένα μηχάνημα. Ήθελε δε να αγοράσει ένα μηχάνημα για 1.300 ευρώ, όπως μου είπε, και εγώ του είχα πει ότι πρέπει να βγάλει άδεια γιατί είναι παράνομο. Και αυτός μου είπε ότι θα βγάλει άδεια για να το έχει στο αυτοκίνητό του».
Ισχυρίστηκε ακόμη πως ο Μπάμπης και τα δύο αυτά άτομα «είχαν πάει σε ένα πηγάδι, στην περιοχή των ΤΕΙ, κοντά σε μία εκκλησία, με μηχάνημα».
«Μου είχε δανείσει ο Μπάμπης 7.500 ευρώ και του τα επέστρεψα»
Ο κρεοπώλης παραδέχθηκε ότι είχε δανειστεί τον Ιούνιο 6.500 ευρώ και 1.000 ευρώ τέλη Σεπτεμβρίου από το θύμα. Όπως ισχυρίστηκε τα επέστρεψε «όλα στο χέρι», τα 6.500 μετά τον Δεκαπενταύγουστο και τα 1.000 στις γιορτές των Χριστουγέννων.
Όταν ρωτήθηκε από την ανακρίτρια αν έχει δανειστεί ακόμη τρεις χιλιάδες ευρώ, όπως καταγράφεται στο τετράδιο του θύματος, που παρέδωσε στην ΕΛΑΣ η μητέρα του Μπάμπη Κούτσικου, ο ίδιος απάντησε: «Δεν έχω ιδέα γι’ αυτά τα χρηματικά ποσά, τα μόνα που δανείστηκα ήταν τα 7.500 ευρώ».
Ο 50χρονος κατηγορούμενος αναφέρθηκε στην ημέρα της εξαφάνισης του Μπάμπη Κούτσικου. «Το απόγευμα της 4/1/2024, δούλευα στο μαγαζί από τις 16.50 έως τις 20.15. Φορούσα τότε ένα τζιν παντελόνι, μια μακρυμάνικη μπλούζα και ένα μπουφάν. Στο σπίτι έφτασα στις 20.30 περίπου, μπήκα μέσα και μετά κατευθείαν έφυγα αφού με πήρε ο Μπάμπης και μου ζήτησε, μάλιστα, και μια Coca Cola.
Ερωτηθείς από την ανακρίτρια αν πήρε κάτι από το μαγαζί του αναφέρει: «Πήρα από το κρεοπωλείο ένα Azax και μια χλωρίνη. Τα ήθελα τα πράγματα αυτά για να καθαρίσω το σπίτι επειδή την Παρασκευή το μεσημέρι θα ερχόταν πολιτικός μηχανικός μαζί με τον ιδιοκτήτη να το δουν καθώς επρόκειτο να πωληθεί. Χαρτί είχα στο κρεοπωλείο αλλά ξέχασα να το πάρω. Η απόσταση από το κρεοπωλείο μέχρι το σπίτι μου είναι 5-6 λεπτά περίπου».
«Δεν θυμάμαι να τον πήρα τηλέφωνο, δεν θυμάμαι την συνομιλία των 12 δευτερολέπτων»
Στη συνέχεια ρωτήθηκε για την συνάντηση με το θύμα.
«Ο Μπάμπης ήρθε στο μαγαζί μόνος του το απόγευμα, γύρω στις 17.30, και μου ζήτησε να τον πάω κάπου χωρίς να μου πει που. Εγώ δέχθηκα, του είπα να μείνει για καφέ αλλά βιαζόταν και έφυγε. Με κάλεσε δύο φορές, η τελευταία ήταν γύρω στις 20.25 και η πρώτη ήταν λίγο νωρίτερα, δεν θυμάμαι ακριβώς. Εγώ δεν θυμάμαι να τον κάλεσα».
Ερωτηθείς από την ανακρίτρια τι είπαν σε μια κλήση προς τον Μπάμπη, διάρκειας 12 δευτερόλεπτων στις 18.25, όπως αυτή προέκυψε από την άρση του τηλεφωνικού απορρήτου, απάντησε πως δεν θυμάται να τον κάλεσε.
«Τον ρώτησα τι το θέλει το όπλο»
Ο κρεοπώλης περιέγραψε επίσης πως ότα συνάντησε τον Μπάμπη αυτός είχε μαζί του ένα όπλο. «Τι το θέλεις το όπλο, θα πας για κυνήγι;» τον ρώτησε. Σύμφωνα με τον κατηγορούμενο, το θύμα του απάντησε «κάποιος που με περιμένει κάπου» οπότε υπέθεσε ότι θα πάει για κυνήγι με κάποιον ξάδελφό του και δεν ήθελε να του το πει.
«Όταν τον συνάντησα είχε μια θήκη για όπλο, δεν ξέρω τι όπλο είχε μέσα, αν ήταν το δικό του ή κάποιο άλλο. Εγώ ξέρω ότι ο Μπάμπης είχε μόνο ένα όπλο το οποίο είχε αγοράσει από τον Χ.Μ., δεν θυμάμαι πότε, μάλλον πέρυσι, και ήταν μια καραμπίνα. Ούτε φυσίγγια είδα ούτε το κινητό του και κατάλαβα ότι μέσα στη θήκη πρέπει να είχε όπλο επειδή η θήκη ακουμπούσε στο πόδι μου. Θυμάμαι ότι φορούσε παντελόνι παραλλαγής το οποίο όμως είχε σκούρο χρώμα και από πάνω ένα ζακετάκι ή μπουφάν. Δεν θυμάμαι και ούτε είδα τη μπλούζα που φορούσε από μέσα. Όταν επιβιβάστηκε στο αυτοκίνητο τον ρώτησα ‘τι το θες το όπλο; θα πας για κυνήγι;’ και αυτός μου είπε ‘κάπου που με περιμένει κάποιος’. Και υπέθεσα πως θα πάει για κυνήγι με κανέναν ξάδελφό του και δεν μου λέει… Εμείς, οι κυνηγοί, το έχουμε αυτό, να μην μαρτυράμε μεταξύ μας».
