Μια διεθνής επιτροπή ειδικών του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας (ΠΟΥ) συνέστησε τη συνδυαστική θεραπεία των δύο μονοκλωνικών αντισωμάτων(casirivimab και imdevimab) για δύο συγκεκριμένες ομάδες ασθενών με Covid-19: εκείνους με μη σοβαρή νόσο που όμως αντιμετωπίζουν τον μεγαλύτερο κίνδυνο να χρειαστούν τελικά νοσηλεία, καθώς και όσους έχουν βαριά νόσο και αδυνατούν να αναπτύξουν τα δικά τους φυσικά αντισώματα απέναντι στον κορωνοϊό.
Τα δύο αντισώματα, όταν χρησιμοποιούνται από κοινού, προσδένονται στην πρωτεΐνη ακίδα του κορωνοϊού SARS-CoV-2 και εξουδετερώνουν την ικανότητα του να μολύνει τα ανθρώπινα κύτταρα.
Η πρώτη σύσταση βασίζεται σε νέα στοιχεία από τρεις κλινικές δοκιμές που δεν έχουν ακόμη δημοσιευθεί σε επιστημονικά περιοδικά και οι οποίες δείχνουν ότι το «κοκτέιλ» των αντισωμάτων μπορεί να μειώσει τον κίνδυνο εισαγωγής στο νοσοκομείο, καθώς και τη διάρκεια των συμπτωμάτων στους ασθενείς υψηλού κινδύνου για βαριά νόσηση, όπως είναι οι ανεμβολίαστοι, οι ηλικιωμένοι και οι ανοσοκατεσταλμένοι.
Η δεύτερη σύσταση βασίζεται σε δεδομένα της μεγάλης βρετανικής κλινικής δοκιμής RECOVERY που δείχνουν ότι τα εν λόγω δύο αντισώματα πιθανώς μειώνουν την ανάγκη διασωλήνωσης και τους θανάτους στους βαριά άρρωστους με Covid-19, οι οποίοι έχουν αδυναμία φυσικής ανοσιακής ανταπόκρισης στον ιό.
Για όλους τους άλλους ασθενείς, τα οφέλη της θεραπείας αντισωμάτων αναμένονται μηδαμινά, σύμφωνα με τους ειδικούς του ΠΟΥ που έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο βρετανικό ιατρικό περιοδικό British Medical Journal (BMJ). Επιπλέον, αναγνώρισαν το σημαντικό κόστος της συγκεκριμένης θεραπείας και τη δυσκολία αρκετών χωρών να αποκτήσουν πρόσβαση σε αυτήν. Γι’ αυτό ο ΠΟΥ κάλεσε την αμερικανική εταιρεία Regeneron που παράγει τα αντισώματα, να μειώσει τις τιμές τους.
Ακόμη, επισημαίνεται από τον ΠΟΥ ότι η θεραπεία πρέπει να χορηγείται ενδοφλέβια με χρήση ειδικού εξοπλισμού, ενώ οι ασθενείς πρέπει να παρακολουθούνται για πιθανές αλλεργικές αντιδράσεις. Επίσης τονίζεται η πιθανότητα να εμφανιστούν νέες παραλλαγές του κορωνοϊού, απέναντι στις οποίες τα δύο αντισώματα θα έχουν μειωμένη αποτελεσματικότητα.
Η θεραπεία είχε εγκριθεί αρχικά επειγόντως στις ΗΠΑ και είχε χορηγηθεί στον πρώην πρόεδρο Ντόναλντ Τραμπ, εγκρίθηκε στη Βρετανία τον προηγούμενο μήνα, ενώ βρίσκεται υπό αξιολόγηση στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Στις ΗΠΑ χορηγείται με την ονομασία Ronapreve ή REGEN-COV και απέφερε ήδη σημαντικές πωλήσεις 2,59 δισεκατομμυρίων δολαρίων στη Regeneron στο δεύτερο τρίμηνο φέτος, σύμφωνα με το πρακτορείο Reuters.
Η εταιρεία πρόκειται να εφοδιάσει την αμερικανική κυβέρνηση με 1,4 εκατομμύρια επιπρόσθετες δόσεις έως τις 31 Ιανουαρίου 2022, με κόστος 2.100 δολαρίων ανά δόση. Η οργάνωση «Γιατροί Χωρίς Σύνορα» ζήτησε και αυτή να υπάρξει πιο φθηνή και ισότιμη πρόσβαση στη θεραπεία, κατά τη διάρκεια της πανδημίας.