«Πωωω. Έπρεπε. Ξέρεις τι έπρεπε; Έπρεπε να στο φέρω όλο και να σου αφήσω και το “βούτυρο”, φίλε, να πέσεις ξερός. Θα έτρωγες λίγο βουτυράκι, φίλε, και θα… Και όχι θα τέντωνες, θα κοιμόσουν σαν πουλάκι».
Είναι ένας από τους αποκαλυπτικούς διαλόγους των μελών του μεγάλου κυκλώματος διακίνησης ναρκωτικών που φέρνει στο φως η εφημερίδα «Ελεύθερος Τύπος»
Τα μέλη της συμμορίας για να αποφύγουν τον εντοπισμό τους από τις διωκτικές Αρχές χρησιμοποιούσαν στις τηλεφωνικές τους επικοινωνίες συνδέσεις με στοιχεία ανύπαρκτων (ghost cards) ή άλλων προσώπων ή διαδικτυακές εφαρμογές επικοινωνίας. Ταυτόχρονα φρόντιζαν να χρησιμοποιούν «ειδική ορολογία» στις συνομιλίες τους, όταν αναφέρονταν σε ναρκωτικές ουσίες.
Η «συζήτηση» μεταξύ ενός μέλους του κυκλώματος και του αστυνομικού για το «βουτυράκι» -που είναι ναρκωτική ουσία- είναι χαρακτηριστική: «Φίλε, μιλάμε τώρα είναι συγκλονιστικό. Συγκλονιστικό. Εγώ, φίλε, μετά από ένα βράδυ που υπό νορμάλ συνθήκες θα κοιμόμουν έντεκα η ώρα το πρωί. Εεεε έφαγα λίγο, όσο έβαλε το δάχτυλο. Σε ένα τέταρτο είχα κοιμηθεί σαν πουλάκι, φίλε, σαν πουλάκι».
Όπως προκύπτει από το διαβιβαστικό έγγραφο της Διεύθυνσης Εσωτερικών Υποθέσεων της ΕΛ.ΑΣ., μέρος του οποίου είναι στη διάθεση του Ελεύθερου Τύπου, το ένα από τα μέλη του κυκλώματος, βάσει του προειρημένου διαλόγου, ανέφερε στον αστυνομικό πως όταν θα ερχόταν στην Αθήνα θα του «έφερνε» τη ναρκωτική ουσία και πως «θα τη δώσουμε όπου θέλουμε», με τον αστυνομικό να απαντάει καταφατικά λέγοντας πως «δεν έχω πάρα πολύ».
Όπως προέκυψε από την έρευνα ο αστυνομικός που συνελήφθη προμηθευόταν και διέθετε ναρκωτικές ουσίες σε διευρυμένο δίκτυο ατόμων που από κοινού είχαν αναπτύξει τα μέλη της συμμορίας, ενώ ο δεύτερος αστυνομικός, αστυφύλακας ο οποίος υπηρετεί στη δυτική Μακεδονία, προμηθευόταν μικροποσότητες ναρκωτικών από μέλος της συμμορίας, χωρίς να έχει εξακριβωθεί ακόμα η μετέπειτα διάθεσή τους.