Μνήμες λίγων καλοκαιριών πίσω. Τότε που το απροσδόκητο γεγονός της προσφυγιάς ήταν στην πρώτη γραμμή της επικαιρότητας.
Πολλοί δεν θέλησαν ή δεν προέκυψε να βρεθούν στο λιμάνι ή στο παλιό αεροδρόμιο. Εκεί που θα έβλεπαν τα δικά τους μάτια το «πλήρες όλον» του προσφυγικού.
- του Δημήτρη Γιαγτζόγλου
Κάτι που δεν έκανε η Άννα Βοργία. Άφησε πίσω της το μοιρολόι που είχε στήσει μέσα της, τα παιχνίδια του ανυπόταχτου νου, τα ανακυκλωμένα λόγια, τους θυμούς και τα συμπεράσματα. Μην αντέχοντας άλλο τη τυραννία της απάθειας, την ξύπνησε η σκέψη της συμμετοχής. Αυτές οι ζοφερές συγκυρίες που μας άνοιξαν τον δρόμο για να ζήσουμε όσοι πηγαίναμε εκεί τις ανθρωποφάγες χρονιές 2015 – 2016. Όσοι βρέθηκαν εκεί έζησαν τον άλλον, τον ξένο αλλά και τον γηγενή, τον δικό μας.
Η Άννα υπογράφει το εκπληκτικό βιβλίο «Πύλες Ε1, Ε2 – Πειραιάς 2015-2016». Και σε αυτό απλώνονται στιγμές, εικόνες και σιωπές πέρα από τα όρια της απελπισίας. Τόσο που ξεχάσαμε το δικό μας δράμα. Το δράμα της χώρας που ειδικά το καλοκαίρι του 2015 χαροπάλευε. Και όπως σημειώνει η ίδια «άρχισε να ξεσκονίζεται η δική μας ταυτότητα. Ξεδιπλώθηκαν τα δικά μας ξεχασμένα χαρακτηριστικά. Ένα αναστάσιμο πνεύμα αγάπης, ένας νους ενσυναίσθησης λειτούργησε, ως ανεπαίσθητο ισορρόπισμα στην αδιόρθωτη, παραπαίουσα, ένδοξη ανθρωπότητα…»
Η ίδια θυμάται. «Το πρωί, έφτασε το πλοίο γεμάτο πρόσφυγες, με τα σημάδια εξουθένωσης να είναι αποτυπωμένα στα πρόσωπά τους.
Αυτός ο κόσμος που φτάνει στον τόπο μας, μέχρι χθες, ζούσε τις δικές του μικρές ιστορίες, στα σπίτια του στις γειτονιές του, στην χώρα του… Τώρα ιστορίες της τύχης και της αδυσώπητης μοίρας που θα τους συνοδεύουν , θα έχουν την σφραγίδα της απορίας και η δική μας φαντασία να φτιάχνει σενάρια άχρηστης λύπης για την απαξίωση της ζωής…
… “Νερό” ρώτησα. Το χέρι του σηκώθηκε αργά για να μείνει μετέωρο. Τότε πραγματικά κατάλαβα. Έβαλα στην παλάμη του ένα μπουκάλι νερό. “Πως έγινε” συνεχίζω για να ακούσω σε λίγε αράδες να ξεδιπλώνεται η ζωή, τα τελευταία χρόνια στην Συρία. “Βομβαρδίστηκε το σπίτι, σκοτώθηκαν όλοι, ο αδελφός με έσωσε…ήταν μαζί μου στο νοσοκομείο. Και αυτό γκρεμίστηκε. Ο αδελφός μου ήταν πάντα μαζί μου, ήταν όλα. Περπατήσαμε πολύ μέχρι να φτάσουμε στο τρένο, μετά είμαστε πολλοί στο φορτηγό, φτάσαμε θάλασσα. Μπήκαμε στη βάρκα και μετά τον έχασα… Θέλω να ζει ο αδελφός μου”. Σήκωσε το κεφάλι στον ουρανό. Είχε σκοτεινιάσει… Άλλαξα κουβέντα. “Μιλάς αγγλικά” μονολόγησα σαν διαπίστωση. “Έμαθα από μικρός, σπούδαζα αρχαιολογία”.»
Και η μια απρόσμενη ιστορία. Όταν η ίδια ταξινομούσε ρούχα που έστελναν από παντού. Συγκεκριμένα από την Στουτγκάρδη. «Στο βάθος της χάρτινης κούτας ένα διαφορετικό ύφασμα, κατάλευκο διπλωμένο με φροντίδα από αυτόν που το τύλιξε. Το έπιασα με προσοχή, σιγά σιγά το σήκωσα ψηλά, το άπλωσα πάνω από μία στοίβα κούτες…Μια μάνα μια γιαγιά, είχε αγαπήσει αυτό, που κάποτε θα στόλιζε τη νύφη-κόρη της…Για λίγο η νύφη χωρίς το σώμα έμοιαζε να ζωντανεύει απέναντί μου.
Το νυφικό δεν ήταν μόνο του. Δεξιά στο μέρος του στήθους ήταν καρφιτσωμένος ένας κιτρινισμένος φάκελος. Βγάζω την σκουριασμένη παραμάνα και τον παίρνω στα χέρια μου…Η πρώτη σελίδα “Ληξιαρχική Πράξη Γάμου” η δεύτερη “Διαζευκτήριον”. Ελληνικό Προξενείο Στουτγκάρδης.
Σιωπή. Πως σκέφτηκε να στείλει το νυφικό της! Τα όνειρά της, οι ελπίδες της, η ζωή που θα ήθελε να ζήσει μακριά από την πατρίδα της, τους συγγενείς της, από τους φίλους της, τώρα όλα επιστρέφουν, διπλωμένα με νοικοκυροσύνη στον πάτο μιας χάρτινης κούτας».
«ΠΥΛΕΣ Ε1, Ε2 – Πειραιάς 2015 -2016» της Άννας Βοργία
ΕΚΔΟΣΕΙΣ Αρμός