Ξέσπασε, μιλώντας στον ALPHA, η μητέρα της 43χρονης που δολοφονήθηκε στη Σαλαμίνα από τον 71χρονο σύντροφο της, διαψεύδοντας όσα ισχυρίστηκε εκείνος στους αστυνομικούς ότι η σύντροφος του είχε άλλη σχέση.
«Λένε πράγματα που δεν ευσταθούν καθόλου. Ένας άνθρωπος που τον είχαμε ενάμιση χρόνο εδώ πέρα, τον ταΐζαμε, τον ποτίζαμε, τον προσέχαμε σαν τα μάτια μας, όλη μου η οικογένεια. Άμα τον κοιτάξω, θα του πω “τι σου κάναμε;”. Το παιδί μου καθόταν κερί αναμμένο, παρόλη τη διαφορά ηλικίας που είχαν. Του φερόταν άψογα. Είχε το παιδάκι της 15 χρονών. Το πρόσεχε σαν τα μάτια της. Δεν είχε φύγει ποτέ μόνη της από το σπίτι. Πείτε μου πόσο καλός άνθρωπος είναι, που πήρε από την τσάντα της όλα της τα λεφτά, όλες της τις κάρτες, γιατί το έκανε αυτό; Ένας τρισάθλιος είναι».
«Την Παρασκευή το βράδυ με παίρνει το παιδί μου και μου λέει “μαμά μου σώσε με. Με έχει σκοτώσει”. Και φεύγω εγώ από εδώ και παίρνω την αστυνομία. Παίρνω το παιδί μου σε άθλια κατάσταση, κλείνουμε το σπίτι και πάμε στην αστυνομία…».
Φανερά συγκινημένη και σοκαρισμένη, η αδερφή της 43χρονης μίλησε στο MEGA εξιστορώντας τα όσα εφιαλτικά βίωνε το θύμα δίπλα στον 71χρονο.
«7 χρόνια υπήρχε στη ζωή της αδερφής μου, εγώ τον γνώρισα καλύτερα τον τελευταίο 1.5 χρόνο όταν ήρθαν να μείνουν στη Σαλαμίνα μαζί. Δε θα σας πω ότι θεωρούσα ότι ήταν το ιδανικό, αλλά από την στιγμή που η ίδια δεν είχε εκφράσει κάτι και τοπ παιδί δεν είχε εκφράσει κάτι, δεν είχα λόγο στις προσωπικές επιλογές. Το μόνο μελανό σημείο που υπήρχε και εγώ και η μητέρα μου προσπαθούσαμε να κάνουμε ό,τι μπορούσαμε για αυτό, ήταν ότι έπρεπε να έχε μια δουλειά. Δεν είχε δουλειά. Ζούσαν από τα πενιχρά έσοδα της αδερφής μου και τη βοήθεια της δική μου και της μητέρας μου. Δεν επιθυμούσε ούτε καν να βγάλει μια σύνταξη και δουλειά μόνο όταν και εφόσον τον καλούσε κάποιος θα πήγαινε και τα έσοδα που είχε, δεν τα διέθετε καν στο σπίτι. Έπιασα και εγώ με τη μητέρα να της πούμε ‘εντάξει όλα τα άλλα, αλλά δεν μπορεί αν συνεχιστεί αυτή η κατάσταση’. Αισθάνομαι και εγώ και η μητέρα μου δύσκολα και άσχημα που με τον τρόπο μας προσπαθήσαμε να τη συνετίσουμε, μήπως προκαλέσαμε την οργή του περισσότερο. Με βασανίζουν και εμένα χίλια δυο ερωτήματα».
«Μας άκουσε που της μιλάγαμε και αυτή μπορεί και να είχε κουραστεί γιατί δεν είναι και εύκολες αυτές οι καταστάσεις. Έκανε προσπάθειες μεγάλες τις τελευταίες ημέρες, μου τα έλεγε και η ίδια, να του μιλήσει με πάρα πολύ ωραίο τρόπο, για να λήξει εκεί το ζήτημα. Αυτός υπήρχε μια άρνηση στο να φύγει. Τις τελευταίες ημέρες είχε ξεφύγει η κατάσταση, αλλά και εμείς από τη μεριά μας τις είπαμε να την πάρουμε στο σπίτι πριν γίνει το περιστατικό που την χτύπησε.
Του είχε πει ότι ‘από την στιγμή που δεν εργάζεσαι, δεν μπορεί να συνεχιστεί η κατάσταση στο να σε συντηρώ’. Από εκεί ξεκίνησε το πρόβλημα γιατί άλλη διαφορά με την αδερφή μου δεν είχε ο τύπος σε φάση ότι είχαν φασαρίες καυγάδες χωρίς λόγο. Το βασικό θέμα όλης της κατάστασης που ξεκίνησε τους τελευταίους μήνες και κορυφώθηκε με τη δολοφονία, ήταν το γεγονός ότι αρνούνταν να δουλέψει, δεν ήθελε με τίποτα. Είχε μάθει σε μια κατάσταση, είχε βολευτεί σε ένα σπίτι και δεν ήθελε να φύγει με τίποτα από εκεί μέσα».