Μία 24χρονη στο Βόλο, έπεσε, όπως καταγγέλλει, θύμα ξυλοδαρμού από τον πατέρα της, επειδή αποφάσισε να ασπαστεί τον ισλαμισμό.
Σύμφωνα με τα gegonota.news, η 24χρονη, που εργάζεται πλέον σε ιατρικό ερευνητικό εργαστήριο της Μεγάλης Βρετανίας όπου και σπούδασε βιοϊατρική, κατήγγειλε τον 50χρονο πατέρα της για ξυλοδαρμό.
«Με χτυπούσε για 20 λεπτά με ζωώδη χαρά γιατί δεν ήθελε να φορά μαντήλι στο κεφάλι» κατέθεσε στο δικαστήριο και ο πατέρας της έκλαιγε και ζητούσε συγγνώμη.
Η Εισαγγελέας της έδρας κυρία Παπακώστα, αφού υπερασπίστηκε το αυτονόητο δικαίωμα του κάθε ανθρώπου να πιστεύει σε όποιον θεό θέλει, ήταν καταπέλτης εναντίον του 50χρονου για την κακοποίηση, προτείνοντας τη φυλάκισή του.
Όπως αναφέρουν τα gegonota.news, η 24χρονη, που μεγάλωσε σε χωριό της περιφέρειας του Δήμου Ρήγα Φεραίου, εμφανίστηκε με μάσκα στο δικαστήριο, κρύβοντας την παραμόρφωση που είχε υποστεί.
Το θύμα επέστρεψε από την Αγγλία, θέλοντας να περάσει λίγες ημέρες με την οικογένειά της. Όπως είχε αναφέρει στην κατάθεσή της, είχε ενημερώσει τηλεφωνικά τους γονείς της ότι ασπάστηκε τον ισλαμισμό. Οι γονείς της 24χρονης είχαν αντιδράσει έντονα και της είχαν πει να μην έρθει στην Ελλάδα. Εκείνη, όμως, αποφάσισε να έρθει το περασμένο Σάββατο.
Σύμφωνα με το ρεπορτάζ, όταν ο πατέρας την αντίκρισε με μαντήλι στον σταθμό λεωφορείων του Βόλου, που πήγε να την παραλάβει, άρχισε να να τη επιτίθεται λεκτικά. «Μας ρεζιλεύεις παντού» της είπε και εκείνη του απάντησε πως το προνόμιο να ρεζιλεύει την οικογένειά του και την ίδια, το είχε για πολλά χρόνια εκείνος.
Η διαμάχη συνεχίστηκε στο σπίτι, ενώ την Κυριακή η οικογένεια περίμενε συγγενείς στο σπίτι. Όταν η νεαρή αποφάσισε να μείνει στο δωμάτιό της, ο πατέρας της εξαγριώθηκε. Τότε, άρχισε να την χτυπά με γροθιές, την έριξε κάτω και την κλωτσούσε στα πλευρά. Όταν η μητέρα της μπήκε στη μέση για να την σώσει από τα χέρια του, την χτύπησε και εκείνη.
«Μου είπε, πως θα σκοτώσει πρώτα εμένα και μετά το παιδί», δήλωσε στην κατάθεσή της η μητέρα, που πήγε και ζήτησε βοήθεια από τους γείτονες. «Έχεις πάρει τον δρόμο του διαβόλου» φώναζε ο πατέρας στην 24χρονη αιμόφυρτη κόρη του, ενώ ο ίδιος είναι άθεος, αλλά τηρεί τα έθιμα της χριστιανικής κοινότητα όπου ζει. Η μητέρα παραδέχτηκε πως ο σύζυγός της είναι βίαιος και χτυπά την ίδια και τα παιδιά.
«Στο σπίτι φώναζε πως οι μουσουλμάνοι είναι άρρωστοι και δεν άφηνε περιθώριο να του εξηγήσω πως είναι δικαίωμά μου να αναζητώ, να ερευνώ τις θρησκείες και να παίρνω αποφάσεις. Είμαι έτσι κι αλλιώς κατά της εμφάνισης γυμνών σημείων του σώματος», είπε, προσθέτοντας ότι πολλές φορές τόσο η ίδια, όσο και η οικογένειά της είχαν βιώσει ξεσπάσματα βίας από τον πατέρα τους, ενώ είχαν υπάρξει στιγμές που φοβόντουσαν ότι θα κάνει πράξη την απειλή του, δηλαδή να τους σκοτώσει.
«Με χτυπούσε χωρίς έλεος. Δεν συγκινήθηκε, δεν μετάνιωσε. Φώναζα βοήθεια και όσο με χτυπούσε είχε στα μάτια του μια ζωώδη χαρά. Το είχα υποσχεθεί στον εαυτό μου πως εάν με ξαναχτυπούσε θα τον καταγγείλω», είπε.
Όση ώρα κατέθετε, ο πατέρας της, που εμφανίστηκε χωρίς δικηγόρο, όπως και η 24χρονη, δήλωνε μετανιωμένος και ζητούσε συγγνώμη, ενώ την διαδικασία παρακολουθούσε και το 13χρονο παιδί της οικογένειας. «Τον θεωρώ επικίνδυνο τον πατέρα μου», ανέφερε η 24χρονη και αρνήθηκε όταν της προτάθηκε από την εισαγγελέα να δεχθεί διαδικασία ποινικής διαμεσολάβησης.
Από την πλευρά του, ο 50χρονος άφησε να εννοηθεί ότι παλεύει να τα βγάλει πέρα με λίγα χρήματα και θεωρεί πως θα έπρεπε να υπακούν όλοι στις εντολές του γιατί τους συντηρεί. Μάλιστα είπε για την κόρη του πως ενώ ήξερε πως δεν είχε χρήματα για να την σπουδάσει, εκείνη έκανε ό,τι ήθελε. «Στα νεύρα μου επάνω έγιναν όλα γιατί έχω και βαρύ χέρι. Δεν θα ακουμπήσω ξανά ούτε τρίχα από τα μαλλιά τους, δεν θα πειράξω ούτε μύγα», είπε, με την Εισαγγελέα να του λέει πως έπρεπε πριν πολλά χρόνια να έχει βρεθεί στην θέση του κατηγορούμενου.
«Γυρίστε να δείτε την κόρη σας, θα μπορούσατε να την είχατε σκοτώσει. Επειδή τους δίνετε, όπως εσείς νομίζετε, ένα πιάτο φαΐ, θα τους κάνετε την ζωή μαρτύριο;», είπε απευθυνόμενη η Εισαγγελέας στον κατηγορούμενο.
Η Εισαγγελέας ήταν καταπέλτης, χαρακτηρίζοντάς τον βίαιο, χωρίς ηθικούς φραγμούς και χωρίς αγάπη για την οικογένειά του.
Ο 50χρονος καταδικάστηκε σε τρία χρόνια και τρεις μήνες χωρίς αναστολή και χωρίς η έφεση να έχει αναστέλλουσα δύναμη, ενώ υπέρ της αναστολής της ποινής τάχθηκε ο πρόεδρος της έδρας.
Σύμφωνα με το δημοσίευμα, ο άνδρας, την ώρα της μεταγωγής του στη φυλακή, έκλαιγε και ζητούσε συγγνώμη.