Απόλυτα αρνητική στάση απέναντι στο κίνημα των αντιεμβολιαστών τηρεί ο Γιάννης Τούντας, Ομότιμος Καθηγητής Ιατρικής, ΕΚΠΑ και Διευθυντής του Ινστιτούτου Κοινωνικής και Προληπτικής Ιατρικής, σχολιάζοντας τις επιπτώσεις που μπορεί να έχει μια τέτοια στάση στον έλεγχο της επιδημίας στη χώρα μας.
Μιλώντας στο iefimerida λέει χαρακτηριστικά πως «ένα από τα μεγαλύτερα εμπόδια που αντιμετωπίζουμε στη μάχη που δίνουμε για την έγκαιρη τιθάσευση του επιδημικού κύματος, είναι το σχετικά χαμηλό ποσοστό εμβολιασθέντων. Παρά το ότι διαθέτουμε επάρκεια εμβολίων και ένα υποδειγματικό σύστημα εμβολιασμών, τα ποσοστά εμβολιασθέντων ανά ηλικιακή ομάδα δεν ξεπερνά το 70% ακόμα και στις μεγάλες ηλικίες», σημειώνει ο κ. Τούντας και επισημαίνει παράλληλα ότι τα «χαμηλά ποσοστά εμβολιασθέντων στη χώρα μας οφείλονται κυρίως στο αντιεμβολιαστικό κίνημα, το οποίο τροφοδοτείται όχι τόσο από τα πολύ σπάνια περιστατικά παρενεργειών, όσο από τη διάδοση ψευδών ή και αντιεπιστημονικών απόψεων που διακινούνται στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης ή που εκφράζονται δημοσίως στα ΜΜΕ».
Η αρνητική επίδραση αυτών των απόψεων είναι πολύ πιο ισχυρή όταν προέρχονται από στελέχη της ακαδημαϊκής κοινότητας, όπως τονίζει ο Διευθυντής του Ινστιτούτου Κοινωνικής και Προληπτικής Ιατρικής.
«Ένας εξ΄ αυτών, υποστήριζε τις προάλλες σε πρωινή ραδιοφωνική εκπομπή, ότι δεν χρειάζεται να εμβολιάζονται τα υγιή άτομα κάτω των 70 ετών, ότι τα εμβόλια δεν προστατεύουν από τη μόλυνση και ότι δεν μπορούμε να πετύχουμε τη συλλογική ανοσία στηριζόμενοι στα εμβόλια γιατί θα έπρεπε να εμβολιαστεί ταυτόχρονα (!) το 80% του πληθυσμού. Πρώτα απ΄ όλα, ο εμβολιασμός και των νεότερων ηλικιών επιβάλλεται πέραν κάθε αμφιβολίας. Όλες οι ηλικίες μολύνονται και όλες οι ηλικίες διατρέχουν, έστω και σε διαφορετικό βαθμό, τον κίνδυνο να νοσήσουν και να πεθάνουν».
Ο ίδιος αναφέρεται στα στοιχεία του ΕΟΔΥ από τα οποία προκύπτει ότι η διάμεση ηλικία των νέων εισαγωγών στα νοσοκομεία μας είναι τα 60 έτη και η διάμεση ηλικία των διασωληνωμένων ήταν τα 67 έτη. «Με βάση τα στοιχεία στις 25 Μαΐου, από τους 556 διασωληνωμένους ασθενείς οι 87 ήταν άτομα κάτω των 70 ετών και χωρίς υποκείμενο νόσημα. Από την αρχή της πανδημίας έχουν πεθάνει στη χώρα μας 1.827 άτομα ηλικίας μικρότερης των 64 ετών», επισημαίνει.
Σύμφωνα με τον κ. Τούντα, τα εμβόλια προστατεύουν κυρίως από τον θάνατο (σχεδόν 100%) και από τη νόσηση σε ποσοστό 90-95%, αλλά προστατεύουν και από τη μόλυνση σε ποσοστό γύρω στο 60%. Το ποσοστό αυτό είναι ιδιαίτερα σημαντικό γιατί τα εμβολιασμένα άτομα, ακόμα και εάν μολυνθούν, από τη στιγμή που δεν νοσούν δεν αναπτύσσουν υψηλό ιικό φορτίο και ως εκ τούτου μεταδίδουν τον ιό σε πολύ μικρότερο βαθμό από τα μη εμβολιασμένα που θα νοσήσουν.
«Σε ότι αφορά την επίτευξη της συλλογικής ανοσίας, ασφαλώς και δεν χρειάζεται να εμβολιαστεί ταυτόχρονα το 80% του πληθυσμού. Η συλλογική ανοσία κτίζεται σταδιακά με την αθροιστική συμβολή όσων έχουν ήδη μολυνθεί και όσων εμβολιάζονται. Ως εκ τούτου, κάθε προτροπή κατά των εμβολιασμών, με επιχειρήματα που αντιστρατεύονται τις θέσεις των αρμόδιων διεθνών και εθνικών επιστημονικών φορέων, αποτελεί όχι μόνο ανεύθυνη αλλά και επικίνδυνη ενέργεια θέτοντας σε κίνδυνο την υγεία και τη ζωή πολλών συμπολιτών μας», καταλήγει.