Η άτυχη Στέφανι Μπλάις περιφερόταν έξω από την εξοχική καλύβα στη λίμνη ΜακΚι της επαρχίας Σασκάτσουαν του Καναδά και μιλούσε στο δορυφορικό τηλέφωνο με τον πατέρα της την περασμένη Πέμπτη, όταν της επιτέθηκε η μαύρη αρσενική αρκούδα.
«Μου τηλεφώνησε για να μου αναφέρει ένα πρόβλημα στην υδροδότηση κι ότι το επιδιόρθωσε ο άντρας της.
Μετά είπε στον γιο της, Έλαϊ, να τρέξει μέσα και να φέρει μια κεραία για να πιάνει καλύτερο σήμα το τηλέφωνο», είπε ο πατέρας του θύματος Χιούμπερτ Έσκιρολ.
Αυτά ήταν τα τελευταία λόγια που άκουσε απ’ το στόμα της καθώς σε λίγο ακολούθησαν άναρθρες κραυγές… «Παρέμεινα στη γραμμή για λίγα λεπτά προτού κλείσω το τηλέφωνο και προσπάθησα να την ξαναπάρω.
Οι ήχοι που άκουγα ήταν πολύ φρικτοί. Πέρασε απ’ το μυαλό μου η σκέψη μιας επίθεσης, αλλά επιθέσεις συμβαίνουν μια στο εκατομμύριο», πρόσθεσε ο πατέρας.
Ο σύζυγος της 44χρονης τηλεφώνησε δέκα λεπτά αργότερα στον πατέρα, που αγωνιούσε. «Με πήρε και μου είπε ότι η Στέφανι είχε δεχθεί επίθεση από αρκούδα.
Το ζώο δεν την άφηνε κι έτσι εκείνος το πυροβόλησε και στη συνέχεια προσπάθησε να κάνει στη Στέφανι καρδιοαναπνευστική ανάνηψη, αλλά δεν είχε σφυγμούς.» Η 44χρονη μεταφέρθηκε με ελικόπτερο σε νοσοκομείο της πόλης Μπάφαλο Νάροους, όπου επιβεβαιώθηκε ο θάνατός της.
Την ώρα της επίθεσης τα δυο παιδιά της, ο εννιάχρονος Ελάι και η ηλικίας δύο ετών Ούμα, ήταν μέσα στην καλύβα.
«Είναι τουλάχιστον μια μικρή παρηγοριά για μας, αφού μόλις μισό λεπτό πριν δεχθεί την επίθεση η Στέφανι, τα παιδιά έπαιζαν στα πόδια της.
Η αρκούδα θα μπορούσε να ακινητοποιήσει τη Στέφανι και να σκοτώσει μ’ ένα χτύπημα τα δύο παιδιά», είπε ο πατέρας. Όπως αποδείχθηκε η αρκούδα δεν ήταν πεινασμένη, αφού στο στομάχι της βρέθηκαν υπολείμματα βατόμουρων και άλλων τροφών.
Ο άτυχος πατέρας της είχε χάσει και την μεγαλύτερη κόρη του, Νάταλι, σε τροχαίο το 1991 και τη γυναίκα του πριν από 12 χρόνια από καρκίνο του στήθους.