Με τη συνέντευξη, ανακοινώθηκε και επίσημα η επικείμενη επαναλειτουργία του επιταχυντή έπειτα από την αναβάθμισή του, για την οποία χρειάστηκαν παραπάνω από δύο χρόνια.
Πλέον, στο εσωτερικό του LHC θα μπορούν να πραγματοποιηθούν συγκρούσεις σωματιδίων με συνολική ενέργεια έως 13 TeV, δηλαδή σχεδόν διπλάσια απ’ ό,τι στην πρώτη φάση πειραμάτων.
Έτσι, στη δεύτερη φάση λειτουργίας του, που θα διαρκέσει τρία χρόνια, οι φυσικοί ελπίζουν πως ο επιταχυντής θα δημιουργήσει νέες προοπτικές για την ακόμη βαθύτερη κατανόηση του σύμπαντος. «Είμαστε όλοι πολύ ενθουσιασμένοι», ανέφερε χαρακτηριστικά ο Χόιερ, προσθέτοντας πως η μήκους 27 χιλιομέτρων διάταξη θα επανενεργοποιηθεί στα τέλη Μαρτίου, αν δεν υπάρξει κάποιο απρόοπτο με τις τελικές δοκιμές που βρίσκονται σε εξέλιξη.
Στην εκδήλωση ήταν παρούσα και η Ιταλίδα φυσικός Φαμπιόλα Τζιανότι, η οποία θα διαδεχθεί τον Χόιερ στη διεύθυνση του CERN. «Αυτή η τεράστια αύξηση της ενέργειας ελπίζουμε πως θα μας επιτρέψει να απαντήσουμε σε θεμελιώδη ερωτήματα, όπως για παράδειγμα η φύση της σκοτεινής ύλης», σημείωσε από την πλευρά της.
Ο επιταχυντής έχει καταφέρει να αποτελέσει ορόσημο στην ιστορία της φυσικής ήδη από την πρώτη φάση λειτουργίας του, αποδεικνύοντας την ύπαρξη του μποζονίου Χιγκς, το οποίο προσδίδει μάζα στα στοιχειώδη σωμάτια που συγκροτούν την ορατή ύλη.
Ωστόσο, οι επιστήμονες ελπίζουν πως, χάρις στις υψηλότερες ενέργειες στον LHC, θα μπορέσουν να κατανοήσουν ακόμη πληρέστερα τις ιδιότητες του μποζονίου.
Μία από τις θεωρίες που θα δοκιμαστεί στο CERN, και η οποία είναι υποψήφια για να δώσει απαντήσεις σε θεμελιώδη ερωτήματα, ονομάζεται υπερσυμμετρία.
Η υπερσυμμετρία θα μπορούσε να καλύψει τα κενά που αφήνει το Καθιερωμένο Πρότυπο, δηλαδή το μοντέλο το οποίο περιγράφει τα έως σήμερα γνωστά στοιχειώδη σωμάτια και τις μεταξύ τους αλληλεπιδράσεις, εκτός από τη βαρύτητα.
Σύμφωνα με τη συγκεκριμένη θεωρία, για κάθε γνωστό σωματίδιο υπάρχει ένας υπερσυμμετρικός του «εταίρος». Κάτι που σημαίνει πως θα επαληθευόταν στην περίπτωση που στον LHC ανιχνευόταν κάποιο από τα σωματίδια που προβλέπει.
Έτσι, όχι μόνο θα λύνονταν «γρίφοι» που δεν εξηγούνται από το Καθιερωμένο Πρότυπο, αλλά και ενδεχομένως θα ανοίγονταν καινούριοι δρόμοι για την κατανόηση των υπόλοιπων «συστατικών» του σύμπαντος, πέρα από την ορατή ύλη.
«Το 95% του σύμπαντος αντιστοιχεί στη σκοτεινή ενέργεια και τη σκοτεινή ύλη, για τις οποίες δεν έχουμε καμία ερμηνεία», σημείωσε η Τζιανότι.
Πηγή: naftemporiki.gr