Η ανεξαρτησία των Ελλήνων από τους Οθωμανούς Τούρκους αποτελούσε διαχρονικό αίτημα ιδίως κατά τον 18ο και 19ο αιώνα και πλέον έφτασε στην πλήρη έκφρασή του την 25η Μαρτίου 1821, όταν και τοποθετείται η έναρξη της Επανάστασης, με την ημερομηνία να θεωρείται εθνική επέτειος και να τιμάται σε όλη τη χώρα με στρατιωτικές και μαθητικές παρελάσεις.
Ο Ρήγας Φεραίος, το 1797, έγραψε τον πατριωτικό ύμνο με σκοπό να συμβάλει στην απελευθέρωση του υπόδουλου Ελληνισμού. Ακόμα, σύμφωνα με τον Νικόλαο Πανταζόπουλο, μέσω του «Θούριου». ο Ρήγας Φεραίος «επιδιώκει την διαπαιδαγώγηση των σκλαβωμένων Ελλήνων με σκοπό τη συνειδητοποίηση της κατάστασής τους και διά της αυτογνωσίας της αναζήτησης των κατάλληλων μέσων για την ανάκτηση της ελευθερίας τους».
Μερικοί στίχοι του «Θούριου» είναι οι εξής:
«Ως πότε, παλληκάρια, να ζούμεν στα στενά,
μονάχοι, σαν λιοντάρια, στες ράχες, στα βουνά;
Σπηλιές να κατοικούμεν, να βλέπωμεν κλαδιά,
να φεύγωμ’ απ’ τον κόσμον, για την πικρή σκλαβιά;
Να χάνωμεν αδέλφια, Πατρίδα και γονείς,
τους φίλους, τα παιδιά μας κι όλους τους συγγενείς;
Καλλιό ‘ναι μίας ώρας ελεύθερη ζωή,
παρά σαράντα χρόνοι σκλαβιά και φυλακή!»
Η Φιλική Εταιρεία θεωρείται μυστική οργάνωση που έπαιξε σημαίνοντα ρόλο στην οργάνωση της Ελληνικής Επανάστασης και, σύμφωνα με τους ιστορικούς, ιδρύθηκε το 1814 στην Οδησσό της -τότε- Ρωσικής Αυτοκρατορίας από τους Εμμανουήλ Ξάνθο, Νικόλαο Σκουφά και Αθανάσιο Τσακάλωφ.
Μάλιστα, στα απομνημονεύματά του, ο Εμμανουήλ Ξάνθος ανέφερε πως στόχος της Φιλικής Εταιρείας ήταν «η ανέγερσις και η απελευθέρωσις του Ελληνικού Έθνους και της Πατρίδoς μας». Στις τάξεις της εν λόγω οργάνωσης φαίνεται πως εντάχθηκαν ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης, ο Οδυσσέας Ανδρούτσος, Αναγνωσταράς, ο αρχιμανδρίτης Γρηγόριος Δικαίος (Παπαφλέσσας), οι Φαναριώτες Αλέξανδρος Μαυροκορδάτος και Νέγρης και ο μητροπολίτης Παλαιών Πατρών Γερμανός. μεταξύ άλλων προσωπικοτήτων.
Έναρξη της Επανάστασης από τη Μολδοβλαχία και η επέκτασή της στον ελληνικό χώρο
Η Επαναστάση άρχισε, επί της ουσίας, τον Φεβρουάριο του 1821 από την περιοχή της Μολδοβλαχίας, όταν μια μικρή ομάδα με επικεφαλής τον Βασίλειο Καραβία, έχοντας έμμισθους Αλβανούς και Ίωνες ναύτες, επιτέθηκε στην Οθωμανική φρουρά στο Γαλάτι και στους λίγους μουσουλμάνους του χωριού. Ακόμα, ο Αλέξανδρος Υψηλάντης σήμανε τη «Μάχη υπέρ πίστεως και πατρίδος» και μέσω σχετικής προκήρυξης καλούσε για επανάσταση τους Έλληνες της Μολδοβλαχίας, αφήνοντας να νοηθεί ότι οι θα είχαν την στήριξη της Ρωσίας.
Το φιτίλι, πλέον, είχε ανάψει και την άνοιξη του 1821, το επαναστατικό πνεύμα επεκτάθηκε στην Πελοπόννησο όπου στη Μάνη η Επανάσταση άρχισε στις 22 Μαρτίου, με τον Πετρόμπεη Μαυρομιχάλη να καταλαμβάνει σημαντικά σημεία να εισέρχεται στην πόλη, με τους Μουσουλμάνους να παραδίδονται. Εν συνεχεία, στη Στερεά Ελλάδα, η Επανάσταση κηρύχθηκε επίσημα 27 Μαρτίου, στη Μονή Οσίου Λουκά κοντά στη Λιβαδειά, από τους οπλαρχηγούς Αθανάσιο Διάκο και Βασίλη Μπούσγο. καθώς και προκρίτους της περιοχής.
