Ένα σύστημα εντοπισμού των ανεπιθύμητων δράσεων των φαρμάκων, το οποίο ενοποιεί διαφορετικές υπολογιστικές τεχνικές, επιτρέποντας έτσι την ταυτόχρονη ανάλυση δεδομένων από συστήματα αναφορών ασφάλειας φαρμάκων, βιβλιογραφικές πηγές και κοινωνικά δίκτυα, αναπτύσσεται στο πλαίσιο του ευρωπαϊκού ερευνητικού προγράμματος SAFER, που υλοποιείται από τον ερευνητή Βασίλη Κουτκιά σε Εργαστήριο του Ερευνητικού Ινστιτούτου INSERM της Γαλλίας.
Η ανάπτυξη του συστήματος SAFER στηρίζεται σε δεδομένα ανοιχτής πρόσβασης, εστιάζει στην ανάλυση συγκεκριμένων κατηγοριών φαρμάκων και έχει κύριους αποδέκτες φαρμακευτικές εταιρείες, φορείς φαρμακο-επαγρύπνησης και κανονιστικές αρχές.
Εξάλλου, με σκοπό την ενίσχυση της σωστής χρήσης φαρμάκων στο κλινικό περιβάλλον και την ασφάλεια των ασθενών, τελευταία αναπτύσσονται προηγμένα ηλεκτρονικά συστήματα στήριξης ιατρικής απόφασης, που είναι σε θέση να παρακολουθούν τις κλινικές διαδικασίες, που σχετίζονται με τη χρήση φαρμάκων. Ένα τέτοιο σύστημα υποστήριξης στην κλινική πράξη αναπτύχθηκε στο πλαίσιο του ευρωπαϊκού ερευνητικού έργου PSIP (Patient Safety through Intelligent Procedures in medication) από ερευνητές του Εργαστηρίου Ιατρικής Πληροφορικής ΑΠΘ, υπό την επίβλεψη του καθηγητή Νίκου Μαγκλαβέρα. Το PSIP περιελάμβανε τη συνεργασία 15 εταίρων από 7 χώρες (πανεπιστήμια, νοσοκομεία, εταιρείες). Το σύστημα που αναπτύχθηκε δίνει τη δυνατότητα στους επαγγελματίες υγείας να ελέγχουν ανεπιθύμητες δράσεις φαρμάκων κατά τη συνταγογράφηση, αλλά και να εξετάζουν ανεπιθύμητες δράσεις, που έγιναν στο παρελθόν, αναλύοντας τα δεδομένα που έχουν καταγραφεί στον Ηλεκτρονικό Ιατρικό Φάκελο της κλινικής τους. Το σύστημα έχει ενταχθεί στην κλινική πράξη σε κλινικές της Γαλλίας, ενώ έχει χρησιμοποιηθεί πιλοτικά και στη Δανία.
"Οι διαστάσεις του ζητήματος της ασφάλειας των φαρμάκων και οι σύγχρονες προσεγγίσεις με τεχνολογίες βιοϊατρικής πληροφορικής" αποτελούν το αντικείμενο της εκδήλωσης του "Καφέ της Επιστήμης" που θα πραγματοποιηθεί απόψε (στις 7.00), στο Γαλλικό Ινστιτούτο, με ομιλητές τον ερευνητή του γαλλικού ερευνητικού INSERM/UPMC και του Ινστιτούτου Εφαρμοσμένων Βιοεπιστημών του ΕΚΕΤΑ Βασίλης Κουτκιάς και ο ομότιμος καθηγητής παθολογίας Χρύσανθος Ζαμπούλης.
Όπως επισημαίνει ο κ. Κουτκιάς, οι απαραίτητες κλινικές δοκιμές, που διεξάγονται πριν από την αδειοδότηση χρήσης κάθε νέου φαρμάκου, αν και δίνουν πολύ σημαντικά στοιχεία σε ζητήματα αποτελεσματικότητας, καταλληλότητας και ασφάλειας, δεν είναι σε θέση να αποδώσουν το πλήρες προφίλ ασφαλείας. Η αδυναμία αυτή έγκειται κυρίως στο γεγονός ότι ο πληθυσμός στον οποίο εξετάζονται τα φάρμακα σε αυτό το στάδιο είναι σχετικά περιορισμένος. Για παράδειγμα, αν αναλογιστεί κανείς τις πιθανές αλληλεπιδράσεις μεταξύ φαρμάκων που παρατηρούνται πολύ συχνά και το γεγονός, ότι πολλοί ασθενείς ακολουθούν φαρμακευτική αγωγή που περιλαμβάνει πολλαπλά φάρμακα, είναι σαφές ότι δεν μπορεί να προβλεφθούν και να εξεταστούν σε αυτό το στάδιο αντιπροσωπευτικά δείγματα από όλες τις πιθανές ομάδες πληθυσμού, που θα γίνουν αποδέκτες κάθε νέου φαρμάκου.
Πηγή: ΑΠΕ
Διαβάστε επίσης: