Με νέες συγκλονιστικές καταθέσεις μαρτύρων συνεχίζεται η δίκη για τη φωτιά στο Μάτι.
Κλαίγοντας η μάρτυρας, Μαγδαλινή Τσέκου, μίλησε στο δικαστήριο για τη φωτιά στο Μάτι πως βίωσε τη φονική πυρκαγιά και πως χωρίστηκε με τον πατέρα της.
«Βρισκόμουν σπίτι μαζί με τη μητέρα και τον πατέρα μου. Το σπίτι βρίσκεται 200 μέτρα από Μαραθώνος με θέα προς Βουτζά. Όπως κοιτάνε να δούμε τι γίνεται, με τον πατέρα μου κυρίως, τους λέω ότι βλέπω καπνούς. Κοιτάμε όλα τα κανάλια δεν ακούμε τίποτα. Ο καπνός δυναμώνει. Ο αέρας ερχόταν προς εμάς. Βλέπουμε ότι υπάρχει πλευρά Καλλιτεχνούπολη φωτιά. Τρομοκρατούμαστε. Αέρας πολύ δυνατός. Τη φωτιά τη βλέπουμε να έρχεται αλλά πιστεύουμε δε θα φτάσει ποτέ σε εμάς. Η φωτιά δεν είχε περάσει ποτέ Μαραθώνος. Συνεχίζει όμως κατεβαίνει. Κινείται παράλληλα κι μου λέει πατέρας μου θα την σβήσω. Ο πατέρας μου φωνάζει και φεύγουμε. Κλείνουμε παράθυρα και πόρτες και μαζεύουμε ότι μπορούμε και φεύγουμε» περιέγραψε η μάρτυρας.
«Κάποια στιγμή, δημιουργούνται φλόγες κοντά μας. Μας λέει “προχωρήστε και έρχομαι” ο πατέρας μου. “Φύγετε και εγώ θα έρθω”. Προσπαθεί να βάλει τα σκυλιά ο πατέρας μου, αυτά δεν ανταποκρίνονται. Φεύγω εγώ μπροστά με τη μητέρα μου. Ο δρόμος είναι γεμάτος φωτιά. Ένας άνθρωπος πηδάει στο καπό του αυτοκινήτου. Τον έβαλα μέσα. Μπροστά μας φωτιά. “Μου λέει περνά θα καούμε”, του λέω με το αμάξι θα πάρουμε φωτιά. Πήδηξε κι έφυγε με κατεύθυνση στη θάλασσα. Δεν ξέρω τι απέγινε. Εγώ έκανα αναστροφή, βγήκα στο αντίθετο ρεύμα της Μαραθώνος και αρχίζω να καλώ τον πατέρα μου. Δεν το σηκώνει. Κόσμος φωνάζει. “Η φωτιά σας θα σας κάψει, τρέξτε μη μένετε εδώ!”. Σε όλη τη διαδρομή δεν έχω δει κανέναν υπεύθυνο. Καμία σειρήνα, καμπάνα, κάτι! Μόνο άνθρωποι φώναζαν. Στη διασταύρωση με τη Ραφήνα, παίρνω ξανά τον πατέρα μου. Δεν το σηκώνει. Συναντιέμαι με την αδελφή μου και λέμε να γυρίσουμε στο λιμάνι της Ραφηνας γιατί ο μπαμπάς μπορεί να πέρασε το δρόμο με τη φωτιά. Φτάσαμε στο λιμάνι ρωτούσαμε για τον πατέρα μας. Κανείς δεν τον έχει δει» εξιστόρησε η μάρτυρας.
Τελικά όπως ενημερώθηκε η μάρτυρας από συγγενή της ο πατέρας της είχε μεταφερθεί στο νοσοκομείο. «Είχε 85% εξωτερικά εγκαύματα και 35% εσωτερικά, ήταν από τις χειρότερες περιπτώσεις. Τον διασωλήνωσαν. Μας είπαν να περιμένουμε. Ο πατέρας μου “έφυγε” στις 27 Ιουλίου. Από εκείνο το απόγευμα που φύγαμε από το σπίτι, δεν κατάφερα να του ξαναμιλήσω ποτέ. Ο πατέρας μου προσπάθησε να βοηθήσει μια οικογένεια που είχαν ένα ανάπηρο άνθρωπο. Εγκλωβίστηκαν μέσα στο αμάξι, που είχε πάρει φωτιά. Ο πατέρας μου σύρθηκε στο έδαφος. Αυτό συνέβη στις 19.30 και μέχρι τις 21.00 κείτονταν κάτω. Τα ξέρω αυτά γιατί η γειτόνισσα κατάφερε να επιβιώσει και έδωσε συνέντευξη και τα έμαθα. Ο ανάπηρος συζυγος της απανθρακώθηκε μαζί με την τετραμελή οικογένεια στης οποίας το αμαξι βρισκόταν. Αργότερα πέθανε κι εκείνη από επιπλοκές».
