Ο «κύβος ερρίφθη» για την κατάργηση όλων των πρόωρων συνταξιοδοτήσεων, από τον Ιανουάριο του 2016. Σύμφωνα με την πρόταση της ελληνικής κυβέρνησης προς τους εκπροσώπους των πιστωτών, από το επόμενο έτος θα αυξάνεται σταδιακά κατά έξι μήνες ανά έτος, η ηλικία εξόδου προς τη σύνταξη για τουλάχιστον 200.000 ασφαλισμένους, από τους συνολικά 280.000 που σήμερα καλύπτονται από ειδικές συνταξιοδοτικές ρυθμίσεις, οι οποίες επιτρέπουν την πρόωρη συνταξιοδότηση πριν το 62ο έτος της ηλικίας τους.
Ο αναπληρωτής υπουργός κοινωνικής ασφάλισης κ. Δημήτρης Στρατούλης, επανέλαβε ότι σε κάθε περίπτωση θα διασφαλισθούν τα ώριμα και θεμελιωμένα ασφαλιστικά δικαιώματα περίπου 80.000 ασφαλισμένων οι οποίοι μπορούν ανά πάσα στιγμή να βγουν στη σύνταξη.
Μάλιστα, ο γ.γ. Κοινωνικής ασφάλισης κ. Γιώργος Ρωμανιάς, ανέφερε ότι στο κείμενο που επέδωσε ο κ. Γιούνκερ προς τον Έλληνα πρωθυπουργό κ. Αλέξη Τσίπρα, υπάρχει συγκεκριμένη αναφορά για την διασφάλιση των θεμελιωμένων ασφαλιστικών δικαιωμάτων.
Σύμφωνα με τη Ναυτεμπορική, μέχρι τώρα όλες οι πληροφορίες συγκλίνουν στο συμπέρασμα ότι δεν θα θιγούν όσοι έχουν θεμελιωμένα δικαιώματα όπως εργαζόμενοι στα βαρέα, μητέρες ανηλίκων και άτομα με αναπηρία. Στο επίκεντρο του ενδιαφέροντος βρίσκονται κυρίως ασφαλισμένοι πριν το 1993 οι οποίοι σήμερα μπορούν να βγουν στη σύνταξη πριν το 62ο έτος της ηλικίας τους.
Σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία όσοι πρωτοασφαλίστηκαν μετά την 1-1-1993 μπορούν να συνταξιοδοτηθούν με πρόωρη σύνταξη στα 62 έτη και με πλήρη στα 67 έτη.
Εισφορά περίθαλψης και στις επικουρικές συντάξεις
Για πρώτη φορά στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων υπάρχει η πρόταση για επιβολή εισφοράς ύψους 5% επί των επικουρικών συντάξεων και αύξησης της αντίστοιχης εισφοράς που υπάρχει σήμερα στις κύριες συντάξεις.
Η πρόταση αυτή, αν και οδηγεί σε μείωση του πραγματικού ποσού της σύνταξης, θεωρείται λιγότερο επώδυνη από την οριζόντια μείωση των συντάξεων, κύριων και επικουρικών που πρότειναν οι πιστωτές, καθώς τα χρήματα από τις κρατήσεις των ασφαλιστικών εισφορών θα διοχετευτούν στον ΕΟΠΠΥ και όχι στην αποπληρωμή των τοκοχρεολυσίων.
Αίσθηση, αλλά και ποικίλα σχόλια, προκάλεσε η πληροφορία ότι η ελληνική πλευρά ζήτησε αύξηση των εργοδοτικών εισφορών, δεδομένου ότι οι ασφαλιστικές εισφορές εργοδοτών – εργαζομένων είναι οι υψηλότερες στην Ε.Ε., ακόμη και μετά την πρόσφατη μείωση τους κατά 5% τα 2 τελευταία χρόνια (3,9% + 1,1%).
Πριν την μείωση το σύνολο των εισφορών για έναν απλό ασφαλισμένο του ΙΚΑ, αντιστοιχούσε περίπου στο 44% του συνολικού μισθολογικού κόστους ανά εργαζόμενο.
Σε κάθε περίπτωση είναι σχήμα οξύμωρο να προτείνεται ή αύξηση των εργοδοτικών εισφορών και ταυτόχρονα η σταδιακή αύξηση των μισθών σε μια οικονομία που βρίσκεται επτά χρόνια σε ύφεση. Επισημαίνουμε ότι σύμφωνα με εκτιμήσεις του υπουργείου εργασίας οι καθυστερήσεις πληρωμών, λόγω κρίσης, αγγίζουν περίπου 800.000 εργαζόμενους του ιδιωτικού τομέα.
Προκύπτει λοιπόν το λογικό ερώτημα, εάν μια οικονομία μπορεί να αντέξει, ταυτόχρονα, αύξηση εργοδοτικών εισφορών, αύξηση κατώτατων μισθών και να είναι συνεπής με τις πληρωμές των εργαζομένων. Για το λόγο αυτό η “πρόταση” αύξησης των εργοδοτικών εισφορών θεωρήθηκε «ως μη γενόμενη».
πηγή: Ναυτεμπορική
Διαβάστε επίσης: