Ρευστό πολιτικό σκηνικό, αμήχανο εκλογικό σώμα, κύμα αναποφάσιστων, υψηλή αδιευκρίνιστη ψήφο και πολυκομματική Βουλή δείχνουν τα πρώτα στοιχεία των δημοσκοπήσεων που τρέχουν για τις εκλογές της 20ης Σεπτεμβρίου.
Σχεδόν όλες οι εταιρίες δημοσκοπήσεων έχουν ξεκινήσει μετρήσεις, οι πρώτες από τις οποίες αναμένεται να βγουν στον αέρα μέσα στο Σαββατοκύριακο. Σύμφωνα με πληροφορίες του tvxs.gr κοινή συνισταμένη των περισσότερων από τις μετρήσεις αυτές είναι ότι καταγράφουν προβάδισμα μεν του ΣΥΡΙΖΑ αλλά με μικρή διαφορά από τη Νέα Δημοκρατία – μια διαφορά, μάλιστα, που σε ορισμένες από τις δημοσκοπήσεις κινείται ακόμη και στο όριο του στατιστικού λάθους.
Ισχυρό χαρακτηριστικό αυτών των πρώτων δημοσκοπήσεων, στην αφετηρία της προεκλογικής περιόδου, είναι η πολύ χαμηλή συσπείρωση των ψηφοφόρων του ΣΥΡΙΖΑ η οποία στις έρευνες κάποιων εταιριών φθάνει μόλις στο 50%.
Αναλυτές και δημοσκόποι αποδίδουν τη χαμηλή αυτή συσπείρωση τόσο στη διάσπαση του κόμματος όσο και στο «μούδιασμα» των ψηφοφόρων μετά την ψήφιση του τρίτου Μνημονίου, ταυτόχρονα ωστόσο επισημαίνουν ότι είναι πολύ νωρίς και ακόμη δεν έχει λειτουργήσει η προσωπική – ισχυρή πάντοτε – επιρροή και δυναμική του Αλέξη Τσίπρα.
Ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ έχει κάνει μέχρι στιγμής μόνον μία προεκλογική εμφάνιση, με τη συνέντευξη της Τετάρτης στον Alpha, ο σχεδιασμός της Κουμουνδούρου όμως προβλέπει ότι από τις επόμενες ημέρες ο Αλέξης Τσίπρας θα πάρει σχεδόν ολοκληρωτικά πάνω του το βάρος της εκλογικής εκστρατείας.
Την ίδια ώρα, ο Βαγγέλης Μεϊμαράκης δείχνει μεν να συσπειρώνει την κομματική βάση της Νέας Δημοκρατίας και να προσελκύει κάποιους κεντρογενείς ψηφοφόρους που απωθούσαν οι ακροδεξιές απολήξεις του συστήματος Σαμαρά, δεν δείχνει όμως – μέχρι στιγμής τουλάχιστον – να διαμορφώνει δυναμική ανατροπής του πολιτικού τοπίου.
Σύμφωνα με τις ίδιες πληροφορίες, χωρίς ιδιαίτερα υψηλή δυναμική εμφανίζεται και ο νέος παίκτης αυτής της εκλογικής μάχης, η Λαϊκή Ενότητα του Παναγιώτη Λαφαζάνη. Οι αναλυτές θεωρούν ότι τα τελικά ποσοστά του νεοσύστατου κόμματος της Αριστεράς, «τέκνου» του διαζυγίου στον ΣΥΡΙΖΑ, θα εξαρτηθούν σε μεγάλο βαθμό και από την τελική στελέχωσή της και τις συμπράξεις με συγγενείς δυνάμεις – συμπράξεις, ωστόσο, που μέχρι τώρα εμφανίζουν δυστοκία.
Χθες η ΑΝΤΑΡΣΥΑ προανήγγειλε την αυτόνομη κάθοδό της στις εκλογές καθώς ο Παναγιώτης Λαφαζάνης δεν δέχθηκε να υπάρξει κοινό ψηφοδέλτιο υπό τον τίτλο «ΛΑ.Ε. – ΑΝΤΑΡΣΥΑ», ενώ ανάλογη εμπλοκή είναι πιθανό να υπάρξει και με την Ζωή Κωνσταντοπούλου.
Η πρόεδρος της Βουλής φέρεται έτοιμη να ανακοινώσει, ακόμη και μέσα στο Σαββατοκύριακο, την σύσταση δικού της πολιτικού φορέα και να προτείνει την εκλογική του συνεργασία με την Λαϊκή Ενότητα. Και εδώ όμως, ο Παναγιώτης Λαφαζάνης εμφανίζεται να μην επιθυμεί την επανάληψη του μοντέλου των «συνιστωσών» στο κόμμα του, δεν συζητά κοινή, ισότιμη κάθοδο και αντιπροτείνει συμμετοχή της Ζωής Κωνσταντοπούλου και των στελεχών του φορέα της στα ψηφοδέλτια της Λαϊκής Ενότητας.
Υπό τα δεδομένα αυτά, και πάντοτε με βάση τα πρώτα στοιχεία των εν εξελίξει δημοσκοπήσεων, η Λαϊκή Ενότητα δεν φαίνεται να πιάνει εύκολα το στόχο ανάδειξης σε τρίτο κόμμα, παρ’ ότι και η δυναμική του Ποταμιού μοιάζει επίσης συγκρατημένη.
Κοινό στοιχείο, επίσης, των περισσότερων μετρήσεων είναι τα ιδιαίτερα χαμηλά ποσοστά των Ανεξάρτητων Ελλήνων που μέχρι στιγμής τουλάχιστον δείχνουν να μην πιάνουν το όριο του 3% για την είσοδό τους στη Βουλή, ενώ τα τελικά ποσοστά του ΠΑΣΟΚ φαίνεται πως θα καθοριστούν από τη συνεργασία του ή μη με το Κίνημα του Γιώργου Παπανδρέου – μια συνεργασία που, αυτή τη στιγμή, είναι απολύτως μετέωρη.
Με βάση αυτά τα στοιχεία, και πάντοτε σύμφωνα με τις πληροφορίες από τα κομματικά επιτελεία και τα δημοσκοπικά «στρατηγεία», στη νέα Βουλή φαίνεται πως θα εκπροσωπούνται τουλάχιστον 7 κόμματα που, υπό προϋποθέσεις, μπορεί να γίνουν ακόμη και 9. Οι δύο που δίνουν την μάχη για την είσοδο στη Βουλή είναι οι ΑΝ.ΕΛ και η ειδική – όσο και πολιτικά… ανεξήγητη – περίπτωση Λεβέντη.
Τα πάντα, ωστόσο, είναι ακόμη ρευστά καθώς κοινό χαρακτηριστικό των περισσότερων δημοσκοπήσεων είναι τα υψηλά ποσοστά των αναποφάσιστων και της αδιευκρίνιστης ψήφου, γεγονός που καταδεικνύει την αμηχανία του εκλογικού σώματος και ωθεί τους αναλυτές στην εκτίμηση ότι πολλά θα κριθούν μέσα στο τελευταίο δεκαήμερο της προεκλογικής περιόδου.