Τη δική της τραγική ιστορία εξιστόρησε στο δικαστήριο και η Ευανθία Σιδέρη που έχασε τη μητέρα και το σύζυγο της στη φωτιά. «Είμαστε στο σπίτι, ξαπλωμένοι, ο άνδρας μου σε καλή κατάσταση. Η κόρη μου κοιμόταν. Κοιτούσα τι γίνεται στη φωτιά στη Κινέτα. Έξι παρά είκοσι, βλέπω παχύ καπνό που πέρασε από πάνω μας. Και λέω η Κινέτα έφτασε εδώ! Δεν μπορεί! Τρέχω κομπιούτερ κλειστό. Είχε περάσει ήδη η φωτιά αλλά εγώ δεν μύριζα, έχω χάσει αίσθηση. Η κόρη μου έπαθε κρίση πανικού, γύρισαν μάτια της, ούρλιαζε. “Θα καούμε”. Εγώ δεν είδα κάτι. Εκείνη το είδε. “Πάμε να φύγουμε” ούρλιαζε. Εγώ πήγα να πάρω φάρμακα, κομπιούτερ. Και εκείνη φώναζε να φύγουμε, αυτά τα πέντε λεπτά μπορεί να μου κόστιζαν τη ζωή» είπε η μάρτυρας στην κατάθεση της.
«Έτρεχε μπροστά η κόρη μου η Περσεφόνη, πίσω εγώ και η μητέρα μου και πιο πίσω ο άντρας μου. Κάποια στιγμή τον χάσαμε. Μπήκαμε στο μονοπάτι. Η μαμά μου εκείνη την ώρα μου λέει “δε θα τα καταφέρω, άφησε με”. Της λέω πάμε. Φτάνουμε στα σκαλοπατάκια και ξαφνικά η κόρη μου φωνάζει “μαμά καίγεσαι!”. Πετάω ρούχα και πέφτω στη θάλασσα, βλέπω δευτερόλεπτα πριν την κόρη μου να αρπάζει τη μάνα μου και να την τραβάει στη θάλασσα. Τις έχασα. Έπεσε μαύρο πέπλο παντού. Βρήκα μια ξέρα και κάθισα. Ούρλιαζα για ώρες. Και που σώθηκα είναι σαν να έχω πεθάνει» ανέφερε η μάρτυρας.
«Καμένα μωρά, καμένες μανάδες. Καίγανε τα πάντα. Ήταν ένα πράγμα ασύλληπτο. Ήμασταν μόνοι μας τελείως. Μετά από ώρες ήρθε ένα μεγάλο καΐκι. Να γίνεται χαμός. “Τους καμένους πρώτα!” να φωνάζουν. Ήρθε ο άντρας μου κατάμαυρος, μου λέει “αγάπη μου” και λιποθύμησε. Παίρνω την κόρη μου τηλέφωνο, μου λέει δε βρίσκω τη γιαγιά. Άρχισαν να ψάχνω σε ξέρες, μέσα στη θάλασσα. Τα είδα όλα. Πτώματα σε κατάσταση Πομπηίας. Τη χάσαμε τη μητέρα μου και ο άντρας μου μερικούς μήνες μετά κατέρρευσε από αυτό και πέθανε στο νοσοκομείο. Δικαίωση για τη μνήμη της μητέρας μου, του αντρούλη μου, της Χρύσας Σπηλιώτη που ήταν φίλη μου για όλους όσους χάθηκαν άδικα» περιέγραψε η μάρτυρας.
Η δίκη ξεκίνησε με τον Θρασύβουλο Κονταξή, συνήγορο του δημάρχου Ραφήνας- Πικερμίου, Ευάγγελου Μπουρνούς, να θέτει ζήτημα μεροληψίας του δικαστηρίου που δικάζει την υπόθεση της φονικής πυρκαγιάς στο Μάτι.
Ο κ. Κονταξής έθεσε αυτό το ζήτημα λόγω της συμβολικής κίνησης στην οποία προχώρησαν χθες οι συγγενείς με τη τοποθέτηση φωτογραφιών των νεκρών στις θέσεις του κοινού.
Θ. Κονταξής : Αυτό που έγινε με τις φωτογραφίες χθες πρόκειται περί δικονομικής εκτροπής. Αποκρύψατε από τους συγγενείς ότι αποτελεί υπονόμευση του τεκμηρίου αθωότητας. Η κίνηση ανοχής του δικαστηρίου σας συνιστά παράβαση του τεκμηρίου αθωότητας. Κλονίζεται η αμεροληψία σας έναντι των κατηγορουμένων. Δεν απαντήσατε στο αίτημα που υπήρξε, αυτό σημαίνει απόλυτη ακυρότητα της διαδικασίας. Δεν υπήρξε απαθές το δικαστήριο σας, θα ενημερώσω την πρόεδρο του Αρείου Πάγου και τα αρμόδια όργανα, δεν είμαστε στα λαϊκά δικαστήρια της Τεχεράνης, δεν τυγχάνει το δικαστήριο σας της εμπιστοσύνης των κατηγορουμένων.
Πρόεδρος : Δεν καταλαβαίνω για ποιο λόγο πρέπει να γίνει αυτό. Αυτό έγινε εχθές. Σήμερα δεν έγινε κάτι.
Θ. Κονταξής : Δεν καταλαβαίνω κι εγώ γιατί έγινε όλο αυτό χθες.
Πρόεδρος : Σας δόθηκε αίσθηση ότι μεροληπτεί το δικαστήριο;
Θ. Κονταξής : Ο ορισμός της αίσθησης αυτής.
«Δεν τίθεται για κανένα μέλος της σύνθεσης ζήτημα αποχής ή αυτοεξαίρεσης. Ο καθένας από εμάς μπορεί να ασκήσει αμερόληπτα τα καθήκοντα του» ανέφερε η Πρόεδρος της έδρας έπειτα από ολιγόλεπτη διάσκεψη του δικαστηρίου.