Εξαιρετικά μελανή εικόνα διαγράφει για την κατάσταση στη φορολογική διοίκηση στην Ελλάδα σχετική αξιολόγηση του ΔΝΤ και της Κομισιόν, όπως αναφέρεται σε δημοσίευμα της «Καθημερινής της Κυριακής» – κάτι που, όπως αναφέρεται, κάνει να φαντάζουν εξωπραγματικές οι εξαγγελίες περί πάταξης της φοροδιαφυγής και της συλλογής εσόδων.
Όπως αναφέρεται, παρά τις συστάσεις ελάχιστα μέτρα προχώρησαν μετά τον Μάιο του 2014, γεγονός που οφείλεται εν πολλοίς στις πολιτικές παρεμβάσεις, εν όψει μάλιστα των εθνικών εκλογών. Το κλιμάκιο της αποστολής θεωρεί ότι οι μεταρρυθμίσεις για την αυτονομία της φορολογικής διοίκησης έχουν εξαντλήσει τα περιθώριά τους ενόψει των τρεχόντων προβλημάτων, θεσμικών και μη. Επίσης, θεωρούν «ότι η έννοια της αυτονομίας είναι ξένη προς την παράδοση διακυβέρνησης της Ελλάδας».
Στο πολυσέλιδο υπόμνημα ΔΝΤ και Ε.Ε. εκτιμούν ότι δεν υπάρχει βούληση για αλλαγές, υπογραμμίζοντας, μάλιστα, ότι πολλά «παράθυρα» για φοροδιαφυγή παραμένουν ορθάνοιχτα παρά το γεγονός ότι έχουν επισημανθεί επανειλημμένως. Για παράδειγμα έχουν εντοπισθεί φορολογούμενοι, ακόμα και εφοριακοί, να χρησιμοποιούν κερδισμένα δελτία ΟΠΑΠ για να δικαιολογήσουν αδήλωτα εισοδήματα, ωστόσο δεν έχει γίνει μέχρι σήμερα κάτι για να αντιμετωπισθεί το πρόβλημα.
Στο κείμενο των 121 σελίδων γίνονται συγκεκριμένες αναφορές ως προς την αυτονομία της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων. Τα κλιμάκια θεωρούν απίθανο ο επικεφαλής να μην είναι πολιτική τοποθέτηση, όπως επίσης απίθανες θεωρούν τη λήψη πειθαρχικών μέτρων για τους υπαλλήλους του υπουργείου Οικονομικών, την εξουσία επιλογής προσωπικού και την εφαρμογή της νομοθεσίας.
Παρά το γεγονός ότι οι κυβερνήσεις των τελευταίων χρόνων έχουν στηρίξει τις εξαγγελίες τους στην πάταξη της φοροδιαφυγής, ωστόσο φαίνεται ότι καμία δεν ήθελε να χάσει το γενικό πρόσταγμα για τους διενεργούμενους ελέγχους, την επιλογή προσωπικού, ακόμα και να κλείσει τις τρύπες που οδηγούν στη φοροδιαφυγή.
Τα στελέχη της τρόικας υποστηρίζουν ότι έχουν αγνοηθεί οι συμβουλές που δόθηκαν παλιότερα ή υπάρχει οπισθοχώρηση. Κατά την άποψη του κλιμακίου, τα ελάχιστα μέτρα αυτονομίας δεν έχουν κατορθωθεί και είναι απίθανο να κατορθωθούν πλήρως ή μελλοντικά. Ως ένα βαθμό, η αποτυχία επίτευξης των ελάχιστων προϋποθέσεων αυτονομίας μπορεί να αποδοθεί στην έλλειψη δυνατότητας, στην ατομική αντίσταση που προβάλλεται από ορισμένους, αλλά και στην έλλειψη πολιτικής στήριξης. Μέρος της επιτυχίας στην επιδίωξη της αυτονομίας μπορεί να αποδοθεί στις ειλικρινείς προσπάθειες της ΓΓΔΕ και των αξιωματούχων της.
Ωστόσο, το συμπέρασμα είναι ότι ο ελάχιστος βαθμός επιχειρησιακής και διοικητικής αυτονομίας που απαιτείται για την αποτελεσματική και αποδοτική διοίκηση εσόδων δεν είναι δυνατόν να επιτευχθεί εντός ενός λογικού χρονικού ορίζοντα μέσα στο υφιστάμενο πλαίσιο θεσμών και διακυβέρνησης.
Οι προτάσεις που υποβάλλονται είναι οι εξής:
- Η διοίκηση εσόδων να είναι ξεχωριστός φορέας με όλες τις επιχειρησιακές λειτουργίες.
- Η/Ο επικεφαλής να έχει εξουσιοδότηση να διαχειρίζεται και να επιβάλει τους περί εσόδων νόμους.
- Η/Ο επικεφαλής να είναι μη πολιτική τοποθέτηση 5ετούς θητείας – ο ισχύων Ν.4093 δεν φαίνεται να αποτελεί εγγύηση έναντι των πολιτικών παρεμβάσεων σ’ αυτόν τον τομέα
- Εξουσία σχεδιασμού και αλλαγής οργανωσιακής διάρθρωσης. Η προϋπόθεση αυτή ικανοποιείται εξ ολοκλήρου κατά τον νόμο, όμως, κατά κανόνα, δεν έχει αξιοποιηθεί πλήρως όποτε έχουν θεσπιστεί νόμοι για την ίδια αυτή οργανωσιακή αλλαγή
- Δυνατότητα μεταφοράς κονδυλίων, ώστε να υπάρχει επιχειρησιακή ευελιξία
- Εξουσία της διοίκησης εσόδων να προβαίνει, κατά το μεγαλύτερο ποσοστό, στην επιλογή, εξέλιξη και τοποθέτηση προσωπικού