Έγγραφα που έχουν επιδοθεί νομίμως θεωρούνται οι κλήσεις της Τροχαίας και της Δημοτικής Αστυνομίας που τοποθετούνται στο παρμπρίζ των οχημάτων, όπως έκρινε το Διοικητικό Πρωτοδικείο Αθηνών.
Η υπόθεση έφτασε στη δικαιοσύνη ύστερα από προσφυγή οδηγού οχήματος, στον οποίο την χρονική περίοδο 20077-2012 είχαν κοπεί συνολικά 88 κλήσεις που αφορούσαν κυρίως σε παράνομη στάθμευση.
Ο οδηγός αντέδρασε τέσσερα χρόνια μετά, τον Μάιο του 2016, όταν του ήρθε ειδοποίηση από Τράπεζα που του γνωστοποιούσε ότι ο Δήμος Αθηναίων προέβη στην δέσμευση των λογαριασμών του (κατασχετήριο εις χείρας τρίτου), λόγω του χρηματικού ποσού που όφειλε από το συνόλο των κλήσεων.
Τότε ισχυρίστηκε ότι έλαβε για πρώτη φορά γνώση των βεβαιωθέντων σε βάρος του προστίμων για παράνομη στάθμευση, όταν τον ενημέρωσε η Τράπεζα για την κατάσχεση.
Η υπόθεση κατέληξε στο Διοικητικό Πρωτοδικείο Αθηνών, το οποίο επισήμανε ότι «στις περιπτώσεις βεβαίωσης προστίμου λόγω παράνομης στάθμευσης οχήματος, προβλέπεται ειδική διαδικασία κοινοποίησης της αντίστοιχης πράξης στον παραβάτη και συγκεκριμένα στον οδηγό του παρανόμως σταθμευμένου οχήματος στις περιπτώσεις που ο τελευταίος απουσιάζει και δεν δύναται το όργανο που βεβαίωσε την παράβαση να επιδώσει την πράξη άμεσα στον παραβάτη, με την τοποθέτηση της έκθεσης βεβαίωσης παράβασης στον ανεμοθώρακα του οχήματος, η οποία επέχει θέση επίδοσης αυτής καθώς και κλήσης του παραβάτη προς υποβολή αντιρρήσεων, ενώπιον του αρμοδίου οργάνου, ή προσφυγής ενώπιον του Δικαστηρίου.
Εξάλλου, συνεχίζουν οι δικαστές, ο ισχυρισμός του ιδιοκτήτη ότι ουδέποτε του επιδόθηκαν οι προσβαλλόμενες πράξεις αναποδείκτως προβάλλεται εκ μέρους του και, ως εκ τούτου, είναι απορριπτέος δεδομένου και του πλήθους των παραβάσεων που, εν προκειμένω, ανέρχονται σε 88 καθώς και των διαφορετικών υπηρεσιών που βεβαίωσαν αυτές, όπως επίσης και των διαφορετικών οργάνων των υπηρεσιών αυτών που υπογράφουν τις σχετικές πράξεις βεβαίωσης παράβασης και επιβολής προστίμου».
Τελικά το Διοικητικό Πρωτοδικείο Αθηνών λόγω του εκπρόθεσμου χαρακτήρα της αίτησης την απέρριψε ως απαράδεκτη, ενώ παράλληλα καταλόγισε στον παραβάτη την δικαστική δαπάνη του Δήμου Αθηναίων, η οποία ανέρχεται στα 234 ευρώ.