Τα τρία κορίτσια και δύο αγόρια, ηλικίας από 18 μηνών έως 8 ετών, δηλητηριάστηκαν με χάπια.
Η παιδοκτόνος, όπως όλα δείχνουν, Κριστιάνε Κ., παραμένει νοσηλευόμενη υπό αστυνομική φρουρά σε κρίσιμη κατάσταση, μετά την απόπειρά της να βάλει τέλος στη ζωή της πέφτοντας στις ράγες των τρένων στον σιδηροδρομικό σταθμό του Ντίσελντορφ, περίπου 32 χλμ. μακριά από το διαμέρισμα στο Σόλινγκεν, όπου έκοψε το νήμα της ζωής των παιδιών της.
Οι Αρχές αδυνατούν στην κατάσταση που είναι να την ανακρίνουν σε αυτή τη φάση. Το έκτο και μεγαλύτερο παιδί της 27χρονης, ο 11χρονος Μαρσέλ που ήταν μαζί με τη μητέρα του, δεν είδε την απόπειρα αυτοκτονίας, αλλά ταξίδεψε με το τρένο μέχρι το σπίτι της γιαγιάς του στο Μενχενγκλάντμπαχ.
Η υπόθεση δείχνει ότι η μητέρα πιθανώς έπασχε από σοβαρότατα ψυχολογικά προβλήματα και είχε χάσει την ελπίδα για τη ζωή. Πιθανά προειδοποιητικά σημάδια για το έγκλημα δεν αποκλείεται να μην αναγνωρίστηκαν εγκαίρως λόγω της πανδημίας του κορωνοϊού, όπως π.χ. μια απουσία των παιδιών από το νηπιαγωγείο και το σχολείο, ειδάλλως θα μπορούσαν να ειδοποιηθούν οι Αρχές και να παρέμβουν.
Ένας φίλος του 11χρονου, που επέζησε της οικογενειακής τραγωδίας, ο Μαξ, τον γνώρισε πριν από δύο μήνες. Στο διάστημα αυτό συνδέθηκαν πολύ, έκαναν παρέα, βόλτες με τα ποδήλατα. Ο Μαρσέλ του είχε πει ότι είχε αδέλφια, αλλά ο Μαξ δεν είχε δει ποτέ ούτε τα παιδιά, ούτε τους γονείς του φίλου του. «Τον περισσότερο καιρό ήταν θλιμμένος», λέει ο Μαξ στο RTL, λόγω πίεσης στο οικογενειακό του περιβάλλον. Χθες το απόγευμα ο Μαξ έλαβε ξαφνικά ένα μήνυμα στο WhatsΑpp από μια γνωστή του από τη γειτονιά. «Ξέρεις τι συνέβη με τον Μαρσέλ;». Ο 11χρονος της είχε στείλει προηγουμένως ένα ανατριχιαστικό μήνυμα στο οποίο ανέφερε: «Θέλω μόνον να σου πω ότι από δω και πέρα δεν θα με ξαναδείς, γιατί όλα μου τα αδέλφια είναι νεκρά». Η γειτόνισσα το εξέλαβε αρχικά ως κακόγουστο αστείο, αλλά αντιλήφθηκε τι συμβαίνει, όταν είδε περιπολικά κι ασθενοφόρα μπροστά στο σπίτι του Μαρσέλ.