Και ποιος δεν έχει περάσει από τα Αναφιώτικα άνοιξη. Κάπως έτσι καλοπιάνουμε όλοι την καλοκαιρινή μας διάθεση. Με μια φωτογραφία κάτω από μια βουκαμβίλια σε μια από αυτές τις αυλές που σε πολλούς από εμάς που μεγαλώσαμε σε γειτονιές μας θυμίζουν τα παιδικά μας χρόνια.
Αλλά θα σας έλεγα ότι μια βόλτα από τα Αναφιώτικα αξίζει κάθε εποχή. Ναι σαν να είσαι μονίμως κάπου στις Κυκλάδες.
- του Δημήτρη Γιαγτζόγλου
Οι κάτοικοι λιγοστοί, οι περισσότεροι ηλικιωμένοι, επιμένουν και ζουν σε αυτήν γραφική γωνιά της Πλάκας με τα γαλάζια παραθυρόφυλλα. Και παραμένουν παρά τα πολλά προβλήματα. Την αδιαφορία των τοπικών αρχών. Προφανώς όλοι τους θυμούνται πριν τις αυτοδιοικητικές εκλογές. Σκουπίδια εγκαταλελειμμένα οικόπεδα, γερμένα κτίρια που κοντεύουν να γκρεμιστούν, αυξημένα κρούσματα κλοπών. Οι τελευταίοι ρομαντικοί τόσο κοντά μας και τόσο μακριά μας.
Η κυρία Ελένη Ξυνού Γιαννακάκη γέννημα θρέμμα των Αναφιώτικων μιλάει στο usay.gr για τα προβλήματά τους.
«Το κυριότερο πρόβλημά μας είναι ότι δεν έχουμε φώτα. Εδώ και ενάμιση χρόνο παλεύω για ένα φανάρι που πρέπει να αλλαχθεί σε ένα σημείο. Είναι χαλασμένο τόσο καιρό, περνάει ο κόσμος είναι σκοτάδι, είναι τα καλώδια δίπλα στον κόσμο. Κλοπές γίνονται συνέχεια, οι δρόμοι είναι αίσχος, είχαν πει ότι θα ασφαλτοστρώσουν δεν έχουν κάνει τίποτα».
«Κλέβουν συνέχεια πορτοφόλια. Έχουμε πάει στο αστυνομικό τμήμα είκοσι πορτοφόλια αυτό το καλοκαίρι. Τα κλέβουν, κρατάνε ότι θέλουν και τα πετάνε. Περνάνε το καλοκαίρι από εδώ χίλια άτομα την ημέρα. Είναι κάποιοι που μπαίνουν μέσα στα γκρουπ των τουριστών. Έχουμε πιάσει και δυο τρεις. Πρόσφατα πιάσαμε μια ρομά ρουμάνα. Ο άντρας μου με δύο γείτονες προσπαθούσαν να την κρατήσουν μέχρι να έρθει η αστυνομία, φώναζε τους δάγκωνε, αλλά ήρθαν και την πήραν. Αυτοί είναι δυο δυο, τρεις τρεις, μπαίνουν μέσα στα γκρουπ, έχουν φωτογραφική μηχανή πάνω τους, χάρτες, κάνουν τους τουρίστες. Και όπως είναι το γκρουπ και στριμώχνεται ο κόσμος παίρνουν τα πορτοφόλια τους και μετά τα πετάνε. Κι εμείς τα βρίσκουμε στις γλάστρες και στο δρόμο».
Τα μισογκρεμισμένα κτίσματα αποτελούν μεγάλο πονοκέφαλο. «Υπάρχει ένα χάλασμα του Υπουργείου Πολιτισμού. Έχει γίνει ένας σκουπιδότοπος. Έχουμε κάνει πόσες κινήσεις τόσα χρόνια έστω κι για μία απολύμανση. Έχουμε γεμίσει κατσαρίδες και ποντίκια. Είναι γάτες ψόφιες μέσα. Όποιος περνάει όλο και κάτι πετάει εκεί μέσα. Δεν υπάρχει ένας άνθρωπος να ασχοληθεί με αυτό, να μας πει αν θα το καθαρίσουν , αν θα το γκρεμίσουν. Είναι ντροπή κάτω από την Ακρόπολη. Είναι μια εστία μόλυνσης επικίνδυνη. Εγώ αντισώματα δε έχω, είμαι καρκινοπαθείς. Δεν επιτρέπεται να βγαίνω έξω από το σπίτι μου σε τέτοια μόλυνση. Υπάρχουν πολλοί ηλικιωμένοι εδώ με προβλήματα υγείας. Προεκλογικά ήρθαν όλοι. Και ακούσαμε πολλά θα. Αλλά αυτά τα θα τα ακούμε πολλά χρόνια. Εγώ μεγάλωσα εδώ με αυτά τα θα πάντα».
«Δεν υπάρχει αστυνομική περιπολία. Είπα ότι θα βάλουν. Που είναι. Ήρθαν μόνο κάτι αστυνομικοί από μόνοι τους λίγες φορές. Αλλά αυτό δεν γίνεται. Η δημοτική αστυνομία δεν έρχεται ποτέ. Είναι μόνο για να γράφει και να κόβει πρόστιμα».
«Είμαστε εδώ 45-50 άτομα εδώ. Εγώ εδώ γεννήθηκα, εδώ μεγάλωσα. Ήταν μια υπέροχη γειτονιά τα Αναφιώτικα. Ακόμη και σήμερα όσοι έχουμε μείνει κρατάμε την γειτονιά. Είμαστε έξω, πίνουμε μαζί το καφεδάκι μας, δίνει ο ένας του άλλου φαγητό. Το κρατάμε ακόμη και σήμερα αυτό. Αλλά δεν υπάρχει κάτι που να κάνει να νιώθουμε ασφαλείς. Μας έχουν κατακλέψει. Σίδερα παντού στα παράθυρα. Και αυτό γίνεται με δυσκολία από πολλούς. Είναι συνταξιούχοι και δεν περισσεύουν».
Ο σύζυγός της ήρθε στη γειτονιά μαζί της. «Είναι μια υπέροχη γειτονιά και τη έχουν αφήσει στο έλεος των κατοίκων. Θέλει και μπορεί να βγει η γυναίκα μου να καθαρίσει το σοκάκι , έχει καλώς. Αλλιώς δεν θα ενδιαφερθεί κανείς. Έρχεται τόσος κόσμος και περνάνε όλοι έξω από το σπίτι μας και κάνουν την βόλτα τους και λένε όλοι πόσο όμορφα είστε εδώ, τα εύσημα ανήκουν μόνο στους ανθρώπους που ζουν εδώ και σε κανέναν φορέα του κράτους. Και ένα πρόβλημα είναι ότι δεν έχουμε καθόλου εύκολη πρόσβαση με το αυτοκίνητο για να φθάσουμε στο σπίτι μας. ενώ υπάρχουν στενάκια που θα μπορούσαν να μας διευκολύνουν. Δεν είμαστε πολλοί που ζούμε εδώ. Και μας αναγκάζουν μνα κάνουμε τεράστιους κύκλους και να περνάμε από το Σύνταγμα. Μόνο τις συγκεντρώσεις να σκεφτεί κανείς που έχουμε συνέχεια καταλαβαίνεται ότι πολλές φορές αναγκαστικά αφήνουμε το αυτοκίνητό μας πάρα πολύ μακριά γιατί δεν μπορούμε να κάνουμε αλλιώς».