«Για να πετύχει τον φιλόδοξο μεσοπρόθεσμο στόχο της για πρωτογενές πλεόνασμα 3,5% του ΑΕΠ, η Ελλάδα θα πρέπει να πάρει μέτρα της τάξης περίπου του 4-5% του ΑΕΠ. Δεν μπορούμε να δούμε πώς μπορεί να το πετύχει αυτό η Ελλάδα χωρίς σημαντικές εξοικονομήσεις στις συντάξεις».
Η φράση ενσωματώνεται σε άρθρο του Πολ Τόμσεν το οποίο αναρτήθηκε αργά χθες το βράδυ στην ιστοσελίδα του iMFdirect, μετά την ολοκλήρωση του Eurogroup. Ούτε λίγο ούτε πολύ, ο διευθυντής του Ευρωπαϊκού Τμήματος του ΔΝΤ,ζητά από την Ελλάδα να πάρει μέτρα που αντιστοιχούν σε περίπου 8-9 δις. ευρώ την επόμενη περίοδο (χωρίς να το αναφέρει στο άρθρο του, φωτογραφίζει την περίοδο του μεσοπρόθεσμου δηλαδή μέχρι το 2019) και ουσιαστικά μιλά για την ανάγκη γενναίας μείωσης των υφιστάμενων συντάξεων.
Αναφερόμενος στο ασφαλιστικό της Ελλάδας, ο κ. Τόμσεν το χαρακτηρίζει πολύ «γενναιόδωρο»: «Παρά τις ασφαλιστικές μεταρρυθμίσεις του 2010 και του 2012, το Ελληνικό ασφαλιστικό σύστημα παραμένει σε οικονομικά- απλησίαστα και γενναιόδωρα επίπεδα. Για παράδειγμα, οι τυπικές συντάξεις σε ονομαστικούς όρους ευρώ, είναι σε γενικές γραμμές παρόμοιες στην Ελλάδα και στη Γερμανία, αν και η Γερμανία -με μέτρο το μέσο μισθό- είναι δύο φορές πιο πλούσια από την Ελλάδα. Οι Έλληνες εξακολουθούν να συνταξιοδοτούνται πολύ πιο νωρίς από τους Γερμανούς, και ότι η Γερμανία είναι πιο αποτελεσματική στην είσπραξη των ασφαλιστικών εισφορών. Το αποτέλεσμα είναι ότι ο Ελληνικός προϋπολογισμός χρειάζεται να μεταφέρει περίπου το 10% του ΑΕΠ για να καλύψει το μεγάλο κενό στο ασφαλιστικό σύστημα, σε σύγκριση με τον Ευρωπαϊκό μέσο όρο που είναι 2%. Σαφώς, αυτό δεν είναι βιώσιμο» αναφέρει στο άρθρο του ο κ. Τόμσεν.
Ο ίδιος απαντά εμμέσως και στο ερώτημα αν θα μπορούσε να βρεθεί εναλλακτική λύση μέσα από την αύξηση της φορολογίας, πολιτική που θέλει να ακολουθήσει η ελληνική κυβέρνηση: «Το περιθώριο αύξησης των φορολογικών συντελεστών, είναι πολύ περιορισμένο, αναφέρει ο κ. Τόμσεν και συνεχίζει: «Το μεγαλύτερο μέρος των άλλων δαπανών έχει ήδη κοπεί δραστικά στην προσπάθεια να προστατευτούν οι συντάξεις και οι κοινωνικές παροχές, ενώ η δυστοκία στη διεύρυνση της βάσης και στη βελτίωση της συμμόρφωσης έχει ήδη προκαλέσει μεγάλη εξάρτηση από υψηλούς φορολογικούς συντελεστές».
