Χαρακτηριστικά αναφέρει:
«Οι αποφάσεις της νέας κυβέρνησης πρέπει να ληφθούν ταχύτατα προκειμένου να αναστραφεί το κλίμα που προκάλεσε η προκήρυξη εκλογών, η μη επίτευξη συμφωνίας με την τρόικα και η απόπειρα της κυβέρνησης της ΝΔ-ΠΑΣΟΚ να προσφύγει στις αγορές τον Οκτώβριο 2014, χωρίς μια τέτοια συμφωνία»:
Αναλυτικά:
Στην έκθεση σημειώνεται ότι «το πλαίσιο, ιδίως ως προς το “μνημόνιο” επιδέχεται αλλαγές, κυρίως για μία διόρθωση κοινωνικών αδικιών, ενδυνάμωση του δικτύου προστασίας των φτωχών, την αποδιάρθρωση του άτυπου και τυπικού θεσμικού πλαισίου που προστατεύει τους “έχοντες και κατέχοντες” και κάνει δυνατή μεγάλης έκτασης προσοδοθηρική συμπεριφορά.
Πρέπει να αποκατασταθεί η αίσθηση μίας δίκαιης κατανομής του βάρους και της μετάβασης σε ένα νέο, εξωστρεφές μοντέλο ανάπτυξης».
Οι συντάκτες της έκθεσης, πάντως, κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου, σημειώνοντας: «Ούτε το γενικότερο διαπραγματευτικό πλαίσιο, ούτε τα δεδομένα της ελληνικής οικονομίας αφήνουν περιθώρια για επιστροφή στο παρελθόν».
Αντίθετα, υποστηρίζουν πως μόνη κατεύθυνση για να βελτιωθούν η κατάσταση και οι προοπτικές της ελληνικής κοινωνίας και οικονομίας είναι η ρήξη με το προ κρίσης προσοδοθηρικό υπόδειγμα ανάπτυξης.
«Το μείζον είναι η βιώσιμη ανάπτυξη που δεν θα στηρίζεται μόνο στην κατανάλωση με δανεικά», αναφέρεται.
Υπογραμμίζουν ακόμα την ανάγκη να αποφευχθεί η έξοδος της Ελλάδας από την Ευρωζώνη και να σχεδιαστεί ένα μεταμνημονιακό πρόγραμμα μεταρρυθμίσεων.
Σύμφωνα με την έκθεση, «θα διευκόλυνε τη συνεννόηση αν το ζήτημα του χρέους από την ελληνική πλευρά εντασσόταν ως μέρος μίας συνολικής δέσμης θεμάτων διαπραγμάτευσης, γεγονός που θα ενδυνάμωνε την ευνοϊκή δυναμική που διακρίνεται», τονίζοντας πάντως πως η νέα κυβέρνηση πρέπει να αποπληρώσει εντός των επόμενων δύο μηνών δάνεια ύψους περίπου 4 δισ. ευρώ και να αναχρηματοδοτήσει έντοκα γραμμάτια 7 δις ευρώ.
Ακόμα μεγαλύτερο πρόβλημα, προεξοφλεί ότι θα προκύψει μετά τον Ιούλιο όταν η Ελλάδα θα έχει ανάγκη 8,8 δισ. ευρώ για να καλύψει τις υποχρεώσεις της απέναντι στην ΕΚΤ, το ΔΝΤ και τους τόκους, σημειώνοντας: «Φαίνεται αδύνατο να καλυφθούν οι σχετικές χρηματοδοτικές δαπάνες χωρίς μία συνολική συμφωνία με τους εταίρους»…
Αναφορικά με τις συνέπειες που θα έχει η χώρα σε περίπτωση που δεν επιτευχθεί συμφωνία, σημειώνουν:
– Η Ελλάδα θα απωλέσει κατ' αρχάς €7,2 δισ. των δανείων του ΔΝΤ και της Ευρωζώνης.
– Η ελληνική κυβέρνηση δεν θα μπορέσει να συμμετάσχει μέσω των τραπεζών στο πρόγραμμα «ποσοτικής χαλάρωσης» της ΕΚΤ. Για τη συμμετοχή σε αυτό έχει τεθεί ως κύρια προϋπόθεση η ύπαρξη προγράμματος προσαρμογής. Ας σημειωθεί ότι το ποσό που μπορεί να αντληθεί από το Μάρτιο του 2015 έως το Σεπτέμβριο του 2016 ανέρχεται σε περίπου €30 δισ. και θα συνέβαλε στην επιδιωκόμενη ανάπτυξη αντί της λιτότητας.
– Τέλος, δεν θα μπορεί να αξιοποιήσει το ποσό των €11,4 δισ. που έχει σήμερα το Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας. Άλλα κόστη θα προκύψουν από την ανάγκη προσφυγής των τραπεζών στο μηχανισμό ELA (emergency liquidity assistance), πράγμα που θα πιέζει τα επιτόκια των επιχειρήσεων προς τα επάνω.
– Επίσης, άμεσα προβλήματα μπορεί να δημιουργηθούν αν υπάρξει μαζική φυγή κεφαλαίων και αποταμιεύσεων από τις τράπεζες.
οι συντάκτες επισημαίνουν ότι η νέα κυβέρνηση καλείται να αντιμετωπίσει πλήθος εκκρεμοτήτων η τακτοποίηση των οποίων επιβάλλεται προκειμένου να χρηματοδοτηθεί ομαλά η χώρα. Σημειώνουν ότι στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων βρίσκονται ήδη έξι «καυτά» ζητήματα:
– Συμφωνία για τα προαπαιτούμενα (δημοσιονομικό κενό, μεταρρυθμίσεις) μέχρι το τέλος Φεβρουαρίου 2015 και αξιολόγηση του προγράμματος προσαρμογής («μνημονίου ΙΙ»), με την παράλληλη αποδέσμευση των τελευταίων δόσεων
– Συμφωνία για ένα διάδοχο εθνικό πρόγραμμα μεταρρυθμίσεων και ανάπτυξης,
– Επιστροφή των κερδών των κεντρικών τραπεζών από τη συμμετοχή τους στο πρόγραμμα ύψους περίπου €2 δισ.,
– Έγκριση «προληπτικής γραμμής πίστωσης» στον ΕΜΣ,
– Ελάφρυνση της εξυπηρέτησης του χρέους (σύμφωνα με δέσμευση του Eurogroup από το Νοέμβριο 2012!),
– Συμμετοχή στο πρόγραμμα «ποσοτικής χαλάρωσης» (δηλαδή αγοράς κρατικών ομολόγων) που η ΕΚΤ αποφάσισε στις 22.1.2015. Η συμμετοχή της Ελλάδος θα είναι δυνατή από τον Ιούλιο 2015 υπό όρους (αποπληρωμή χρέους προς ΕΚΤ, συμφωνία για πρόγραμμα προσαρμογής). Αν η χώρα συμμετάσχει στο πρόγραμμα «ποσοτικής χαλάρωσης» θα μπορέσει να εφαρμόσει κυρίως αναπτυξιακά μέτρα.
Όλη η έκθεση του Γραφείου Προϋπολογισμού της Βουλής
Πηγή: imerisia.gr