Γένους θηλυκού αλλά το όνομά της, καμία σχέση. Κρατά το μυστικό της τόσα χρόνια που την κάνει μοναδική, στην χειροποίητη κατασκευή της. Η ρακέτα «Το αγόρι» και η ιστορία της μέσα από την κουβέντα με τον «μάστορα», την γυναίκα που εκτόξευσε την επιχείρηση, κρατώντας ζωντανή την μνήμη του «αγοριού», του συντρόφου της Δημήτρη Φερεντίνου.
Του Δημήτρη Γιαγτζόγλου
Η κ. Μαρία Παπαναστασίου ξεφυλλίζει της σελίδες της ζωής της. «Το ξεκινήσαμε από χόμπι μας. Το αγαπήσαμε πολύ και ότι αγαπάς το φτιάχνεις πάντα πολύ καλά. Κι έτσι «Το αγόρι» έκλεισε πια τα 60 και παραμένει πάντα νέο»
Θυμάται. «Το 1958 ένας νέος τότε από τους Έλληνες που ζούσαν στην Αίγυπτο, επιπλοποιός, έφερε την ρακέτα εδώ. Εκεί έπαιζαν τένις. Η Ελλάδα ακόμη μάζευε τα κομμάτια τα από τον πόλεμο και τον εμφύλιο. Έφτιαξε, λοιπόν, στην αρχή μια ξύλινη ρακέτα, αλλά με μακριά λαβή, σαν αυτή του τένις. Κι άρχιζαν να παίζουν στην παραλία. Ήταν ένα φθηνό σπορ αυτό».
Και σιγά σιγά να πως ξεκίνησαν όλα. «Ο σύντροφός μου είχε σχέση με το ξύλο γιατί ήταν επιπλοποιός. Πήγε στον Μπάτη με έναν φίλο του και άρχισαν να παίζουν. Στον Μπάτη ήταν το πρώτο στέκι της ρακέτας. Ήταν , όμως πολύ βαριές και η λαβή μακριά. Ο σύντροφός μου πολυτάλαντος, άρχισε να ψάχνει πως θα κάνει κοντή την λαβή αλλά και πως θα μειώσει το βάρος. Και κάπως έτσι σκέφθηκε να κάνει το εσωτερικό της με κενά αέρος. Κατάφερε μα αυτό τον τρόπο να βγάλει την ρακέτα σε πολλά και διαφορετικά βάρη».
Ρώτησα την κ. Παπαναστασίου αν τον ζήλευε όταν έπαιζε. Γέλασε. «Στην αρχή φυσικά. Ήταν πολύ όμορφος άντρας, μαυρισμένος, γυμνασμένος γιατί ήταν αθλητής. Κι όταν πηγαίναμε στην παραλία μαζί τον έχανα. Τον τράβαγε ο ένας από εδώ, ο άλλος από εκεί, κοπέλες συνέχεια, αρκεί να έπαιζαν έστω για δέκα λεπτά μαζί του ρακέτες. Ήταν ελάχιστοι εκείνοι που ήξεραν ρακέτες εκείνη την εποχή».
Εκείνη την εποχή, τους έλεγαν και τρελούς. «Μας είχαν κολλήσει πολλές ετικέτες. Αλλά κυρίως μας έλεγαν τρελούς. Πηγαίναμε κυρίως χειμώνα και παίζαμε. Ε και μετά κολυμπούσαμε κιόλας. Για αυτό μα έλεγαν τρελούς».
Πως βγήκε το όνομα «Το αγόρι» για τις ρακέτες. «Ο σύντροφός μου ήταν, όπως σας είπα πολύ όμορφος. Αλλά δεν ήξεραν το όνομά του. Πάντα στην τσάντα του είχε έτοιμες καμιά δεκαριά ρακέτες γιατί ο κόσμος άρχισε να τις ζητάει. Δεν ήξεραν το όνομά του και του φώναζαν “αγόρι θα μας φέρεις και από εδώ ρακέτες”, “αγόρι θέλουμε ρακέτες”. Αυτό ήταν. Καθιερώθηκε το λογότυπο «Το αγόρι» από τον ίδιο τον κόσμο. Μετά άφησε και τα έπιπλα και ασχολήθηκε αποκλειστικά μα την ρακέτα. Αργότερα μπήκα κι εγώ σιγά σιγά στον χώρο».
Τα χρόνια πέρασαν άλλαξαν και τα δεδομένα. «Στην αρχή ήταν μια πολύ μικρή επιχείρηση. Ήταν μικρή η παραγωγή γιατί ήταν ελάχιστοι οι παίκτες. Τώρα πια κάνουμε και εξαγωγές. Έχουμε ανοίξει και την πόρτα της Αμερικής. Είναι μικρή ακόμη αλλά θα ανοίξει κι άλλο. Βεβαίως και η κρίση μας άγγιξε. Μας σώζει το ότι κατασκευάζουμε το προϊόν εδώ. Δεν μείναμε με σταυρωμένα χέρια. Εξελίξαμε την ρακέτα. Βάλαμε και κάρμπον για να μειώσουμε κι άλλο το βάρος».
Και το πιο συγκινητικό για το τέλος. «Έρχονται πελάτες που έχουν ρακέτες 30 ολόκληρα χρόνια. Θέλουν να αγοράσουν καινούργιες αλλά ρωτάνε τι αν φτιάχνονται και οι παλιές. Τους λέω να τις κρεμάσουν για να έχουν να θυμούνται ιστορίες. Οι ρακέτες μας ζουν πάνω από είκοσι χρόνια, όσος κι αν τις ταλαιπωρούν οι παίκτες».