Τι θα συμβεί αν οι κυρώσεις κατά της Τουρκάις από ΗΠΑ και ΕΕ είναι ήπιες, σύμφωναμνε αναλυτές της αγοράς Νέα κατάρρευση σημειώνει η λίρα Τουρκίας, εν αναμονή της επιβολής αμερικανικών κυρώσεων στη χώρα λόγω της απόκτησης του ρωσικού αντιπυραυλικού συστήματος S-400, μια κίνηση που αναμένεται να επιδεινώσει τις σχέσεις της Τουρκίας με τους συμμάχους της στο ΝΑΤΟ.
Την ίδια ώρα, σε αντίθεση με τις ΗΠΑ, η ΕΕ κινήθηκε πιο ήπια σε ό,τι αφορά τις κυρώσεις κατά της γειτονικής χώρας, ανακοινώνοντας ήπιες ποινές κατά ατόμων και οντοτήτων που εμπλέκονται στη διαμάχη με Ελλάδα και Κύπρο για εξερευνήσεις στην Ανατολική Μεσόγειο, αναβάλλοντας ουσιαστικά την επιβολή πραγματικών κυρώσεων για τον επόμενο Μάρτιο.
Η απειλή των κυρώσεων άσκησαν πιέσεις στη λίρα με την ισοτιμία να υποχωρεί στις 7,9375 λίρες ανά δολάριο, και απώλειες 0,6%. Την Πέμπτη είχε υποχωρήσει κατά 1%, μετά τις πληροφορίες για την επιβολή κυρώσεων. Από τις αρχές του χρόνου έχει χάσει το 25% της αξίας της.
Η απόφαση των Αμερικανών που αναμένεται να εξαγριώσει την Άγκυρα και να επηρεάσει τις σχέσεις των δυο χωρών καθώς ο Τζο Μπάινετν αναμένεται να αναλάβει την προεδρία, αναμένεται να ανακοινωθεί εντός της ημέρας.
Δυο πηγές που μίλησαν στο Reuters ανέφεραν μάλιστα ότι ήδη ο Ντόναλντ Τραμπ έχει δώσει το «πράσινο» φως για την επιβολή κυρώσεων.
Αναλυτές αναφέρουν ότι οι ταυτόχρονες κινήσεις ΗΠΑ και ΕΕ κατά της Τουρκίας είναι μεν αρνητική εξέλιξη ωστόσο δεν επηρεάζουν άμεσα την τουρκική οικονομία βραχυπρόθεσμα κι έχουν μια περιορισμένη επίδραση στην αγορά αν οι κυρώσεις παραμείνουν ήπιες.
«Αν οι κυρώσεις παραμείνουν έτσι, η αποτίμηση (της λίρας) ενδέχεται να γυρίσει και θετικά σε λίγο καιρό», αναφέρουν οι ίδιες πηγές. «Καταλαβαίνουμε ωστόσο ότι αποτελούν μεσοπρόθεσμο ρίσκο για τη λίρα».
Η λιρα έχει υποχωρήσει σε ιστορικό χαμηλό όλων των εποχών φέτος λόγω των ανησυχιών για τα αποθεματικά της χώρας, τα αρνητικά επιτόκια και οιν υψηλό πληθωρισμό. Εκανε ένα ριμπάουντ από το ιστορικό χαμηλό του 8,58 έναντι του δολαρίου τον προηγούμενο μήνα μετά την αντικατάσταση του κεντρικού τραπεζίτη και του Υπουργού Οικονομικών, αλλά και και μία γενναία αύξηση των επιτοκίων κατά 475 μονάδες βάσης από την κεντρική τράπεζα.