Σημαντικά ευρήματα προέκυψαν κατά τη διάρκεια της υπερσύγχρονης υποβρύχιας έρευνας που συντελείται στο ναυάγιο των Αντικυθήρων υπό την εποπτεία της διεύθυνσης εφορίας ενάλιων αρχαιοτήτων, με την συμμετοχή διεθνούς ομάδας αρχαιολόγων.
Πλήθος επιστημόνων και εκπροσώπων του Τύπου είχαν κληθεί σε ειδική εκδήλωση την περασμένη εβδομάδα στα Κύθηρα, για την παρουσίαση της ανασκαφικής σοδειάς από τις υποθαλάσσιες έρευνες οι οποίες ξεκίνησαν στις 15 Σεπτεμβρίου. Τα ευρήματα της ενάλιας ανασκαφικής έρευνας στο ναυάγιο των Αντικυθήρων, τα οποία χαρακτηρίζονται πολύ σημαντικά, παραμένουν μυστικά αφού αρχαιολόγοι δύτες, συμμετέχοντες φορείς, χορηγοί και τοπικοί άρχοντες δεν φανέρωσαν το παραμικρό, ενώ ο πρόεδρος του Ιδρύματος «Αικατερίνη Λασκαρίδη», Πάνος Λασκαρίδης, – εκ των χορηγών της αρχαιολογικής αποστολής – ανέφερε πως η ηγεσία του υπουργείου Πολιτισμού απαγόρευσε την προγραμματισμένη ανακοίνωση, ώστε η παρουσίαση των ευρημάτων να γίνει τις επόμενες ημέρες, από τον υπουργό Κώστα Τασούλα.
Κατά πάσα πιθανότητα οι ανακοινώσεις θα γίνουν μέσα στην εβδομάδα, με τον πρωθυπουργό Αντώνη Σαμαρά να προγραμματίζει επίσκεψη στο νησί για να ενημερωθεί σχετικά με την πρόοδο των ανασκαφικών εργασιών.
Προηγμένης τεχνολογίας σκάφανδρο
Από τις 15 Σεπτεμβρίου, Έλληνες, Αμερικανοί και Ελβετοί αναζητούν σε βάθος 300 μέτρων, υπολείμματα από το αρχαίο ναυάγιο, ενώ έχουν ξεκινήσει καταδύσεις και γεωφυσικές έρευνες, με ανιχνευτές μετάλλων. Τις έρευνες θα βοηθήσει και ένα νέο προηγμένης τεχνολογίας σκάφανδρο, καναδικής κατασκευής και κόστους 1,5 εκατομμυρίου ευρώ, το οποίο ονομάζεται Εxosuit, και προσδίδει στους δύτες μεγαλύτερη ευελιξία και την ικανότητα να παραμείνουν επί μεγαλύτερο χρονικό διάστημα κάτω από το νερό, χωρίς να χρειάζεται να περάσουν αργότερα από τη διαδικασία της αποσυμπίεσης.
Η στολή, που μοιάζει με εκείνες των αστροναυτών, έχει βάρος 240 κιλά και είναι κατασκευασμένη από κράμα αλουμινίου. Το σκάφανδρο συνδέεται με την επιφάνεια με λώρο, με τον οποίο τροφοδοτείται με ηλεκτρική ενέργεια και επικοινωνίες οπτικών ινών. Ένας χημικός παράγοντας δεσμεύει μέσα στην καμπίνα το διοξείδιο και ένας μηχανισμός επαναπληρώνει τον χώρο με το απαιτούμενο οξυγόνο. Το Εxosuit, που δεν έχει δοκιμαστεί ακόμη εξαιτίας των κακών καιρικών συνθηκών, αναμένεται να καταδυθεί στα νερά των Αντικυθήρων την Τρίτη.
Μέχρι σήμερα, έχει ολοκληρωθεί η χαρτογράφηση του σχήματος του πλοίου ενώ οι υποθαλάσσιες ανασκαφές (σε βάθος 55 μέτρων) έχουν σκοπό να ανακαλύψουν τον «κρυμμένο θησαυρό» του ναυαγίου όπως και τον εντοπισμό του δεύτερου κομματιού του Μηχανισμού των Αντικυθήρων, που απεικονίζει τις κινήσεις των πλανητών.
Δύο χρόνια προετοιμασίας
Χρειάστηκαν δύο χρόνια προετοιμασίας και συνεργασίας της εφορείας Εναλίων Αρχαιοτήτων του υπουργείου Πολιτισμού με το Ωκεανογραφικό Ινστιτούτο της Μασαχουσέτης, και την τελευταία εβδομάδα ξεκίνησαν οι καταδύσεις και οι γεωφυσικές έρευνες, με ανιχνευτές μετάλλων, ενώ το πρόγραμμα των ερευνών στο βυθό των Αντικυθήρων θα ολοκληρωθεί στις 15 Οκτωβρίου. Στόχος των ερευνητών είναι να εντοπιστεί ολόκληρος ο θησαυρός που μετέφερε το αρχαίο πλοίο, το οποίο ήταν γεμάτο λάφυρα από τις στρατιωτικές επιχειρήσεις των Ρωμαίων στρατηγών.
Εντοπισμός μεγάλου μεγέθους χάλκινων αγαλμάτων
Οι ενδείξεις δείχνουν ότι το ρωμαϊκής εποχής ναυάγιο από το οποίο προέρχονται τόσο ο διάσημος και αινιγματικός μηχανισμός των Αντικυθήρων, όσο και ο εντυπωσιακός χάλκινος Έφηβος έχουν να δώσουν πολλές πολύτιμες πληροφορίες, ενώ οι αρχαιολόγοι κάνουν λόγο και για εντοπισμό μεγάλου μεγέθους χάλκινων αγαλμάτων.
Το Ναυάγιο
Στο 60 με 50 π.Χ. χρονολογείται το Ναυάγιο των Αντικυθήρων και το φορτίο του από τον 4ο έως και τον 1ο αιώνα π.Χ.. Το ναυάγιο είχε εντοπιστεί σε βάθος 55 μέτρων αλλά πιστεύεται πως το ρωμαϊκό πλοίο, γεμάτο λάφυρα από στρατιωτικές επιχειρήσεις, που έπεσε σε θαλασσοταραχή και βούλιαξε, κρύβει ακόμη πολλούς θησαυρούς, θαμμένους επί αιώνες στο βυθό των Αντικυθήρων.
Ανακαλύφθηκε τυχαία το 1900 από Σύμιους σφουγγαράδες, σε βάθος περίπου 40 με 64 μέτρων. Ανελκύστηκε σε δύο φάσεις, το 1900-1901, καθώς και το 1976 με τη βοήθεια του «Καλυψώ», του ωκεανογραφικού πλοίου του Ζακ Ιβ Κουστώ. Η μερική ανέλκυσή του χαρακτηρίστηκε ως η πρώτη μεγάλης έκτασης ενάλια έρευνα παγκοσμίως. Ο μοναδικός Έλληνας, που όχι μόνο έλαβε μέρος στις πολύμηνες τότε υποβρύχιες έρευνες με το Καλυψώ αλλά είχε και την εποπτεία όλης της επιχείρησης, ήταν ο αρχαιολόγος – αυτοδύτης και πρώην γενικός διευθυντής αρχαιοτήτων Λάζαρος Κολώνας.
Πηγή: naftemporiki.gr