Πεπεισμένη πως ο Κώστας Πάσσαρης, ο οποίος κρατείται στις φυλακές της Ρουμανίας, τέλεσε τις πράξεις για τις οποίες κατηγορείται εμφανίστηκε η εισαγγελέας στο Μεικτό Ορκωτό Εφετείο της Αθήνας και ζήτησε να κριθεί ένοχος και για τις 4 ανθρωποκτονίες και επτά απόπειρες ανθρωποκτονίας.
Η εισαγγελέας τόνισε πως ο κατηγορούμενος είχε οργανωμένο σχέδιο για να αποδράσει από το νοσοκομείο “Γεννηματάς” τον Φεβρουάριο του 2001, σκοτώνοντας εν ψυχρώ τους δύο αστυνομικούς Δημήτρη Αλεβιζόπουλο και Αθανάσιο Δρακόπουλο και τραυματίζοντας σοβαρά τον σωφρονιστικό υπάλληλο Ανδρέα Φυσέκη.
«Ήταν ένα οργανωμένο σχέδιο. Το ότι υπήρχε σχεδιασμός αποδεικνύεται από το γεγονός ότι άλλες δύο φορές που τον μετήγαγαν στο νοσοκομείο, επειδή καταλάβαινε ότι δεν μπορούσε να διαφύγει, καθώς τα χέρια του ήταν δεμένα πίσω και όχι μπροστά, άλλαξε γνώμη και είπε στους αστυνομικούς ότι δε θέλει να εξεταστεί».
Η εισαγγελική λειτουργός αναφέρθηκε και στην εν ψυχρώ δολοφονία της αδελφής της φαρμακοποιού που τον αναγνώρισε φωνάζοντας “αυτός είναι ο Πάσσαρης”, αλλά και στη δολοφονία της ιερόδουλου από τη Βουλγαρία, που τη σκότωσε επειδή κι εκείνη τον αναγνώρισε.
Η εισαγγελέας εισηγήθηκε την ενοχή του κατηγορούμενου για τις απόπειρες ανθρωποκτονίας σε βάρος αστυνομικών και πολιτών, ενώ ζήτησε από το δικαστήριο να μετατραπεί η κατηγορία της αρπαγής που αντιμετωπίζει ο κατηγορούμενος σε παράνομη βία, αδίκημα πλημμελληματικού χαρακτήρα που έχει παραγραφεί.
Νωρίτερα, στο δικαστήριο κατέθεσε αυτόπτης μάρτυρας της δολοφονίας των δύο αστυνομικών στο Γενικό Κρατικό Νοσοκομείο “Γεννηματάς”.
“Την ώρα που ήμουν στο νοσοκομείο, δύο αστυνομικοί έφεραν έναν κρατούμενο. Αντίκρισα έναν άνθρωπο θηρίο, έβριζε, έφτυνε, ήταν αγρίμι. Έκανε κινήσεις με το σώμα του για να διαφύγει. Οι αστυνομικοί με ρώτησαν ‘πού είναι ο αξονικός τομογράφος’. Αφού τους απάντησα, έφυγαν. Μετά από 3 λεπτά ένιωσα τον αέρα της σφαίρας. Οι πυροβολισμοί έπεφταν βροχή. Έπεσα κάτω. Μόλις καταλάγιασαν οι σφαίρες, είδα δύο άνδρες ξαπλωμένους με αίματα. Ήμουν σοκαρισμένη….”
Μάρτυρας που είδε τον Κώστα Πάσσαρη να φεύγει από το νοσοκομείο, κατέθεσε ότι κρατούσε όπλο και δεν φορούσε χειροπέδες.
“Ήταν ήρεμος, πέρασε από δίπλα μου. Ακούγαμε ουρλιαχτά μετά τους πυροβολισμούς. Κάποιοι φώναζαν “σταματήστε τον”. Κρατούσε όπλο. Το όπλισε μπροστά μου, το έβαλε στο μπουφάν του και προχώρησε γρήγορα για να πάει στην πίσω πλευρά του νοσοκομείου που συνορεύει με το “Σωτηρία”. Σίγουρα, δε φορούσε χειροπέδες”.