Ο Ρόουαν Τόμπσον είχε επισκεφθεί τη μητέρα του Τζοάνα και οι δυο τους είχαν μόλις επιστρέψει από ένα πρωινό τζόγκινγκ όταν ο 17χρονος της επιτέθηκε στο σπίτι του χωριού της στο Χάμπλεντον της νοτιοανατολικής Αγγλίας.
Η Τζοάνα Τόμπσον, 50 ετών, στραγγαλίστηκε μέχρι να χάσει τις αισθήσεις της. Μετά από «10 ή 15 λεπτά», ο γιος της επέστρεψε για να την αποτελειώσει, καταφέροντάς της συνολικά 118 μαχαιριές: 38 στο μέτωπο, 64 στο λαιμό και 16 στο χέρι.
Στις 12.45 μ.μ. την 1η Ιουλίου 2019, ο Τόμπσον κάλεσε την άμεση δράση και με έναν «ήρεμο, απαθή και αρκετά συνηθισμένο τρόπο«, όπως περιγράφηκε στο Δικαστήριο, είπε: «Μόλις σκότωσα τη μητέρα μου. Τη στραγγάλισα και την μαχαίρωνα με διάφορα μαχαίρια.
Δεν αναπνέει. Φέρτε μια σακούλα διακομιδής ή ό,τι άλλο χρησιμοποιείτε. Είμαι 99,9% σίγουρος ότι δεν αναπνέει».
Ο αστυνομικός που συνέλαβε τον Τόμπσον δήλωσε ότι ο έφηβος ήταν «εξαιρετικά ήρεμος και συγκροτημένος» και «φάνηκε να ανησυχεί περισσότερο για τη γάτα του».
Τον Οκτώβρη του 2020, ο Tόμπσον βρέθηκε νεκρός σε ηλικία 18 ετών, ενώ βρισκόταν υπό κράτηση σε μια ασφαλή εγκατάσταση ψυχικής υγείας – μόλις τέσσερις ημέρες προτού δικαζόταν για τη δολοφονία της μητέρας του.
Σήμερα μια έρευνα για τον θάνατο της λογοθεραπεύτριας μητέρας του έφερε στο φως το παρασκήνιο της υπόθεσης. Ο Ρόουαν είχε έρθει για επίσκεψη εκείνο το Σαββατοκύριακο, έχοντας πρόσφατα μετακομίσει σε άλλο σπίτι με τον πατέρα του.
Ο Τόμπσον και η μητέρα του φαίνεται πως είχαν «αγχωτικές» συζητήσεις σχετικά με τις συνθήκες διαβίωσης του εφήβου, ο οποίος ένιωσε πως εκείνη ήταν πιεστική και φορτική.
Ο μαθητής, ο οποίος έγινε άφυλος και άλλαξε το όνομά του, είχε προηγουμένως εισαχθεί σε ψυχιατρικές κλινικές μετά από απόπειρα αυτοκτονίας και είχε περάσει διάφορες καταθλιπτικές περιόδους.
Τη στιγμή που τα αίτια του θανάτου του παραμένουν εν πολλοίς αδιευκρίνιστα, δεν ισχύει το ίδιο για τη μητέρα του. Ο 17χρονος είπε τότε στην αστυνομία ότι αισθανόταν «παράξενα» ενώ επέστρεφε από το τζόγκινγκ με τη μητέρα του, βρισκόταν σε «αυτόματο πιλότο» και «δεν μπορούσε να θυμηθεί τίποτα» μέχρι να φτάσει στο Αστυνομικό Τμήμα.