Η πρώτη έκθεση του Γραφείου Προϋπολογισμού της Βουλής υπό τον νέο επικεφαλής της Φραγκίσκο Κουτεντάκη, δόθηκε στη δημοσιότητα.
Πρόκειται για μια «μετρημένη» έκθεση, χωρίς να μπαίνει σε θέματα όπως το αν χρειάζεται ή όχι πιστοληπτική γραμμή στήριξης μετά τον Αύγουστο.
Ωστόσο, χτυπά καμπανάκι για τα χρέη που «πνίγουν» του φορολογούμενους:
«Το ύψος των ληξιπρόθεσμων οφειλών των φορολογούμενων και ασφαλισμένων προς το δημόσιο ξεπερνάει τα 130 δις ευρώ, δηλαδή το 73% του ΑΕΠ. Συνοπτικά, 46,7 δις προέρχονται από φορολογικά πρόστιμα και πρόσθετα τέλη ασφαλιστικών οφειλών, 22,9 δις από κύριες ασφαλιστικές οφειλές, 21,6 δις από ΦΠΑ, 18,8 δις από φόρους εισοδήματος και 10,6 δις από καταπτώσεις εγγυημένων δανείων. Άλλα 4,7 δις αφορούν λοιπές κατηγορίες φορολογικών οφειλών (τα 2,7 δις είναι φόροι περιουσίας) και τα υπόλοιπα 5,8 δις είναι μη φορολογικές οφειλές (καταλογισμοί, αχρεωστήτως καταβληθέντα, κλπ.)».
Η έκθεση σημειώνει ότι αυτές οι οφειλές προς το δημόσιο δεν επηρεάζουν το δημοσιονομικό αποτέλεσμα. Βεβαιώνονται μεν στην αρχή κάθε έτους αλλά δεν περιλαμβάνονται στα προβλεπόμενα έσοδα. Αυτά που μετρούνται ως έσοδα είναι οι εισπράξεις έναντι φορολογικών και ασφαλιστικών οφειλών.
Παράλληλα οι συντάκτες της έκθεσης τονίζουν την διαφωνία τους με γενικευμένες ευνοϊκές ρυθμίσεις χρεών: «Η αυστηρότητα των φορολογικών και ασφαλιστικών αρχών στην είσπραξη των δημόσιων εσόδων θα πρέπει να τηρείται απαρέγκλιτα και να αποφεύγονται γενικευμένες «ευνοϊκές» ρυθμίσεις που δημιουργούν κίνητρα καθυστέρησης πληρωμών και προσδοκίες ευνοϊκής αντιμετώπισης και αναβολής των προστίμων, αποδυναμώνοντας τη φορολογική και ασφαλιστική συμμόρφωση. Τέλος, οι όροι και οι προϋποθέσεις των επιμέρους ρυθμίσεων θα πρέπει να ακολουθούν ενιαίους και διαφανείς κανόνες που θα καθορίζονται σε κεντρικό επίπεδο και θα εφαρμόζονται με σχετικά αυτόματο τρόπο» τονίζεται.
Η έκθεση ζητά επίσης να διασφαλιστεί η ευρύτερη δυνατή συναίνεση από τον πολιτικό κόσμο της χώρας σε μια βάση στόχων και μέτρων, για μετά το τέλος των προγραμμάτων διάσωσης
Χτυπά καμπανάκι και για τα ασφαλιστικά ταμεία ενώ παίρνει θέση για το θέμα της ελάφρυνσης χρέους, ζητώντας να μην υπάρξουν «αιρεσιμότητες». Οπως αναφέρει η έκθεση:
«Από πλευράς των επίσημων δανειστών, το κρίσιμο ζητούμενο είναι ένα αποτελεσματικό σύστημα κινήτρων που θα εξασφαλίζει την υπεύθυνη στάση των μελλοντικών κυβερνήσεων. Εδώ αναμένεται να χρησιμοποιηθεί η ρύθμιση του χρέους υπό συνθήκες που θα αξιολογούνται σε βάθος χρόνου. Ωστόσο, τα μέτρα ελάφρυνσης που θα αποφασιστούν θα πρέπει να συμβάλλουν στη μελλοντική σταθερότητα και να μην χαρακτηρίζονται από αιρεσιμότητα – καθώς κάτι τέτοιο καθιστά δύσκολη την εκτίμηση των χρηματοδοτικών αναγκών της ελληνικής οικονομίας και θα καταστήσει δαπανηρότερη την αποκατάσταση της κανονικής χρηματοδότησης του Ελληνικού Δημοσίου από τις ιδιωτικές αγορές, δηλαδή τον τελικό σκοπό του όλου εγχειρήματος».
Η έκθεση του Γραφείου Προϋπολογισμού της Βουλής τονίζει ακόμη ότι «η αντιμετώπιση των προκλήσεων θα χρειαστεί χρόνο, καλοσχεδιασμένες παρεμβάσεις και βελτίωση του θεσμικού πλαισίου που διέπει την οικονομία. Κυρίως όμως θα χρειαστεί ένα στρατηγικό σχέδιο μακράς πνοής που εκ των πραγμάτων θα υπερβαίνει τη θητεία μιας κυβέρνησης. Συνεπώς, τα βασικά του στοιχεία θα πρέπει να τεθούν σε δημόσιο διάλογο προκειμένου να εξασφαλιστεί μια ελάχιστη συναίνεση».
Χτυπά επίσης καμπανάκι για τις μεσοπρόθεσμες προκλήσεις που καλείται να αντιμετωπίσει η ελληνική οικονομία όπως η διαχείριση των προβληματικών αποθεμάτων (δημόσιο χρέος, ληξιπρόθεσμες οφειλές αλλά και τα μη εξυπηρετούμενα ανοίγματα) και η συνεχιζόμενη συρρίκνωση του ανθρώπινου αλλά και του φυσικού κεφαλαίου.
Οπως σημειώνει, η υποβάθμιση του ανθρώπινου κεφαλαίου έχει προέλθει από τα πολύ υψηλά ποσοστά της μακροχρόνιας ανεργίας αλλά και στη συνεχιζόμενη φυγή εξειδικευμένου προσωπικού προς το εξωτερικό.
iefimerida.gr