Το Ανώτατο Δικαστήριο της Βραζιλίας αποφάσισε σήμερα ομόφωνα να παραπέμψει σε δίκη τον πρώην πρόεδρο Ζαΐχ Μπολσονάρου με την κατηγορία της απόπειρας πραξικοπήματος, ο οποίος κινδυνεύει πλέον με βαριά ποινή κάθειρξης, ενώ βλέπει και τις ελπίδες του να επιστρέψει μελλοντικά στην εξουσία να σβήνουν.
Ο πρώην πρόεδρος (2019-22) δεν βρισκόταν σήμερα στην αίθουσα του δικαστηρίου. Χθες δήλωσε ότι είναι θύμα «της μεγαλύτερης πολιτικοδικαστικής δίωξης στην ιστορία της Βραζιλίας».
Ο πρώην λοχαγός του στρατού, 70 ετών σήμερα, κατηγορείται από τις εισαγγελικές αρχές ότι ήταν ο «ηγέτης» μιας «εγκληματικής οργάνωσης» η οποία εξύφαινε για καιρό μια συνωμοσία με σκοπό να παραμείνει στην εξουσία «με κάθε τρόπο», μετά τις εκλογές του 2022, στις οποίες ηττήθηκε από τον αριστερό Λουίς Ινάσιο Λούλα ντα Σίλβα.
Σύμφωνα με την ομοσπονδιακή αστυνομία, μετά την εκλογική ήττα του, οι φερόμενοι ως συνωμότες σκόπευαν να συντάξουν ένα διάταγμα με το οποίο θα προκηρύσσονταν νέες εκλογές. Σχεδίαζαν επίσης τη δολοφονία του Λούλα, του εκλεγμένου αντιπροέδρου Τζεράλντο Αλκμίν και του δικαστή του Ανωτάτου Δικαστηρίου Αλεξάντρ ντε Μοράες.
Οι κατηγορίες είναι βαρύτατες: πραξικόπημα, απόπειρα βίαιης κατάλυσης του δημοκρατικού κράτους δικαίου και συγκρότηση ένοπλης εγκληματικής οργάνωσης.
Η ποινή που θα μπορούσε να επιβληθεί στον Μπολσονάρου για όλες τις κατηγορίες ξεπερνά τα 40 χρόνια, ωστόσο εκτιμάται ότι θα παραμείνει ελεύθερος μέχρι τη δίκη του, αναφέρει το Reuters.
Σύμφωνα με το κατηγορητήριο, το πραξικόπημα αποφεύχθηκε επειδή δεν το στήριξαν οι άλλοι κλάδοι των ενόπλων δυνάμεων της Βραζιλίας. Οι εισαγγελείς επικαλούνται ως απόδειξη τα γεγονότα της 8ης Ιανουαρίου 2023 στην Μπραζίλια. Μία εβδομάδα μετά την ορκωμοσία του Λούλα, χιλιάδες υποστηρικτές του Μπολσονάρου εισέβαλαν και λεηλάτησαν τα κτίρια του Ανωτάτου Δικαστηρίου, του Κοινοβουλίου και του Προεδρικού Μεγάρου, ζητώντας την επέμβαση του στρατού και καταγγέλλοντας εκλογική νοθεία.