Αναφερόμενος στο μάθημα των Θρησκευτικών ο Αρχιεπίσκοπος Αθηνών και Πάσης Ελλάδος Ιερώνυμος, τόνισε ότι «τα βιβλία των Θρησκευτικών πρέπει να φέρουν την σφραγίδα της Εκκλησίας».
O Αρχιεπίσκοπος υπενθύμισε προς την ηγεσία του Ινστιτούτου Εκπαιδευτικής Πολιτικής και του υπουργείου Παιδείας την πρόβλεψη του Καταστατικού Χάρτη της Εκκλησίας της Ελλάδος για την αρμοδιότητα της Συνόδου της Εκκλησίας να ελέγχει τα βιβλία του μαθήματος των Θρησκευτικών ως προς το δογματικό τους περιεχόμενο κατά τη διάρκεια κοινής σύσκεψης της Ιεράς Συνόδου με τους καθηγητές των Θεολογικών Σχολών.
Η σύσκεψη έγινε στο Διορθόδοξο Κέντρο της Εκκλησίας της Ελλάδος και συμμετείχε εκπροσωπώντας το ΙΕΠ ο σύμβουλος του ΙΕΠ Ευστράτιος Ψάλτου.
Ο Αρχιεπίσκοπος αναφέρθηκε στις διατάξεις του Καταστατικού Χάρτη της Εκκλησίας, σύμφωνα με τις οποίες «αυτό το κείμενο που θα διδαχθεί στο μάθημα των Θρησκευτικών πρέπει να φέρει τη σφραγίδα της Εκκλησίας ότι δεν είναι ανορθόδοξο και αντιχριστιανικό. Αυτό είναι βασικό πράγμα που πρέπει να το λάβουμε υπόψη».
Πρόσθεσε μάλιστα ότι «εδώ πρέπει να παραδεχτούμε ότι μας παραβλέπει η πλευρά της Πολιτείας. Τα συζητάμε όμως αυτά και πρέπει να πω ότι υπάρχει προαίρεσις».
Ο Αρχιεπίσκοπος, κάνοντας παρέμβαση στο θέμα των Θρησκευτικών εστίασε στην στάση της Συνόδου απέναντι στις τρέχουσες εξελίξεις γύρω από το μάθημα των Θρησκευτικών λέγοντας χαρακτηριστικά:
«Εμείς ως Εκκλησία, ως Ιερά Σύνοδος μολονότι μας επιτίθενται, μας πληγώνουν, μας καταλογίζουν ότι είμαστε αδιάφοροι κλπ, έχουμε υπομονή. Και περιμένουμε. Και θα περιμένουμε να δούμε αυτά τα τετράδια. Και θα συμβουλευτούμε τους καθηγητές πανεπιστημίου, τους θεολόγους ώστε η κρίσις μας να είναι αυτή που πρέπει να είναι. Και εκεί θα δούμε αν συμφωνούμε ή δεν συμφωνούμε για τα περαιτέρω. Όμως ενώ εμείς έχουμε υπομονή σαν Σύνοδος, βλέπουμε από πλευράς πολιτείας βιασύνη. Γιατί ήδη κυκλοφορούν τα νέα τετράδια (βιβλία Θρησκευτικών) και γίνεται το μάθημα στα σχολεία. Αυτό πρέπει να πούμε ότι μας ανησυχεί λίγο».
Ο Αρχιεπίσκοπος κάλεσε τον σύμβουλο να μεταφέρει στο ΙΕΠ την αγωνία της Συνόδου και συγκεκριμένα ότι: «Πρώτον, ο Καταστατικός μας Χάρτης που βασίζεται στο Σύνταγμα λέει ότι έχουμε αρμοδιότητα εμείς -καλώς ή κακώς, το έχουμε – να πούμε τη γνώμη μας αν τα βιβλία των Θρησκευτικών είναι σύμφωνα με τη διδασκαλία της Εκκλησίας, όχι με τη δική μας γνώμη.
Και το δεύτερο, αφού τέθηκε για κάποιο χρόνο σε δοκιμασία το νέο αυτό υλικό, να έχουμε υπομονή από όλες τις πλευρές ώστε να τα δούμε με ηρεμία και να αποφασίσουμε. Και η Σύνοδος αυτό κάνει.
Και τελικά τότε θα φανεί ξάστερα τι επιδιώκουμε εμείς και τι επιδιώκει κάποιος άλλος χώρος. Γι’ αυτό πιστεύω ότι είναι ένας αγώνας που πρέπει με τιμιότητα και συνέπεια να τον συνεχίσουμε».