Αποζημίωση ύψους 40.000 ευρώ πρόκειται να λάβει μια γυναίκα από τη φίλη της που σκοτώθηκε σε τροχαίο δυστύχημα, με την ίδια τότε να είναι συνοδηγός στο αυτοκίνητο της μοιραίας σύγκρουσης.
Σύμφωνα με άρθρο του «Φιλελεύθερου» και του δημοσιογράφου Γιάννη Νεάρχου, όλα ξεκίνησαν τον Ιούνιο του 2003 που συνέβη το τροχαίο δυστύχημα με τη νεκρή οδηγό να φέρει αποκλειστική ευθύνη για τόσο για τον άδικο χαμό της όσο και για τους τραυματισμούς που υπέστη η συνοδηγός και φίλη της, η οποία αμέσως μετά το τροχαίο είχε λάβει δικαστικά μέτρα.
Εξαιτίας του τροχαίου η τότε 53χρονη γυναίκα που τραυματίστηκε στο δυστύχημα υπέστη εγκεφαλική διάσειση, κάταγμα στέρνου και θλάση μαλακών μορίων αυχένα, ενώ έφερε πολλαπλές εκδορές και εκχυμώσεις σε διάφορα σημεία του σώματός της.
Η αγωγή της συνοδηγού του αυτοκινήτου μετά το θάνατο της φίλης της κινήθηκε εναντίον του διαχειριστή της περιουσίας της εκλιπούσας, ο οποίος αποδέχθηκε πως για το τροχαίο δυστύχημα και τους τραυματισμούς της ενάγουσας πλήρη ευθύνη είχε η οδηγός. Έτσι το δικαστήριο έπρεπε να εξετάσει και να καθορίσει τις αποζημιώσεις που θα έπρεπε να δοθούν.
Το πρωτόδικο Δικαστήριο εξέτασε την αγωγή επιδίκασε αποζημιώσεις ύψους 40.000 ευρώ κάτι το οποίο δεν ικανοποιήσε την ενάγουσα κι έτσι άσκησε έφεση.
Το Εφετείο εξετάζοντας ξανά το θέμα έκρινε πως δεν υπήρχε κάποιο σφάλμα στην απόφαση του ύψους των επιδικασθεισών αποζημιώσεων από το πρωτόδικο Δικαστηρίο, με το εφετείο να σημειώνει στην απόφαση του πως: «έχοντας κατά νου τους τραυματισμούς της εφεσείουσας, δυνάμει των οποίων έχει ταλαιπωρηθεί σε μεγάλο βαθμό, δεν έχουμε ικανοποιηθεί ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο έσφαλε με την επιδίκαση του ποσού των €40.000,00 ως γενικές αποζημιώσεις, εξ ου και δεν δικαιολογείται η επέμβασή μας».
Μάλιστα, η ενάγουσα υποστήριξε επιπλέον πως, ένα χρόνο μετά, κρίθηκε από ιατροσυμβούλιο ανίκανη για εργασία στο τμήμα της δημόσιας υπηρεσίας που βρίσκονταν, λόγω των τραυματισμών που υπέστη από το τροχαίο με το Εφετείο να μην εντοπίζει οτιδήποτε μεμπτό στην απόφαση του πρωτόδικου Δικαστηρίου, αφού με βάση ιατρικής μαρτυρίας, έκρινε ότι τα προβλήματα υγείας της ενάγουσας «οφείλοντο αποκλειστικά στην προϋπάρχουσα κατάσταση οστεροαρθριτικών αλλοιώσεων της όλης σπονδυλικής στήλης και δεν προέρχονταν από τον τραυματισμό στο δυστύχημα».
Κι έτσι η έφεση της γυναίκας απορρίφθηκε διότι το Εφετείο υπέδειξε ότι «ακόμη όμως και στην περίπτωση που η κατάληξη του πρωτόδικου Δικαστηρίου ήταν διαφορετική, ότι δηλαδή η ανικανότητα της εφεσείουσας για εργασία οφειλόταν στο δυστύχημα, η εφεσείουσα δεν παρουσίασε πρωτόδικα καμιά αποδεκτή μαρτυρία ως προς το κατά πόσο υπέστη οποιαδήποτε οικονομική ή άλλη απώλεια και το ύψος της».