Στην απόφαση της αγιοκατάταξης στο Αγιολόγιο της Ορθοδόξου Εκκλησίας της Μοναχής Γαβριηλίας Παπαγιάννη προέβη παμψηφεί, η Αγία και Ιερά Σύνοδος του Οικουμενικού Πατριαρχείου, όπως κάνει γνωστό με ανακοίνωση της η Ιερά Μητρόπολη Λέρου, Καλύμνου και Αστυπαλαίας.
Η Αγία Γερόντισσα Γαβριηλία Παπαγιάννη (Κωνσταντινούπολη, 2/15 Οκτωβρίου 1897 – Λέρος, 28 Μαρτίου 1992) ήταν Ελληνορθόδοξη μοναχή, γνωστή ως πνευματική οδηγός, με ιδιαίτερη φροντίδα σε φτωχούς και ασθενείς.
Ήταν η δεύτερη γυναίκα που εισήχθη σε ελληνικό πανεπιστήμιο και ήταν εκπαιδευμένη φυσιοθεραπεύτρια πριν ξεκινήσει το θρησκευτικό της αξίωμα σε ηλικία 60 ετών.
Η ανακοίνωση της Ιεράς Μητρόπολεως Λέρου, Καλύμνου και Αστυπαλαίας:
«Ἐκ τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Λέρου Καλύμνου Ἀστυπαλαίας φέρεται εἰς γνῶσιν τοῦ φιλοθρήσκου Λαοῦ, ὅτι κατόπιν σχετικῶν ἐνεργειῶν πρὸς τὴν Μεγάλην τοῦ Χριστοῦ Ἐκκλησίαν, τὸ Οἰκουμενικὸν Πατριαρχεῖον, ἡ Ἁγία καὶ Ἱερὰ Σύνοδος, προτάσει καὶ προτροπῇ τῆς Αὐτοῦ Θειοτάτης Παναγιότητος τοῦ Αὐθέντου καὶ Δεσπότου τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου κ.κ. Βαρθολομαίου, ἀπεφάσισε παμψηφεὶ τὴν Ἁγιοκατάταξιν τῆς Ὁσιοτάτης Μοναχῆς Γαβριηλίας Παπαγιάννη εἰς τὸ Ἁγιολόγιον τῆς κατ’ Ἀνατολὰς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας.
ᾞς τὴν μεσιτείαν πρὸς τὸν Τριαδικὸν Θεὸν πάντες ἡμεῖς ἐπικαλούμεθα.
Ἡ Ἱερὰ Μητρόπολις ἀνέθεσεν εἰς τὸν Σεβασμιώτατον Μητροπολίτην Ρόδου κ. Κύριλλον τὴν συγγραφὴν τῆς Ἱερᾶς Ἀκολουθίας Αὐτῆς.
Ἁγία τοῦ Θεοῦ πρέσβευε ὑπὲρ πάντων ἡμῶν.»
Η Γερόντισσα Γαβριηλία Παπαγιάννη γεννήθηκε στις 2 Οκτωβρίου του 1897, ημέρα εορτασμού των Αγίων Κυπριανού και Ιουστίνης, στην Κωνσταντινούπολη.
Ο πατέρας της ήταν εύπορος ξυλέμπορος κι έζησε σε ένα περιβάλλον με πολλές ανέσεις στην Πόλη, στο Φανάρι. Ήταν ένα χαριτωμένο κοριτσάκι, γεμάτο αγάπη για όλον τον κόσμο.
Τις ημέρες που το αρχοντικό των Παπαγιάννη «δεχόταν» η χαρά της μικρής Αυρηλίας (το όνομά της πριν δεχτεί την μοναχική κουρά) έτρεχε αμέσως για ν’ ανοίξει και να υποδεχθεί εκείνη τους επισκέπτες.
Η Αυρηλία ήταν το τέταρτο και το τελευταίο παιδί της οικογενείας.
Από τα αδέλφια της η μεγάλη, η Βασιλική ήταν εκείνη που της πρωτομίλησε για τον Θεό.
Μαζί με τα παραμύθια που της διάβαζε, της έλεγε ιστορίες από το Ευαγγέλιο και την Παλαιά Διαθήκη. Μια μέρα λοιπόν, της είπε ότι ο Θεός είναι «πανταχού Παρών» κι ότι κι αν κάνουμε Εκείνος το βλέπει.
