Η αντίστροφη μέτρηση για την αξιολόγηση έχει ξεκινήσει, ωστόσο μεγάλο ερωτηματικό παραμένει το πότε θα ολοκληρωθεί η διαδικασία. Η ελληνική πλευρά θέλει να κλείσει το θέμα μέσα σε ένα αυστηρό χρονοδιάγραμμα και ανησυχεί για το ενδεχόμενο ενός νέου κύκλου ατέρμονων συζητήσεων.
Ωστόσο, στην προσπάθεια αυτή βρίσκεται αντιμέτωπη με το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, το οποίο δείχνει μέσω του Π. Τόμσεν, παίζοντας ένα βρώμικο παιχνίδι, πως στοχεύει σε ένα… άλλο πρόγραμμα. Ενα πρόγραμμα ωστόσο που απέχει από τη συμφωνία του Ιουλίου και δεν μπορεί να γίνει αποδεκτό από την κυβέρνηση.
Ο Αλέξης Τσίπρας και το κυβερνητικό επιτελείο χαράσσουν την στρατηγική τους πάνω στα – μικρότερα ή μεγαλύτερα – χάσματα μεταξύ των δανειστών και αναζητούν συμμαχίες «αντι-Τόμσεν» και πολιτικές διόδους κόντρα στην σκληρή ατζέντα ΔΝΤ και Σόιμπλε.
Εξ ου και ο πρωθυπουργός αναχωρεί από την Τετάρτη για Βρυξέλλες για να συναντήσει τον γάλλο πρόεδρο Φρανσουά Ολάντ και τον πρόεδρο της Κομισιόν Ζαν Κλοντ Γιούνκερ, πριν από την ευρωπαϊκή σύνοδο κορυφής της18ης Φεβρουαρίου.
Το Μαξίμου, μετά και το προκλητικό άρθρο Τόμσεν, εξακολουθεί να βλέπει διάσταση μεταξύ των δανειστών και επενδύει στην πιο «πολιτική» και «ευέλικτη» στάση των Ευρωπαίων κόντρα στις σκληρές απαιτήσεις του ΔΝΤ για νέα μέτρα και μειώσεις συντάξεων.
Ακριβώς αυτό το μήνυμα, άλλωστε, έστειλε ο Αλεξης Τσίπρας, καλώντας τους θεσμούς να πάψουν να κωλυσιεργούν διαφωνώντας μεταξύ τους, και επαναλαμβάνει τη δέσμευσή του για «καμία μείωση στις συντάξεις».
Η ευρωπαϊκή «ευελιξία» ωστόσο, και κυρίως ο βαθμός αυτής, δεν μπορεί να θεωρείται – μέχρι στιγμής τουλάχιστον – δεδομένη. Οι πληροφορίες από τις Βρυξέλλες φέρουν, όντως, την Κομισιόν αλλά και άλλους πολιτικούς παράγοντες της ευρωζώνης ιδιαίτερα ενοχλημένους από την «τορπίλη» Τόμσεν, ενώ και τα μηνύματα Ντάισελμπλουμ και Μοσκοβισί μετά το τελευταίο Eurogroup ήταν σαφώς πιο διαλλακτικά από εκείνα του ΔΝΤ.
Ωστόσο, όπως έσπευσε να ξεκαθαρίσει και ο αντιπρόεδρος της Κομισιόν Βάλντις Ντομπρόβσκις, «το ΔΝΤ παραμένει ξεκάθαρα μέρος της αξιολόγησης» – κοινώς, και παρά κάποιες νέες, θερμές εισηγήσεις των τελευταίων ημερών στο Μαξίμου – θέμα αποχώρησης του Ταμείου από το πρόγραμμα δεν υφίσταται.
Εξίσου ξεκάθαρο είναι πως οι δανειστές διαφωνούν μεν ως προς την… δοσολογία της λιτότητας, είναι σύμφωνοι όμως ως προς το – σκληρό για την κυβέρνηση – αίτημα μείωσης υφιστάμενων συντάξεων και λήψης πρόσθετων μέτρων.
Η Κομισιόν, άλλωστε, αναφέρθηκε ευθέως σε ανάγκη νέων μέτρων για το 2016 στην τελευταία έκθεσή της. Η διαφορά είναι πως το ΔΝΤ υπολογίζει το δημοσιονομικό κενό του 2015 – 2016 (δηλαδή, το ύψος των νέων μέτρων) σε 1,8 δισ. ευρώ και οι ευρωπαίοι περίπου στο μισό, στα 900 με 950 εκατομμύρια ευρώ.
Το έσχατο plan B
Το κυβερνητικό επιτελείο, ωστόσο, θεωρεί«διαχειρίσιμη» τη διαφορά με τους Ευρωπαίους, έχει ως έσχατο plan B την κλιμακωτή μείωση των επικουρικών και, ενδεχομένως, των υψηλών συντάξεων (1500 ευρώ), ενώ βλέπει περιθώρια «ταξικής και δίκαιης» κατανομής των βαρών και στο νέο φορολογικό. Στα παράλληλα αγκάθια της πώλησης των κόκκινων στεγαστικών δανείων και του Ταμείου Ιδιωτικοποιήσεων εξακολουθεί να προσβλέπει στην χρονική μετάθεση και την πολιτική ανοχή των δανειστών και με αυτή την ατζέντα θα οδεύσει την Τετάρτη προς τις Βρυξέλλες ο Αλέξης Τσίπρας.
Στο «χαρτοφυλάκιό» του ο πρωθυπουργός θα κομίζει και το, άτυπο, όπλο του προσφυγικού, επί του οποίου όμως δεν μπορούν να υπάρξουν ακόμη ασφαλείς εκτιμήσεις. Τα δύο θέματα, ελληνική οικονομική κρίση και προσφυγικό, έχουν ντε φάκτο συνδεθεί, η ήπια στάση της Αθήνας στο σχέδιο Μέρκελ για εμπλοκή του ΝΑΤΟ στο Αιγαίο θεωρείται από αρκετές πλευρές ως «αντιπαροχή» για μια ανεκτική στάση του Βερολίνου στην αξιολόγηση και η θέση Τσίπρα παραμένει ότι «η Ελλάδα δεν μπορεί να διαχειριστεί δύο κρίσεις ταυτόχρονα».
Ωστόσο, ουδεμία εγγύηση και διαβεβαίωση υπάρχει ακόμη πως η «ρήτρα» του προσφυγικού θα ενταχθεί, έστω και σιωπηλά, εν τέλει στο τρίτο ελληνικό Μνημόνιο.
Κυβερνητικές πηγές σύμφωνα με ρεπορτάζ του tvxs.gr, κάνουν λόγο για ενθαρρυντικά μηνύματα από Βερολίνο και Βρυξέλλες, όμως το ΔΝΤ ουδόλως ενδιαφέρεται για τα ευρωπαϊκά σύνορα και τα προσφυγικά κύματα και βλέπει με εξαιρετική καχυποψία κάθε απόπειρα πολιτικής διαπραγμάτευσης. Και το άρθρο Τόμσεν στόχευε σε μεγάλο βαθμό, ακριβώς στην από-πολιτικοποίηση της αξιολόγησης και τον τορπιλισμό του όποιου παρασκηνιακού, ενδοευρωπαϊκού «παζαριού»…