Πόσο υπαρκτή και ουσιαστική είναι η κρίση με την τρόικα; Αυτό το ερώτημα πλανάται το τελευταίο διάστημα στον πολιτικό αέρα, δεδομένου ότι τώρα γίνεται πλέον αντιληπτό ότι στο Παρίσι δεν συνετελέσθη το ναυάγιο των διαπραγματεύσεων, ούτε η κυβέρνηση υπέστη Βατερλό καθώς σε πολλά σημεία υπήρξε σύγκληση απόψεων.
Είναι βέβαιο ότι οι δανειστές πιέζουν τη χώρα με διπλό σκοπό.
Πρώτον για να μην διαταραχθεί το πρόγραμμα και η απαρέγκλιτη τήρησή του.
Δεύτερον προκειμένου να πειθαναγκάσουν την αντιπολίτευση η οποία λειτουργεί με έναν ιδιότυπο ακτιβισμό, να ακολουθήσει την πεπατημένη της δημοσιονομικής προσαρμογής.
Υπάρχει και μια ακόμη παράμετρος.
Οι Ευρωπαίοι να χρησιμοποιούν την Ελλάδα ως «σκιάχτρο» για τους Ιταλούς τους Ισπανούς η τους Πορτογάλους που δεν έχουν μνημόνιο, έχουν όμως οικονομική κρίση και επίσης δεν πρέπει να παρεκκλίνουν προγραμμάτων δημοσιονομικής ευθυγράμμισης.
Σε αυτό το πλαίσιο ενδεχομένως να κτίζει η κυβερνητική συμμαχία τον δικό της πολιτικό καμβά.
Επενδύει στην πρόσκαιρη αποτυχία και το μόνιμο φόβο, ώστε να μεγιστοποιήσει το επίτευγμα της ελάχιστης ..απώλειας και της μεγάλης ανακούφισης για την αποφυγή μιας πιθανής εκτροπής. Ταυτόχρονα συσπειρώνει συντηρητικούς ψηφοφόρους που ενδεχομένως είχαν την τάση να…αυτομολήσουν προς το ΣΥΡΙΖΑ μη αντέχοντας την συνεχιζόμενη λιτότητα που βρίσκεται σε αναντιστοιχία με τη ρητορική των κυβερνητικών στελεχών για ανάκαμψη , ανάπτυξη και βελτίωση των δεικτών της οικονομίας.
Από το πακέτο μέτρων που θα ακολουθήσει την έλευση της τρόικας εάν επιτευχθεί συμφωνία θα καταστεί σαφές, αν τελικά κάποιοι παίζουν με το φόβο και τις αντοχές της Ελλάδας, η αν πράγματι η Ευρώπη θέλει με τον έναν η τον άλλον τρόπο να ..τελειώνει με το ελληνικό ζήτημα. Είναι βέβαιο ότι η συνειδητοποίηση αυτή θα καθορίσει και τις εξελίξεις του επόμενου διαστήματος. Από την εκλογή του Προέδρου της Δημοκρατίας μέχρι τον χρόνο διενέργειας των εκλογών και φυσικά το αποτέλεσμα της κάλπης.