Όπως αναφέρεται σε σχετικό δημοσίευμα του Wired, οι δυο τους αναπτύσσουν ένα εργαλείο τεχνητής νοημοσύνης που έχει να κάνει με αυτό ακριβώς: η ιστοσελίδα Beansprock χρησιμοποιεί natural language processing και τεχνικές machine learning για να βρει στον χρήστη την ενδεικνυόμενη δουλειά- με λίγα λόγια, βάζουν την Τεχνητή Νοημοσύνη στον «αγώνα» της αναζήτησης εργασίας.
Ο χρήστης εισάγει μικρά δείγματα πληροφοριών στο σύστημα σχετικά με τα είδη δουλειών που προτιμά. Σύμφωνα με τον Λέβι, πρόκειται για μια διαδικασία που διαρκεί δύο με πέντε λεπτά. Εισάγονται δεδομένα όπως το προτιμώμενο μέγεθος εταιρείας, το είδος εταιρικής «κουλτούρας» που νιώθει πιο άνετα ο χρήστης, οι δεξιότητες που διαθέτει ή που θα ήθελε να αποκτήσει και άλλα. Είναι δυνατή και η διασύνδεση με το προφίλ στο LinkedIn, για απόκτηση ακόμα περισσότερων δεδομένων, ενώ υπάρχει και η δυνατότητα «πληροφόρησης» του συστήματος εάν ο χρήστης αναζητεί δουλειά «σοβαρά» ή «χαλαρά».
Όσον αφορά στην τροφοδοσία του με «ανοίγματα» στην αγορά εργασίας, το Beansprock αντλεί χιλιάδες καθημερινά, από ποικιλία πηγών, τα οποία εμπλουτίζει με επιπλέον στοιχεία, όπως σε τι αγορές κινητοποιείται μια θέση εργασίας, ποιο είναι το εύρος στο οποίο θα κυμαίνεται ο μισθός, πού βρίσκονται τα γραφεία κ.α.. Μέσω σύγκρισης με τα προσωπικά δεδομένα του χρήστη, οι αλγόριθμοι του συστήματος αναλαμβάνουν να τον ταιριάξουν με τις προτεινόμενες δουλειές.
Σε κάποιες περιπτώσεις ενδεχομένως να ζητούνται περισσότερες πληροφορίες, όπως το αν ο χρήστης ενδιαφέρεται να αποκτήσει κάποια συγκεκριμένη δεξιότητα. Αυτή η πληροφορία χρησιμοποιείται για την εύρεση καλύτερων «ανοιγμάτων». Επίσης, κατά τον Λέβι οι αλγόριθμοι φυσικής γλώσσας είναι αρκετά «έξυπνοι» για να καταλαβαίνουν πολύπλοκους τεχνικούς όρους από τα συμφραζόμενα.
Σε πρώτη φάση το Beansprock περιορίζεται κυρίως σε δουλειές τεχνολογικού χαρακτήρα, και σε θέσεις εργασίας στη Βοστώνη, τη Νέα Υόρκη και το Σαν Φρανσίσκο.
Πηγή: naftemporiki.gr