Εκατοντάδες νεκρούς σε Ιταλία και Ισπανία προκάλεσε το τελευταίο 24ωρο η επιδημία COVID-19, την ίδια στιγμή που ο Βρετανός πρωθυπουργός Μπόρις Τζόνσον άρχισε να αναθεωρεί τη στρατηγική του, προαναγγέλλοντας δέσμη περιοριστικών μέτρων για την επιβράδυνση της εξάπλωσης του νέου κορωνοϊού.
Η κατάσταση στην Ιταλία είναι απελπιστική, καθώς τα επιβεβαιωμένα κρούσματα έχουν φτάσει τα 31.506 και οι νεκροί τους 2.503. Το τελευταίο εικοσιτετράωρο έχασαν την ζωή τους 345 άνθρωποι και καταγράφηκαν 3.526 νέα κρούσματα. Παράλληλα από το σύνολο των ασθενών, οι 2.060 νοσηλεύονται σε μονάδες εντατικής θεραπείας (ποσοστό 10%).
Στην Ισπανία, τουλάχιστον 70 υπερήλικες προσβλήθηκαν από τον κορωνοϊό σε οίκο ευγηρίας στη Μαδρίτη και οι 15 από αυτούς πέθαναν. Η περιοχή της Μαδρίτης έχει πληγεί περισσότερο από οποιαδήποτε άλλη στην Ισπανία. Εκεί έχουν καταγραφεί σχεδόν τα μισά κρούσματα (4.871 σε σύνολο 11.178) και σχεδόν το 70% των θανάτων (355 σε σύνολο 491 μέχρι σήμερα).
Στη Γερμανία, την άμεση εφαρμογή της απόφασης που έλαβε το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο για την απαγόρευση της εισόδου στο ευρωπαϊκό έδαφος στους πολίτες τρίτων χωρών, προκειμένου να περιοριστεί η εξάπλωση του κορωνοϊού, ανακοίνωσε η καγκελάριος Άνγκελα Μέρκελ. Όπως τόνισε η καγκελάριος, το μέτρο αφορά επίσης τα αεροπλάνα και τα πλοία που αναχωρούν από κράτη εκτός ΕΕ. Στο μεταξύ, τα κρούσματα του κορωνοϊού στη χώρα έχουν ξεπεράσει τα 8.600, με τους νεκρούς να ανέρχονται πλέον σε 23.
Στη Βρετανία, μέτρα για την αποφυγή της περαιτέρω μετάδοσης του κορωνοϊού μετά την κατακραυγή επιδιώκει να πάρει τώρα ο Μπόρις Τζόνσον, κι ενώ εκτιμάται ότι τα κρούσματα κορωνοϊού ανέρχονται έως και στα 55.000. Σε συνέντευξη Τύπου –τη δεύτερη για το ζήτημα-, ο Μπόρις Τζόνσον, μαζί με τον υπουργό Οικονομικών Ρίσι Σουνάκ αλλά και τον επικεφαλής επιστημονικό σύμβουλο της κυβέρνησης, Σερ Πάτρικ Βάλανς, ανακοίνωσε ότι «πρέπει να δράσουμε ως κυβέρνηση εν καιρώ πολέμου». Ο υπουργός ανακοίνωσε ένα άνευ προηγουμένου σχέδιο κρατικών εγγυήσεων ύψους 330 δισεκατομμυρίων λιρών (ποσό που αντιστοιχεί στο 15% του βρετανικού ΑΕΠ) ώστε να μπορέσουν οι επιχειρήσεις να συνεχίσουν να έχουν πρόσβαση σε πιστώσεις και να πληρώνουν τα μισθώματα, τους μισθούς των υπαλλήλων και τους προμηθευτές τους.