«Καθ’ όλη τη διάρκεια του ελέγχου που κάναμε ακούγαμε μια φωνή από τους πάνω ορόφους του σπιτιού να φωνάζει βοήθεια χωρίς όμως είναι να είναι καθαρά αυτά που λέει» καταθέτει ένας από τους αστυνομικούς που μπήκαν στο σπίτι.
«Μου έδωσε την εντύπωση πως αν δεν του έβγαζα την ταινία γρήγορα μπορεί και να πέθαινε» αναφέρει ακόμη ο ίδιος και περιγράφει τον τρόπο που είχε καταφέρει ο πιλότος να δέσει τα χέρια και τα πόδια του με ένα λευκό σπάγκο.
«Άκουσα μια αντρική φωνή η οποία ακουγόταν σαν να είναι φιμωμένη, και η οποία φώναζε «βοήθεια» και μας καλούσε να σπάσουμε την πόρτα ώστε να μπούμε στο σπίτι», καταθέτει ο δεύτερος αστυνομικός που μπήκε στο σπίτι.
«Πάνω στο κρεβάτι υπήρχε μια γυναίκα, γυρισμένη και ξαπλωμένη μπρούμυτα, η οποία είχε τα χέρια της δεμένο πισθάγκωνα με μία γκρι ζακέτα. Γύρω από το λαιμό της είχε τυλιγμένο ένα γκρι ύφασμα, ενώ απ’ όσο καταλάβαμε δεν είχε τις αισθήσεις της. Πάνω στην πλάτη της γυναίκας υπήρχε ένα μωρό, το οποίο ήταν εν ζωή» προσθέτει.
Αποκαλυπτική είναι όμως και η πρώτη κατάθεση που έδωσε στις αρχές η γειτόνισσα του ζευγαριού, η οποία αναφέρει ότι στις 6:15 τα ξημερώματα δέχθηκε κλήση από τον πιλότο αλλά δεν καταλάβαινε τι ακριβώς της έλεγε. Έτσι αποφάσισε να βγει από το σπίτι της για να δει τι συμβαίνει και την ώρα εκείνοι έφταναν οι αστυνομικοί.
«Τους είπα πως στο δίπλα σπίτι υπάρχει ένας άνθρωπος που μάλλον χρειάζεται βοήθεια. Ακόμη έβαλα το κινητό μου τηλέφωνο σε ανοιχτή ακρόαση για να ακούσουν οι αστυνομικοί τον Μπάμπη. Ο Μπάμπης μούγκριζε και έλεγε κάτι αλλά δεν μπορούσα να το καταλάβω» είπε στις 11 Μαΐου στους αστυνομικούς η γυναίκα που ζούσε δίπλα στο ζευγάρι.