Η πορεία που ακολούθησαν μετά τη φονική σύγκρουση της Αίγινας οι επιβαίνοντες στο μοιραία ταχύπλοο «Ντουέντε», σύμφωνα με τις καταθέσεις του Επαμεινώνδα Βενετσιάνου και της Ευθυμίας Βενετσιάνου.
Σύμφωνα με την δικογραφία, αποσπάσματα της οποίας δημοσιεύει η εφημερίδα «Ελεύθερος Τύπος» προκύπτει ότι μετά το δυστύχημα το ζευγάρι μετέβη με ταξί στο σπίτι του 77χρονου Θρασύβουλου Λυκουρέζου και όχι στο Λιμεναρχείο, ενώ η 4η επιβαίνουσα στο σκάφος –όπως προκύπτει από έγγραφο του Λιμενικού- «εξαφανίστηκε» με αποτέλεσμα να καταθέσει με πολλές ημέρες καθυστέρηση.
Ο 83χρονος Επαμεινώνδας Βενετσιάνος κατέθεσε ότι ξέρει σίγουρα ότι υπήρχαν σωσίβια στο ταχύπλοο, ότι οι επιβαίνοντες ήταν αυτοί που ανακοινώθηκαν επισήμως και πως δεν τραυματίστηκε κανείς τους.
Μετά το δυστύχημα παρέμειναν στο «Ντουέντε» για τουλάχιστον 30 λεπτά. Ο 83χρονος περιγράφει: «Περί 12.45 ενώ πηγαίναμε νότια της Αίγινας αισθάνθηκα ένα ισχυρό τίναγμα. Στην αρχή νόμιζα ότι πέσαμε σε βράχο. Όταν η πλώρη κατέβηκε κοίταξα γύρω και είδα ένα πλοίο μισοβυθισμένο και ανθρώπους στη θάλασσα. Κάτσαμε με τη σύζυγό μου μέσα στο σκάφος για περίπου μισή ώρα, ενώ ο Λυκουρέζος καλούσε για να έρθει κάποιος να μας πάρει.
Περί 13.30 ήρθε ένα φουσκωτό και μας πήρε. Μας αποβίβασε στην Πέρδικα και από εκεί φύγαμε με ταξί και πήγαμε στην Αίγινα στην οικία του Λυκουρέζου. Τη στιγμή του συμβάντος το σκάφος κυβερνούσε ο Λυκουρέζος. Δεν πηγαίναμε με μεγάλη ταχύτητα διότι λόγω του κυματισμού χτυπάγαμε μέσα στο σκάφος. Ξέρω σίγουρα ότι το Ντουέντε είχε σωσίβια. Δεν υπήρξε τραυματισμός. Ούτε εγώ τραυματίστηκα, ούτε η γυναίκα μου, ούτε η κυρία Ντότη, ούτε ο Λυκουρέζος».
Η Ευθυμία Βενετσιάνου από την πλευρά της καταθέτει:
«Ξεκινήσαμε από την Αίγινα για να πάμε στη Μονή για μπάνιο. Στο σκάφος επιβαίναμε εγώ, ο άντρας μου, ο φίλος μας Λυκουρέζος και ακόμα μαζί μας ήταν μια φίλη του Λυκουρέζου. Ενώ ταξιδεύαμε ακούστηκε ένας δυνατός θόρυβος και τρανταχτήκαμε. Αμέσως είδα ένα καΐκι να παίρνει απότομη κλίση και να πέφτουν άνθρωποι στη θάλασσα. Ο Λυκουρέζος τηλεφώνησε για να βοηθηθούν οι άνθρωποι που βρίσκονταν στη θάλασσα. Στο σημείο έφτασαν σκάφη για την περισυλλογή των ναυαγών. Μετά από λίγο και αφού τελείωσε η περισυλλογή των ναυαγών ήρθε και μας πήρε ένα ταχύπλοο.
Μας οδήγησε στην Πέρδικα και μας αποβίβασε. Έπειτα μεταβήκαμε στο σπίτι του φίλου μας, ο οποίος και μας φιλοξενούσε, καθώς δεν ξέραμε τι να κάνουμε. Έπειτα από λίγη ώρα και αφού ηρεμήσαμε μεταβήκαμε με τον άντρα μου στο Λιμεναρχείο. Χειριστής ήταν ο Λυκουρέζος. Στο σκάφος ήμασταν οι τέσσερις μας».
Η τέταρτη επιβαίνουσα, ηλικίας 65 ετών, πήρε ανενόχλητη στις 16 Αυγούστου 2016 το πλοίο της γραμμής και έφυγε από την Αίγινα.
Στη δικογραφία της υπόθεσης περιέχονται –μεταξύ άλλων- έγγραφα του νοσοκομείου, στο οποίο παρακολουθούνταν ο 77χρονος Λυκουρέζος, τα οποία αποδεικνύουν ότι ο κατηγορούμενος δεν ήταν σε θέση να κυβερνάει σκάφος.
Ενδεικτικό είναι ότι για να θέσει σε λειτουργία το ταχύπλοο «Ντουέντε» καλούσε σε βοήθεια μηχανολόγο. Η τελευταία φορά που τον κάλεσε ήταν τη μοιραία ημέρα. Ο μηχανολόγος κατέθεσε: «Την 16η Αυγούστου το πρωί μου τηλεφώνησε εκ μέρους του Θρασύβουλου Λυκουρέζου ο… και με παρακάλεσε να πάω στο σκάφος Ντουέντε για να το βάλω μπροστά και να κάνω έναν έλεγχο ότι όλα ήταν σωστά. Πήγαμε με τον… στο σκάφος, έλεγξα τα χειριστήρια, άνοιξα τους διακόπτες και έθεσα τους κινητήρες σε λειτουργία διαπιστώνοντας ότι όλα ήταν καλά. Ο Λυκουρέζος –όπως μου είπαν- θα αναχωρούσε για μπάνιο. Στο πίσω κάθισμα επέβαιναν τρία ηλικιωμένα άτομα, δύο γυναίκες και ένας άντρας που θα έφυγαν μαζί με τον Λυκουρέζο. Εγώ τελειώνοντας τον έλεγχο έφυγα».