Ενώπιον της Εισαγγελέως Πλημμελειοδικών Ρόδου με έγκληση κατά γυναικολόγου που υπηρετεί σε δημόσιο νοσηλευτικό ίδρυμα για τα αδικήματα του βιασμού, της προσβολής γενετήσιας αξιοπρέπειας, της κατάχρησης ανικάνου προς αντίσταση σε γενετήσια πράξη και επιπλέον για έργω εξύβριση προσέφυγε μια 55χρονη μητέρα 4 παιδιών και γιαγιά 2 εγγονών.
Σύμφωνα με το dimokratiki.gr, η εγκαλούσα, που ποτέ της δεν έχει απασχολήσει με οποιονδήποτε τρόπο τη Δικαιοσύνη, δηλώνει θύμα του γυναικολόγου.
Όπως διατείνεται στην έγκληση που έχει υποβάλει στις αρχές του τρέχοντος μηνός, την 1η Ιουνίου 2020, περί ώρα 12.00 το μεσημέρι επισκέφθηκε μαζί με την κόρη της και τον εγγονό της, το νοσηλευτικό ίδρυμα προκειμένου να προβεί σε γυναικολογική εξέταση, λόγω κάποιων περίεργων εκκρίσεων που είχε.
Επισημαίνει δε ότι έχει υποβληθεί πριν από 5 χρόνια σε αφαίρεση μήτρας και έχει επισκεφθεί γυναικολόγους ιατρούς πολλάκις και γνωρίζει λόγω της εμπειρίας της αν κάποια εξέταση από γυναικολόγο είναι η συνήθης ιατρική πρακτική ή υποκρύπτει κάτι άλλο ή παραπέμπει κάπου αλλού.
Σημειώνει δε ότι είχε επισκεφθεί τον εγκαλούμενο και στο παρελθόν και γνώριζε το ιατρικό της ιστορικό, ενώ δεν είχαν καμία άλλη σχέση ή κοινωνική επαφή.
Όπως διατείνεται, του έδωσε πλήρες ιατρικό ιστορικό και έκρινε ότι θα έπρεπε να την εξετάσει εσωτερικά, να προβεί δηλαδή σε εσωτερική κολπική εξέταση.
Η γυναίκα περιγράφει στην έγκλησή της ότι η εξέταση περιέργως έγινε με το χέρι και καθόλου δεν χρησιμοποιήθηκε κολπικός υπέρηχος πράγμα το οποίο την παραξένεψε αρχικά και του απηύθυνε σχετική ερώτηση.
Περιγράφει ότι η εξέταση της προκάλεσε δυσφορία αλλά και πόνο και διαμαρτυρήθηκε, ότι εκείνος της ζητούσε να κάνει υπομονή κι ότι ενώ είχε το ένα χέρι του στον κόλπο της άρχισε να θωπεύει και τους μαστούς της με πίεση.
Η εξέταση, όπως ισχυρίζεται, δεν παρέπεμπε σε συνηθισμένη ιατρική ψηλάφηση αλλά άρχισε να παραπέμπει σε ερωτική ψηλάφηση αλλά δεν αντέδρασε καθώς βρισκόταν σε σύγχυση λόγω της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης που έχει ο ασθενής κατά την ιατρική εξέταση αλλά και γιατί ήταν ακινητοποιημένη σε μία καρέκλα κάτω από τον πλήρη έλεγχο του ιατρού.
Άρχισε, όπως ισχυρίζεται τότε να «θωπεύει» έντονα και πολύ γρήγορα με τα δάχτυλα του ευαίσθητα σημεία του κόλπου της και ταράχθηκε ενώ εκείνος συνέχισε να την καθησυχάζει, ενώ την ρώτησε τότε πότε είχε για τελευταία φορά ερωτική επαφή.
Η γυναίκα υποστηρίζει ότι ενώ διημείφθησαν κι άλλα απίθανα μεταξύ τους κλώτσησε τα πόδια της, τα έβγαλε από την γυναικολογική καρέκλα, σήκωσε το κεφάλι και το σώμα της και πήγε να τον σπρώξει με τα χέρια της και τότε διαπίστωσε ότι το παντελόνι του ήταν ανοιχτό, το γεννητικό του όργανο ήταν σε στύση και το χέρι του πάνω στο γεννητικό του όργανο το οποίο «θώπευε» εκείνη τη στιγμή με σκοπό την γενετήσια και σεξουαλική ικανοποίησή του.
Τότε συνειδητοποίησε, όπως περιγράφει, ότι η εξέταση έλαβε χώρα από τον εγκαλούμενο δολίως με αποκλειστικό σκοπό την γενετήσια ικανοποίησή του εκμεταλλευόμενος την ιδιότητά του.
Ευρισκόμενη, όπως υποστηρίζει, σε κατάσταση πανικού, άρχισε να φωνάζει και να διαμαρτύρεται και να του ζητά εξηγήσεις κι εκείνος της έλεγε ότι ντρέπεται και προσπαθούσε να την ηρεμήσει.
Διατείνεται ακόμη ότι ενημέρωσε σχετικά και υπαλληλικό προσωπικό του νοσηλευτικού ιδρύματος ενώ ακολούθησε εξέτασή της από άλλο ιατρό.
Παρά τους αρχικούς φόβους της η γυναίκα αποφάσισε να υποβάλει τελικά έγκληση για να αποτρέψει τον ιατρό να πράξει το ίδιο και σε άλλες ασθενείς.
Την υπόθεση χειρίζονται οι δικηγόροι κκ Στέλιος Αλεξανδρής και Ευαγγελία Αρνιθενού.