ΥΓΕΙΑ

Τι προκαλούν στο ανοσοποιητικό σύστημα τα μολυσμένα ψάρια

Περιβαλλοντικοί ρύποι που βρίσκονται στα ψάρια επηρεάζουν αρνητικά το ανοσοποιητικό σύστημα του ανθρώπινου σώματος, δυσχεραίνοντας την αποβολή των βλαβερών τοξινών, σύμφωνα με έρευνα του Πανεπιστημίου Σαν Ντιέγκο στην Καλιφόρνια.

 

 

Οι ερευνητές από το Ινστιτούτο Ωκεανογραφίας Σκριπς του πανεπιστημίου προτείνουν ότι τα ευρήματα της έρευνας πρέπει να χρησιμοποιηθούν για την καλύτερη αξιολόγηση των κινδύνων για την υγεία του ανθρώπου από την κατανάλωση μολυσμένων θαλασσινών.

Μια πρωτεΐνη που βρίσκεται στα κύτταρα σχεδόν όλων των φυτών και ζώων, με την ονομασία P-gp, είναι υπεύθυνη για την αποβολή ξένων χημικών ουσιών από το σώμα.
Για να καθορίσει το πόσο αποτελεσματική είναι αυτή η πρωτεΐνη στην αποβολή των βιομηχανικών και γεωργικών ρύπων που βρίσκονται στα θαλασσινά, η ερευνητική ομάδα πραγματοποίησε μια βιοχημική ανάλυση πρωτεϊνών από ανθρώπους και ποντίκια.

Οι επιστήμονες επικεντρώθηκαν σε δέκα οργανικούς ρύπους που εντοπίζονται συχνότερα στο ανθρώπινο αίμα και τα ούρα, καθώς και σε μυϊκούς ιστούς του άγριου τόνου. Οι ρύποι περιλαμβάνουν υπολείμματα παλιών φυτοφαρμάκων, όπως το DDT, καθώς και νεότερα βιομηχανικά χημικά προϊόντα, όπως επιβραδυντικά φλόγας.

Οι ερευνητές ανακάλυψαν ότι και οι δέκα ρύποι εμποδίζουν την P-gp να προστατεύει τα κύτταρα, λειτουργώντας με παρόμοιο τρόπο όπως διάφορα φάρμακα, αλλά αντί να μεταφέρονται έξω από το κύτταρο, οι ρύποι δεσμεύονται στην πρωτεΐνη και αναστέλλουν την ικανότητά της να εκτελεί την ωφέλιμη λειτουργία της.

«Όταν τρώμε μολυσμένα ψάρια, μειώνουμε την αποτελεσματικότητα αυτού του κρίσιμου αμυντικού συστήματος του οργανισμού μας», δήλωσε ο Άμρο Χαμντούν, επικεφαλής της μελέτης.

Οι ερευνητές επισημαίνουν ότι τα νεογνά και οι προνύμφες των ψαριών είναι δύο από τους πιο ευάλωτους πληθυσμούς. Τα νεογνά είναι ιδιαίτερα ευάλωτα δεδομένου ότι εκτίθενται σε υψηλές συγκεντρώσεις οργανικών ρύπων στο μητρικό γάλα, και διαθέτουν χαμηλές ποσότητες της προστατευτικής πρωτεΐνης P-gp. Οι προνύμφες ψαριών διατρέχουν αυξημένο κίνδυνο, δεδομένου ότι η συσσώρευση των ρύπων μπορεί να επιβραδύνει το αμυντικό σύστημα του οργανισμού για την καταπολέμηση άλλων θαλάσσιων ρύπων, όπως οι υδρογονάνθρακες.

Οι ερευνητές υποστηρίζουν ότι οι περιβαλλοντικές χημικές ουσίες πρέπει εκτός των άλλων να δοκιμάζονται απαραίτητα για το εάν εμποδίζουν την αποτελεσματικότητα του φυσικού αμυντικού συστήματος του σώματος να τις αποβάλει αυτές, μαζί με άλλες ξένες χημικές ουσίες.

«Είμαστε το μόνο είδος που μπορεί να επηρεάσει ολόκληρη την τροφική αλυσίδα και τους βιότοπους, και για αυτό οφείλουμε να δράσουμε πιο υπεύθυνα στο σχεδιασμό και τη χρήση των χημικών ουσιών στο περιβάλλον, κατανοώντας τις επιπτώσεις αυτών των χημικών ουσιών στα θαλασσινά, και τους εαυτούς μας», δήλωσε ο Τζέικομπ Τζέιμς, διευθυντής του ιδρύματος που χρηματοδότησε την έρευνα.