Ο κ. Τόμσεν απαντά εμμέσως στην ελληνική κυβέρνηση και όσον αφορά στο επιχείρημα ότι οι συντάξεις παίζουν ευρύτερο κοινωνικό ρόλο εκτιμώντας ότι αυτό δεν είναι δουλειά του ασφαλιστικού και απαιτεί να αναπτυχθεί ένα βιώσιμο κοινωνικό δίχτυ ασφάλειας. Αναφέρει χαρακτηριστικά: «Η κυβέρνηση έχει δίκιο να επισημαίνει ότι οι συντάξεις στην Ελλάδα έχουν μια ευρύτερη κοινωνική λειτουργία. Όμως, η χρήση των συντάξεων με τον τρόπο αυτό δεν αποτελεί βιώσιμη λύση. Αυτό που χρειάζεται -και που είναι κάτι που το ΔΝΤ υποστηρίζει- είναι ένα σύγχρονο κοινωνικό δίχτυ ασφαλείας που είναι μεσοπρόθεσμα βιώσιμο».
Πάντως, ο κ. Τόμσεν επαναλαμβάνει την ανάγκη αναδιάρθρωσης του ελληνικού χρέους: «όσες μεταρρυθμίσεις και να γίνουν, δεν θα μπορέσουν να καταστήσουν το ελληνικό χρέος βιώσιμο χωρίς την ελάφρυνσή του, και από την άλλη μεριά, όσες ελαφρύνσεις του χρέους και να γίνουν δεν θα μπορέσουν να καταστήσουν βιώσιμο το Ελληνικό ασφαλιστικό σύστημα χωρίς ασφαλιστικές μεταρρυθμίσεις. Πρέπει να γίνουν και τα δύο. Αναμφίβολα, η Ελλάδα και οι Ευρωπαίοι εταίροι της θα πρέπει να πάρουν δύσκολες πολιτικές αποφάσεις στους επόμενους μήνες, ώστε να καταλήξουν σε ένα πρόγραμμα που είναι βιώσιμο -ένα πρόγραμμα με νούμερα που βγαίνουν».
Αξιολόγηση έως 27 Μαρτίου
Πάντως, ανεξάρτητα από τις θέσεις που διατύπωσε ο Πολ Τόμσεν στο άρθρο του, χθες στο Eurogroup οι εταίροι φαίνεται ότι έθεσαν ως στόχο την ολοκλήρωση της πρώτης αξιολόγησης του ελληνικού προγράμματος μέχρι το Πάσχα των Καθολικών (27 Μαρτίου). Ωστόσο -παρά την πρόοδο που έχει σημειωθεί- η προσέγγιση των θέσεων σε σημαντικά θέματα δεν είναι τέτοια που να επιτρέπει τον καθορισμό ημερομηνίας επιστροφής των εκπροσώπων των θεσμών στην Αθήνα.
Η χθεσινή συζήτηση για την Ελλάδα στη συνεδρίαση του Εurogroup έγινε όπως και εκείνη του προηγούμενου μήνα σε καλό κλίμα, αλλά -πέρα από τα θετικά σχόλια του προέδρου του Εurogroup Γερούν Ντάισελμπλουμ και του επιτρόπου Πιερ Μοσκοβισί- οι διαφορές σε σημαντικά θέματα, όπως το ασφαλιστικό και το δημοσιονομικό, εξακολουθούν να παραμένουν.
Μάλιστα, πριν από τη συνεδρίαση, ο υπουργός Οικονομικών κ. Τσακαλώτος είχε διαδοχικές συναντήσεις τόσο με τον κ. Μοσκοβισί όσο και με τον διευθυντή του γραφείου του ΔΝΤ στην Ευρώπη Πολ Τόμσεν, όπου πηγές του υπουργείου Οικονομικών υπογράμμισαν ότι υπήρξε συνεκτίμηση της ανάγκης να ολοκληρωθεί το ταχύτερο δυνατόν η αξιολόγηση.
