Την ώρα που συνεχίζονται οι παγκόσμιες αντιδράσεις για την προκλητική απόφαση του Ερντογάν να μετατραπεί η Αγιά Σοφιά σε τζαμί, και η Άγκυρα φαίνεται αποφασισμένη να κλιμακώσει ακόμη περαιτέρω τις επιθετικές ενέργειές της στη Μεσόγειο, ο τούρκος πρόεδρος είχε τηλεφωνική επικοινωνία με τον αμερικανό ομόλογό του Ντόναλντ Τραμπ για το θέμα της Λιβύης.
Ο Τραμπ -που σημειωτέον δεν έχει τοποθετηθεί επίσημα για την απόφαση μετατροπής της Αγιάς Σοφιάς σε τζαμί- συμφώνησε με τον Ερντογάν ώστε ΗΠΑ και Τουρκία να συνεργαστούν πιο στενά στο ζήτημα της Λιβύης, με σκοπό τη διασφάλιση μιας βιώσιμης σταθερότητας στην χώρα, όπως ανακοίνωσε η τουρκική προεδρία. Οι δύο ηγέτες επίσης συζήτησαν για τις διμερείς σχέσεις και έναν εμπορικό στόχο 100 δισεκατομμυρίων δολαρίων, πρόσθεσε η ανακοίνωση της τουρκικής πλευράς.
Σύμφωνα δε με τον Λευκό Οίκο, «ο πρόεδρος Τραμπ και ο πρόεδρος Ερντογάν συζήτησαν θετικά εμπορικά ζητήματα μεταξύ των Ηνωμένων Πολιτειών και της Τουρκίας και υπογράμμισαν την πεποίθησή μας (των ΗΠΑ) για την ανάγκη επίλυσης των περιφερειακών θεμάτων μέσω διαπραγματεύσεων».
Η επικοινωνία Τραμπ – Ερντογάν έρχεται σε συνέχεια των πρωτοβουλιών των Ηνωμένων Πολιτειών στη Λιβύη, καθώς το τελευταίο διάστημα, αξιωματούχοι του Στέιτ Ντιπάρτμεντ είχαν επαφές με τις δύο εμπλεκόμενες πλευρές.
Επαφές ΗΠΑ με εκπροσώπους του LNA και του GNA
Υπενθυμίζεται ότι εκπρόσωποι της αμερικανικής κυβέρνησης και του Λιβυκού Εθνικού Στρατού (LNA) συναντήθηκαν ψηφιακά την 1η Ιουλίου για να συζητήσουν σχετικά με τον αφοπλισμό των πολιτοφυλακών, καθώς οι εξελίξεις στο πεδίο της μάχης και η πρόοδος στις συνομιλίες 5+5 που διευκολύνονται από τον ΟΗΕ έχουν δημιουργήσει μια νέα ευκαιρία για την αντιμετώπιση των ζητημάτων που σχετίζονται με τις πολιτοφυλακές σε όλη τη Λιβύη
Οι δύο πλευρές επιβεβαίωσαν ότι όλοι οι κάτοικοι της Λιβύης θα πρέπει να απολαμβάνουν την προστασία ικανών και υπεύθυνων δυνάμεων ασφαλείας ώστε να απαλλαχθούν από τους κινδύνους που σχετίζονται με τις πολιτοφυλακές, τις μη κρατικές ένοπλες ομάδες και τους ξένους μαχητές. Από την πλευρά της, η αντιπροσωπεία του LNA ενημέρωσε τους εκπροσώπους της Ουάσιγκτον για τη δέσμευσή της στον διάλογο που διευκολύνεται από τον ΟΗΕ αλλά και για τις προτάσεις του LNA που αφορούν τις μεταρρυθμίσεις στον τομέα της ασφάλειας, δίνοντας έμφαση στον αφοπλισμό, στην αποστράτευση και στην επανένταξη των πολιτοφυλακών.
Στις 24 Ιουνίου υπήρξαν επαφές και με εκπροσώπους του καθεστώτος Σάρατζ. Κατά τη διάρκεια τηλεδιάσκεψης, τονίστηκε η ανάγκη τόσο να προχωρήσει άμεσα η κατάπαυση και οι δύο πλευρές να ξεκινήσουν την ειρηνευτική διαδικασία, όσο και η ανάγκη να σταματήσει η εμπλοκή ξένων δυνάμεων στη σύγκρουση.
Σύμφωνα με την ανακοίνωση του Στέιτ Ντιπάρτμεντ:
«Στις 24 Ιουνίου, η κυβέρνηση των ΗΠΑ και το Υπουργείο Εσωτερικών της Λιβύης συναντήθηκαν μέσω τηλεδιάσκεψης για να συνεχίσουν τις συζητήσεις για την αποστράτευση των πολιτοφυλακών. Το τέλος της πολιορκίας της Τρίπολης δημιούργησε μια νέα ευκαιρία και επιτακτική ανάγκη να αντιμετωπιστούν οι πολιτοφυλακές, στα δυτικά και στα ανατολικά της Λιβύης. Ως μέρος της συνεχιζόμενης εμπλοκής των ΗΠΑ με όλες τις πλευρές, η αντιπροσωπεία των ΗΠΑ θα συγκαλέσει παρόμοια συνομιλία με εκπροσώπους του LNA.
Τα δύο μέρη επιβεβαίωσαν ότι όλοι οι πολίτες της Λιβύης θα πρέπει να απολαμβάνουν την προστασία ικανών και υπεύθυνων δυνάμεων ασφαλείας, απαλλαγμένων από τους κινδύνους που θέτουν οι πολιτοφυλακές, οι ένοπλες ομάδες και οι ξένοι μαχητές. Η αντιπροσωπεία του υπουργείου Εσωτερικών [της κυβέρνησης του Σάρατζ] ενημέρωσε την πλευρά των ΗΠΑ σχετικά με τις προσπάθειές της για την προώθηση της ασφάλειας και ένα πρόγραμμα για τον αφοπλισμό, την αποστράτευση και την επανένταξη (DDR), καθώς και τις συνεχιζόμενες εργασίες για την εξουδετέρωση των εκρηκτικών πυρομαχικών στην περιοχή της Τρίπολης. Οι αντιπροσωπείες επιβεβαίωσαν ότι οι ένοπλες ομάδες που επιχειρούν να διαταράξουν την πολιτική διαδικασία ή να διαπράξουν εγκληματικές πράξεις το πράττουν με σημαντικό κίνδυνο διεθνών κυρώσεων.
Η αμερικανική αντιπροσωπεία τόνισε την αντίθεση σε όλες τις ξένες επεμβάσεις στη Λιβύη και συζήτησε την ανάγκη της άμεσης κατάπαυσης του πυρός και την επιστροφή στη διαμεσολάβηση του ΟΗΕ για την ασφάλεια και τις πολιτικές διαπραγματεύσεις.
Οι Ηνωμένες Πολιτείες εκπροσωπήθηκαν από τον Ανώτερο Διευθυντή του Συμβουλίου Εθνικής Ασφαλείας Στρατηγό Μιγκέλ Κορέα, από τον αναπληρωτή Βοηθό Υπουργό Εξωτερικών Henry Wooster και τον Αναπληρωτή Διευθυντή Στρατηγικής, Δέσμευσης και Προγραμμάτων της Αφρικής των ΗΠΑ Στρατηγό Στίβεν ντε Μιλιάνο, μαζί με τον Πρέσβη στη Λιβύη Ρίτσαρντ Νόρλαντ.