Χαρακτηριστικά, η Επανάσταση ξέσπασε στα Καλάβρυτα στις 21 Μαρτίου 1821 και, δύο ημέρες αργότερα, στην Καλαμάτα και στο Αίγιο. Έπειτα, ακολούθησαν η Πάτρα (25 Μαρτίου 1821), το Γαλαξίδι (26 Μαρτίου 1821), το Άργος, η Καρύταινα, η Μεθώνη, το Νεόκαστρο, το Φανάρι, η Γαστούνη, το Ναύπλιο, τα Σάλωνα (27 Μαρτίου 1821), το Μαλανδρίνο (30 Μαρτίου 1821), η Λιβαδειά (31 Μαρτίου 1821), η Θήβα, οι Σπέτσες, ο Πόρος, η Αίγινα (3 Απριλίου 1821), τα Ψαρά (10 Απριλίου 1821).
Κήρυξη της Επανάστασης την 25η Μαρτίου 1821 από τον Παλαιών Πατρών Γερμανό
Εφόσον από τις 21 Μαρτίου 1821 είχε αρχίσει να ξεσηκώνεται ο Ελληνισμός στην Πελοπόννησο εναντίον των Οθωμανών Τούρκων, ο Παλαιών Πατρών Γερμανός κήρυξε την Επανάσταση στις 25 Μαρτίου 1821, διατυπώνοντας μια διακήρυξη, μαζί με τον επίσκοπο Καλαβρύτων Προκόπιο και τους Ανδρέα Ζαΐμη, Ανδρέα Λόντο και Μπενιζέλο Ρούφο, στην οποία αναφερόταν: «Ημείς, το Ελληνικόν Έθνος των Χριστιανών, βλέποντες ότι μας καταφρονεί το οθωμανικόν γένος και σκοπεύει τον όλεθρον εναντίον μας, απεφασίσαμεν σταθερώς ή να αποθάνωμεν όλοι ή να ελευθερωθώμεν. Και τούτου ένεκα, βαστούμε τα όπλα εις χείρας, ζητούντες τα δικαιώματά μας. Όντες λοιπόν βέβαιοι ότι όλα τα Χριστιανικά Βασίλεια γνωρίζουν τα δίκαιά μας και όχι μόνον δεν θέλουν μας εναντιωθή, αλλά και θέλουν μας συνδράμει, και ότι έχουν εις μνήμην ότι οι ένδοξοι πρόγονοί μας εφάνησαν ποτέ ωφέλιμοι εις την ανθρωπότητα, διά τούτο ειδοποιούμεν την Εκλαμπρότητά σας και σας παρακαλούμεν να προσπαθήσετε να είμεθα υπό την εύνοιαν και προστασίαν του υμετέρου μεγάλου κράτους».
Μάλιστα, ο Παλαιών Πατρών Γερμανός φέρεται να ύψωσε τη Σημαία του Αγώνα και κήρυξε την έναρξη της Ελληνικής Επανάστασης στο μοναστήρι της Αγίας Λαύρας, στα Καλάβρυτα, που τοτε αποτελούσε σημείο συγκέντρωσης προεστών, οπλαρχηγών και κληρικών.
Η καθιέρωση του εορτασμού της 25ης Μαρτίου ως εθνική επέτειος
Ο εορτασμός της 25ης Μαρτίου καθιερώθηκε στην ανεξάρτητη -πλέον- Ελλάδα. το 1838, με σχετικό Βασιλικό Διάταγμα της -τότε- Κυβέρνησης επί βασιλείας Όθωνος και. συγκεκριμένα του Γεώργιου Γλαράκη, γραμματέα της Επικρατείας επί των Εκκλησιαστικών, Δημοσίας Εκπαιδεύσεως και Εσωτερικών.
Ακόμα, ο πρώτος επίσημος εορτασμός της 25ης Μαρτίου ως εθνική επετείου, η οποία συμπίπτει και με τον Ευαγγελισμό της Θεοτόκου προσθέτοντας και θρησκευτική διάσταση, έγινε στην Αθήνα και σε αυτόν συμμετείχαν ο -τότε- Βασιλιάς Όθων και η -τότε- Βασίλισσα Αμαλία, πολιτικές και στρατιωτικές Αρχές καθώς και πλήθος λαού.
Παρέλαση 25ης Μαρτίου 1821
Η αρχική αναφορά για στρατιωτική παρέλαση προς τιμήν της 25ης Μαρτίου είναι του 1875 μπροστά από τα -τότε- βασιλικά ανάκτορα στο πρότυπο γαλλικών και γερμανικών δημόσιων εκδηλώσεων της εποχής. Μαθητική παρέλαση εκείνη την ημέρα, ωστόσο, καταγράφηκε για πρώτη φορά το 1899. Επίσης, τα σχολεία είχαν παραταχθεί και κατά τον εοαρτασμό της 25ης Μαρτίου του 1924, όταν ανακηρύχθηκε η Δημοκρατία. Τα επόμενα χρόνια την παρέλαση του στρατού πλαισίωναν και πρόσκοποι και μαθητές στρατιωτικών σχολών.
Ακόμα, κατά τη δικτατορία του Ιωάννη Μεταξά, οι παρελάσεις μαθητών και φαλαγγιτών-μελών της ΕΟΝ) προσέλαβαν μεγάλη σημασία και συνδέθηκαν με τη στρατιωτική παρέλαση. Εν τέλει, η πρακτική των μαθητικών και στρατιωτικών παρελάσεων τηρήθηκε στη Μεταπολίτευση και συνεχίζεται μέχρι και τις ημέρες μας.