Οι θεσμοί μάς ενημέρωσαν ότι οι συζητήσεις στην Αθήνα έγιναν σε καλό κλίμα και επιτεύχθηκε σημαντική πρόοδος, ανέφερε ο κ. Ντάισελμπλουμ, προσθέτοντας ότι πρέπει να συνεχίσουμε τις προσπάθειες, ώστε να φτάσουμε σε μια συμφωνία. «Καλούμε τις δύο πλευρές να συνεχίσουν αυτές τις προσπάθειες κυρίως στο ασφαλιστικό, στο δημοσιονομικό και στο νέο ταμείο ιδιωτικοποιήσεων» υπογράμμισε.
Θα πρέπει να σημειωθεί ότι προσερχόμενος στη συνεδρίαση ο πρόεδρος του Εurogroup είχε δηλώσει ότι δεν ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα δημοσιεύματα περί εκτροχιασμού των συζητήσεων μεταξύ των θεσμών και της κυβέρνησης, τονίζοντας ότι έχει καλυφθεί σημαντικό έδαφος, η διαδικασία συνεχίζεται και πως θα φτάσουμε σε ένα καλό αποτέλεσμα.
Από την πλευρά του ο κ. Μοσκοβισί επισήμανε ότι η ελληνική οικονομία παρά τους περιορισμούς στην κίνηση κεφαλαίων αποδείχτηκε ανθεκτική και πως από το δεύτερο εξάμηνο του 2016 θα επανέλθει σε αναπτυξιακή τροχιά, η οποία θα επιταχυνθεί το 2017 υπό την προϋπόθεση -όπως είπε- ότι θα εφαρμοστεί πιστά το πρόγραμμα.
Αναφορικά με το χρονοδιάγραμμα της αξιολόγησης, ο Γάλλος επίτροπος υπογράμμισε ότι πρέπει να συνεχίσουμε τις προσπάθειες ώστε οι θεσμοί να επιστρέψουν το συντομότερο δυνατό και να κλείσει η διαπραγμάτευση μέσα στις επόμενες βδομάδες. Οταν κλήθηκε να προσδιορίσει χρονικά την ολοκλήρωση της διαπραγμάτευσης απάντησε ότι ένας εφικτός στόχος είναι μέχρι το Πάσχα των καθολικών, δηλαδή στο τέλος Μαρτίου. Στο σημείο αυτό διευκρίνισε ότι τόσο η Κομισιόν όσο και το Εurogroup είχαν πει απ’ την αρχή ότι οι διαπραγματεύσεις της πρώτης αξιολόγησης δεν θα τελειώσουν σε μια φάση συζητήσεων αλλά σε περισσότερες.
Σχετικά με την ουσία, ο κ. Μοσκοβισί επιβεβαίωσε ότι τα δύο βασικά προβλήματα είναι το ασφαλιστικό και το δημοσιονομικό, όπου θα πρέπει να καλυφθεί το κενό. Ειδικότερα για το ασφαλιστικό είπε ότι οι εταίροι και οι θεσμοί έχουν επίγνωση ότι πρόκειται για μια μεταρρύθμιση ευαίσθητη και δύσκολη πολιτικά και κοινωνικά για την κυβέρνηση, ωστόσο τα πράγματα θα γίνουν πολύ χειρότερα για την Ελλάδα αν αφεθούν για αργότερα.
Ο επίτροπος δεν αναφέρθηκε σε λεπτομέρειες, ωστόσο ανώτερος αξιωματούχος της Ευρωζώνης ανέφερε προχθές στις Βρυξέλλες ότι στο μεν ασφαλιστικό τα ανοικτά θέματα είναι το ποσοστό αναπλήρωσης και τα ελάχιστα έτη εργασίας για τη διασφάλιση δικαιώματος εθνικής σύνταξης, για δε το δημοσιονομικό τα μέτρα ύψος 1% του ΑΕΠ που θα πρέπει να εξειδικευθούν. Αυτό που είπε είναι ότι έχει σημειωθεί σημαντική πρόοδος, αλλά υπάρχει ακόμη αρκετός δρόμος που πρέπει να διανύσουμε.