Ο κρεοπώλης ισχυρίστηκε ακόμη πως το μοιραίο βράδυ έφυγε από το σπίτι του βιαστικά χωρίς να πάρει μαζί το κινητό του. Ερωτηθείς για συνομιλία του Μπάμπη στο διαδίκτυο στις 20.37, ενώ βρισκόταν στο αμάξι του, και τελείωσε στις 23.49, λέει:
«Εγώ δεν το είδα, εγώ δεν είδα καν αν είχε πάνω του το κινητό τηλέφωνο… Μου είπε από μόνος του ότι είχε πάει για περπάτημα με τον Δ.Κ. προς τα Μούσουρα, την ίδια ημέρα, και ότι ‘έφαγαν βροχή’, μόνο αυτό είπαμε εκείνη τη στιγμή και τίποτα άλλο».
Η διαδρομή με τον Μπάμπη το μοιραίο βράδυ
Ακόμη, ο 50χρονος περιέγραψε την διαδρομή που έκανε με τον Μπάμπη το μοιραίο βράδυ.
«Εγώ πήγαινα με το αυτοκίνητο όπου μου έλεγε ο Μπάμπης. Στη διαδρομή, πριν φτάσουμε στη διασταύρωση των ΤΕΙ μου είχε απαντήσει σε ερώτηση που να τον αφήσω ‘πριν τη διασταύρωση των ΤΕΙ’ και όταν φτάναμε εγώ έκοψα ταχύτητα και τον είδα ότι κοιτούσε έξω από το παράθυρο αλλά μου είπε ‘συνέχισε’ και προχωρήσαμε προς το Ευηνοχώρι… Το αυτοκίνητο μου πέρασε από τα σημεία αυτά, όπως αποτυπώνονται στο χάρτη… Στο αυτοκίνητό επέβαινε ο Μπάμπης και κινηθήκαμε όλο ευθεία μπροστά, στα φωτοβολταϊκά, στη θέση 7 του χάρτη, και μετά σε σχέση με την παλαιά Εθνική και το Μεσολόγγι κινηθήκαμε προς τα αριστερά, σε σχέση με τα φωτοβολταϊκά, και εκεί φέρναμε γύρες… Ήταν βράδυ και ο Μπάμπης μου έδειχνε το δρόμο. Η βόλτα αυτή κράτησε γύρω στα 40 με 45 λεπτά, έτσι το υπολογίζω».
Ο 50χρονος απάντησε ως εξής στο ερώτημα γιατί είπε στη μητέρα του θύματος, ότι τον άφησε σε ένα πάρκινγκ της Νέας Εθνικής Οδού Αντιρρίου-Ιωαννίνων, στο ύψος των ΤΕΙ, χωρίς να της αναφέρει τη βόλτα που έκαναν: «Όταν με ρώτησε δεν ήξερα ότι ο Μπάμπης αγνοούταν και δεν το θεώρησα σημαντικό».
Επίσης ερωτηθείς γιατί είπε στους αστυνομικούς ότι άφησε αποβίβασε τον Μπάμπη στον κόμβο των ΤΕΙ και κάνοντας αναστροφή επέστρεψε στο σπίτι του με μια ενδιάμεση στάση σε ένα κατάστημα, μεταξύ 21.00 και 21.10 απάντησε: «Αυτό ήταν η μεγαλύτερη βλακεία που έκανα και το μετανιώνω που δεν το είπα από την αρχή. Οι Αστυνομικοί δεν μου είπαν ότι ο Μπάμπης είχε εξαφανιστεί και για αυτό εγώ δεν το θεώρησα σημαντικό».
Αρνήθηκε επίσης ότι έκανε χρήση ναρκωτικών ουσιών εκείνο το βράδυ, ισχυριζόμενος ότι αυτό το είπε στους αστυνομικούς που τον πίεσαν για να σταματήσουν τις ερωτήσεις. Τέλος, παραδέχθηκε ότι την επομένη της εξαφάνισης του Μπάμπη Κούτσικου, 5/1/24 μίλησε με φίλο του, ο οποίος τον παρότρυνε να παραμείνει στο Μεσολόγγι ώστε να βοηθήσει στις έρευνες και εκείνος του απάντησε «καθαρός ουρανός αστραπές δεν φοβάται»
«Τη φράση αυτή την είπα πλην όμως με είχε καλέσει στο τηλέφωνο ένας γείτονας μου και μου είπε ότι έχει πάει η Ασφάλεια στο σπίτι μου και για αυτό το είπα. Δεν θυμάμαι ο (…). να με παρότρυνε να μείνω στο Μεσολόγγι».
Παράλληλα, στην απολογία του αρνείται ότι έκανε χρήση ναρκωτικών ουσιών το μοιραίο βράδυ σε αντίθεση με όσα είπε στους Αστυνομικούς εξαιτίας» της πίεσης που ένιωσε ώστε να σταματήσουν τις ερωτήσεις». Τέλος, αναφέρει πως κατά τη διάρκεια των γιορτών των Χριστουγέννων και της Πρωτοχρονιάς δεν είχε καμία αντιπαράθεση με τον Μπάμπη ενώ μια ημέρα πριν από την εξαφάνιση ο 31χρονος πήγε από το κρεοπωλείο και κάθισαν μαζί για αρκετή ώρα.