Η Αρχή Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα άναψε το πράσινο φως για να λειτουργήσουν οι κάμερες στους 17 νέους συρμούς 3η γενιάς του Μετρό των γραμμών 2 (Ανθούπολη – Ελληνικό) και 3 (Αγία Μαρίνα – Δουκίσσης Πλακεντίας –Αεροδρόμιο) που παρελήφθησαν το 2012 και είναι ενσωματωμένες ήδη μέσα στους συρμούς.
Η Αρχή το 2013 είχε επιτρέψει την τοποθέτηση καμερών έξω από του συρμούς και κοντά στις πόρτες εξόδου – εισόδου των βαγονιών. Αντίθετα, δεν είχε επιτρέψει, τότε, να τοποθετηθούν κάμερες μέσα στους συρμούς καθώς η εταιρεία του Μέτρο «Σταθερές Συγκοινωνίες» (ΣΤΑΣΥ) δεν είχε τεκμηριώσει επαρκώς ότι ο επιδιωκόμενος σκοπός της δεν μπορούσε να επιτευχθεί με την χρήση μέτρων λιγότερο επαχθών για τους πολίτες που χρησιμοποιούν το Μετρό (προσωπικό ασφαλείας, κ.λπ.).
Όμως, η ΣΤΑΣΥ επανήλθε με νέο αίτημα για την τοποθέτηση καμερών μέσα στους 17 νέους συρμούς που έχει θέσει σε κυκλοφορία στις γραμμές 2 και 3.
Η Αρχή επισημαίνει, στην σχετική απόφασή της, ότι ο αποτρεπτικός ρόλος των καμερών μέσα στους συρμούς είναι αδιαμφισβήτητος, όμως δεν έχει τεκμηριωθεί με επάρκεια η καταστολή και η αντιμετώπιση που προσφέρουν οι κάμερες την στιγμή που εξελίσσεται το περιστατικό (η αντιμετώπιση του περιστατικού ασφαλείας στον πραγματικό χρόνο).
Αντίθετη άποψη εξέφρασε η ΣΤΑΣΥ πάνω στο θέμα αυτό, επισημαίνοντας ότι άλλα ηπιότερα μέτρα ασφαλείας δεν είναι τόσο αποτελεσματικά.
Μάλιστα η εταιρεία προσκόμισε μελέτη του Κέντρου Μελετών Ασφαλείας, στην οποία, μεταξύ των άλλων επισημαίνεται ότι
– τυχόν φυσικά µέτρα ασφάλειας (προσωπικό κ.λπ.) δεν µπορούν να αναπτυχθούν σε όλο το µήκος και εύρος του δικτύου,
– τα τεχνολογικά µέτρα ασφάλειας και ιδίως τα συστήµατα εικονοληψίας δεν µπορούν να αποτρέψουν στον απόλυτο βαθµό τροµοκρατικές επιθέσεις και άλλες σκόπιµες πράξεις, αλλά µπορούν να αποθαρρύνουν σε σηµαντικό βαθµό ενέργειες ενάντια σε προστατευόµενους χώρους και να εξασφαλίσουν καθαρή, συνεχή και αξιόπιστη εικόνα σε περίπτωση έκτακτης ανάγκης ή µείζονος περιστατικού µαζικών απωλειών σε δυσπρόσιτα ή έστω προσωρινώς απρόσιτα µέρη του δικτύου.
Εξάλλου, οι κάμερες:
-παρέχουν προστασία στον οδηγό του συρµού, καθώς και στο περιπολούν προσωπικό ασφαλείας που κινείται στους συρµούς,
-παρέχουν δυνατότητα παρακολούθησης και περαιτέρω εξακρίβωσης
απειλών που βρίσκονται στο συρµό,
-λειτουργούν αποτρεπτικά στις σκόπιµες εγκληµατικές ή παραβατικές
ενέργειες,
-συµβάλλουν στην αύξηση του αισθήµατος ασφάλειας των επιβατών, αφού
λειτουργούν ως µηχανισµός αυτοελέγχου σε σηµαντικό αριθµό επίδοξων
για εγκληµατική ή αντικοινωνική δραστηριότητα.
Κατόπιν αυτών, η Αρχή στην υπ΄ αριθμ. 104/2015 απόφασή της σημειώνει ότι «παρόλο που ένα σύστηµα βιντεοεπιτήρησης, στο οποίο δεν πραγµατοποιείται συνεχής παρακολούθηση των εικόνων των καµερών σε πραγµατικό χρόνο, δεν είναι πλήρως αποτελεσµατικό στην σε πραγµατικό χρόνο καταστολή και αντιµετώπιση τυχόν περιστατικών ασφαλείας, η εγκατάσταση και λειτουργία συστήµατος βιντεοεπιτήρησης στο εσωτερικό των συρµών, µε τα χαρακτηριστικά και τις προδιαγραφές που έχει προτείνει η ΣΤΑΣΥ συνιστά αναλογικό µέτρο για τον επιδιωκόµενο σκοπό επεξεργασίας, εν όψει των ιδιαίτερων χαρακτηριστικών του µεταφορικού µέσου του µετρό (υπόγειες εγκαταστάσεις, πληθώρα εγκαταστάσεων και αποµακρυσµένων σηµείων, συνωστισµός) και της δυσχέρειας αποτελεσµατικής εφαρµογής άλλων ηπιότερων µέσων».
Έτσι, η Αρχή επέτρεψε την εγκατάσταση των καμερών στους 17 νέους συρμούς των γραμμών 2 και 3 του μετρό, θέτοντας ως προϋπόθεση ότι μέσα στους συρμούς θα υπάρχει πινακίδα με την οποία θα ενημερώνεται το επιβατικό κοινό για τις κάμερες και ότι όλες τις ημέρες της εβδομάδας (εργάσιμες και αργίες) οι επιβάτες θα έχουν δικαίωμα πρόσβασης στα δεδομένα που θα τηρούνται.
Ακόμη, η Αρχή έθεσε και τις εξής προϋποθέσεις για την τοιθέτηση των καμερών:
– Ο χρόνος τήρησης των βίντεο από τις κάμερες δεν θα πρέπει να ξεπερνά τις 48 ώρες.
– Η πρόσβαση στο καταγεγραµµένο υλικό να γίνεται µόνο από
εξουσιοδοτηµένα άτοµα και η αφαίρεση του αποσπώµενου αποθηκευτικού µέσου θα µπορεί να γίνει µόνο µε τη χρήση µηχανικού κλειδιού.
– Κάθε πρόσβαση και εξαγωγή υλικού από τον ειδικό σταθµό εργασίας θα καταγράφεται.
– Θα πρέπει να συνταχθεί και να εφαρµοστεί εσωτερικός κώδικας δεοντολογίας και σχετικό κανονιστικό πλαίσιο για την επεξεργασία των δεδοµένων.
– Θα πρέπει να πραγµατοποιείται µόνο επεξεργασία εικόνας και όχι ήχου από το σύστηµα βιντεοεπιτήρησης.