Τότε η μικρή Αυρηλία που ήταν 4-5 χρονών τα έχασε και με τρομαγμένη φωνή ρώτησε: «Κι αν πάω και κλειστώ μέσα σ’ εκείνο το ντουλάπι, θα με βρει»; «Ναι» της λέει. «καλά, κι αν γίνω μικρή-μικρή και μπω σ’αυτό το σπιρτόκουτο κι εκεί θα με βλέπει»; «Κι εκεί».
Τότε κατάλαβε ότι η ζωή είναι σοβαρή υπόθεση γιατί μας βλέπει «Εκείνος που-είναι παντού»!
Τα χρόνια περνούσαν και η μικρή Αυρηλία αγαπούσε όλον τον κόσμο κι όλος ο κόσμος την αγαπούσε.
Μετά το γυμνάσιο, έφυγε για να συνεχίσει τις Σπουδές της στην Ελβετία στην Σχολή Γεωπονικής του Estavayer-Le-Lace. Αγαπούσε ιδιαίτερα τα φυτά και κυριολεκτικά μέχρι το τέλος της ζωής της «μιλούσε» μαζί τους και λες κι έβλεπες κάθε φορά την ανταπόκριση τους.
Το 1923 βρίσκεται οικογενειακώς στην Θεσσαλονίκη.
Εκεί μπαίνει στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο, ως Ακροάτρια στην Φιλοσοφική Σχολή.
Μετά το τέλος των σπουδών τις φθάνει στην Αθήνα και η πρώτη της φροντίδα ήταν να πιάσει κάποια δουλειά. Έπιασε λοιπόν δουλειά σε μια ψυχιατρική κλινική όπου παρέμεινε έναν μόνον χρόνο. Έπειτα ακολούθησε η Αγγλία, μόνη με μοναδική περιουσία μια χάρτινη Λίρα Αγγλίας.
Εκεί βρήκε διάφορες εργασίες, ενώ παράλληλα βοηθούσε πλήθος απόρων και ανέργους, επίσης φρόντιζε δωρεάν πολλούς φτωχούς.
Το 1954 είναι η χρονιά σταθμός στην πνευματική της ζωή. Ήταν 24 Μαρτίου την ημέρα που έφυγε για την άλλη ζωή η μητέρα της.
Για εκείνη, μόλις άρχιζε η Μεγάλη περιπέτεια της Πίστης στον Χριστό. Από κει και πέρα ξεκίνησε η μεγάλη ιεραποστολή της στις πέντε ηπείρους της υφηλίου. Το 1954 πήγε στην Ινδία όπου και παρέμεινε 5 χρόνια. Ήταν μεγάλος σταθμός στην ζωή της και η ίδια αγαπούσε ιδιαίτερα την Ινδία.
Εκεί βοηθούσε ακατάπαυστα πλήθος λεπρών και αρρώστων και τους έδειχνε απεριόριστη αγάπη. Όλοι την αγαπούσαν και την φώναζαν αδελφή Λίλα. Στο καθημερινό της κουραστικό πρόγραμμα ήταν απαραίτητη η δίωρη ανάγνωση της Αγίας Γραφής και πολλές ώρες προσευχής. Είχε απόλυτη εμπιστοσύνη στον Θεό και γι’ αυτό ποτέ δεν κρατούσε χρήματα πάνω της.
Όλα της τα έδινε εκείνος, έλεγε, εκείνη το μόνο που έκανε ήταν να αφεθεί στα χέρια Του.
Βοηθούσε πλήθος ανθρώπων ενώ ήταν η αιτία πολλοί άνθρωποι να βαφτιστούν Ορθόδοξοι. Ποτέ δεν μιλούσε σε άλλους για τον Χριστό αν δεν της το ζητούσαν οι ίδιοι. Τα χρόνια αυτά έκανε σημαντικές γνωριμίες, όπως την Μητέρα Τερέζα, Sivananda, Baba Amte.
Την καλούσαν σε διάφορες χώρες για να μιλήσει για τον Ορθόδοξο Χριστιανισμό. Μετά την Ινδία βρέθηκε στα Ιμαλάια για έναν χρόνο με λιτή τροφή, μόνη μόνο το Θεό, σε ώρες ατελείωτης προσευχής.
Μέσα από το μοναστήρι αλληλογραφούσε και βοηθούσε πολλούς ανθρώπους. Ακολουθεί η Αφρική, η Αθήνα, όπου έμεινε στο σπίτι των αγγέλων όπως το αποκαλούσαν τα πνευματικά της παιδιά, όπου κάθε μέρα δεχόταν πονεμένους ανθρώπους και τους βοηθούσε.
Έπειτα, ακολούθησε η Αίγινα και η Λέρος, όπου και εκοιμήθη σε ηλικία 95 ετών, στις 28 Μαρτίου του 1992.